Τετάρτη 19 Ιουνίου 2013

Θ ΜΠΟΥΚΑ - ΑΙΡΕΣΗ

Το Άγιο Πνεύμα δεν διανέμει τα δώρα Του αναγκαστικά, επειδή κάποιος παρακολούθησε κάποια σεμινάρια και έμαθε κάποιες τεχνικές


Χριστιανική θεώρηση της Κίνησης του Θ. Μπούκα και των "Ψυχολατρειών''




Χριστιανική θεώρηση της Κίνησης του
Θ. Μπούκα και των "Ψυχο-λατρειών"
π.ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟΥ
 
      Μιλήσαμε ήδη για τη χριστιανική τοποθέτηση απέναντι στις δοξασίες και στις κοσμοθεωριακές προϋποθέσεις της «θετικής σκέψης». Όμως κρίνουμε σκόπιμο να επανέλθουμε στο ίδιο θέμα και να συνοψίσουμε τις χριστιανικές θέσεις, σε συσχετισμό με τις δοξασίες της κίνησης του Θεοφάνη Μπούκα.
Όλη η μέθοδος της «Ψυχοδυναμικής» κινείται στο χώρο του αποκρυφισμού και της ψυχο-αγοράς της λεγόμενης «Νέας Εποχής του Υδροχόου». Και ο Θ. Μπούκας χρησιμοποιεί γιόγκα, διαλογισμό και ποικίλες τεχνικές «διεύρυνσης της συνείδησης» ασιατικής και δυτικής προέλευσης, ακόμη και μαγικά αντικείμενα, όπως το εκκρεμές, το «κόσμημα Γίν Γιάγκ» κ.α. Ο μεσσίας της Ψυχοδυναμικής ισχυρίζεται πώς όποιος φορά το «κόσμημα Γίν Γιαγκ» συντονίζεται με τις «Κοσμικές Αρχές».
Ακόμη οργανώνει σεμινάρια αστρολογίας, σεξουαλικής αλχημείας και προβάλλει τις δοξασίες του κάρμα και της μετενσάρκωσης (Αίθερική Ίαση ΡAL, σ. 9-10). Επομένως ακυρώνει την ελπίδα κάθε Χριστιανού, πού είναι η ανάσταση, όχι η μετενσάρκωση.
Και εδώ έχουμε αντιχριστιανική αντίληψη για τον Θεό, για τον άνθρωπο, για τον κόσμο. Κάθε Χριστιανός πιστεύει στον προσωπικό Θεό' όχι σε κάποια «Υπερ-ψυχή» ή σε κάποιο «Υπερ-Πνεύμα». Για μας ο κόσμος δεν αποτελεί «διαφοροποίηση» ή «διάσπαση» μιας «Πρωταρχικής Αρχής». Ο άνθρωπος δεν αποτελεί «τμήμα» μιας τέτοιας απρόσωπης Δύναμης ή Αρχής. Για κάθε χριστιανό υπάρχει διάκριση ανάμεσα στο Θεό, πού είναι ο Δημιουργός, και στα δημιουργήματά Του, πού είναι καρπός όχι της Θειας ουσίας, αλλά της Θείας βουλήσεως και αγάπης.
Επομένως η βάση της κίνησης, ότι «μέσα μας» βρίσκεται ο «Θεός» και η «απεριόριστη Δύναμη», την οποία μπορούμε με τη σκέψη ή τη νοητική μας στάση να δραστηριοποιήσουμε, είναι αντιχριστιανική. Ο άνθρωπος, κατά τη χριστιανική αντίληψη, δεν αναμένει τη σωτηρία «από τα μέσα», αλλά από τον Θεό. Οι οπαδοί της κίνησης του Θ. Μπούκα, ακολουθώντας τη διδαχή του, δεν αποβλέπουν στην κοινωνία αγάπης μετά του Θεοί, αλλά στη συνειδητοποίηση ότι οι ίδιοι είναι ο Θεός. Δεν επιθυμούν την Θεoγνωσία, αλλά την «αυτο-γνωσία». Πιστεύουν πώς μέσω αυτής θα επιτύχουν τα πάντα, πλούτο, υγειά, ακόμη και το «μυστικό της αιώνιας νεότητας», την παραγωγή του «Νέου ανθρώπου», γιατί θεωρούν ότι όλα αυτά βρίσκονται «μέσα τους» και ότι με την «αυτογνωσία» αφυπνίζονται οι δυνάμεις πού τα φέρνουν στην επιφάνεια!
Όμως ο Χριστιανός δεν αποβλέπει στην υλική ευημερία, ούτε ειδωλοποιεί τον πλούτο και τα πάθη της σάρκας του. Ακολουθεί το δρόμο της άσκησης και της ταπείνωσης, της θεληματικής απάρνησης του πλούτου και των απολαύσεων της ηδονής, γιατί γνωρίζει πώς το πολίτευμά του είναι στον ουρανό. Δεν αναμένει τη σωτηρία του από κάποιες «Παγκόσμιες Δυνάμεις» με κέντρο το υποσυνείδητο του, αλλά την εκλαμβάνει ως δώρο του Θεού. Ακόμη και αν δεν ευλογηθεί από τον Θεό με επίγεια αγαθά, δοξάζει το όνομα του Κυρίου «πάντων ένεκεν» και προσεύχεται να πραγματοποιηθεί στη ζωή του το θέλημα του Θεού, όχι το δικό του θέλημα.
Πιστεύει σε προσωπικό Θεό, πού αποκαλύπτει το θέλημά Του και καλεί τον άνθρωπο σε υπακοή. Αλλά και αν αποστατήσει και δοκιμάσει πτώσεις, ο χριστιανός γνωρίζει πώς ο δρόμος της μετανοίας και της ταπείνωσης είναι ευλογημένος, και ότι μπορεί να ζητήσει και πάλι το έλεος και την αγάπη του Θεού, όχι μόνο μία φορά, αλλά στη διάρκεια ολόκληρης της ζωής του. Πιστεύει πώς ο Θεός δεν δεσμεύεται από κάποιους νόμους, άλλά ενεργεί προσωπικά, με βάση την ελεύθερη βούληση και αγάπη. Γι' αυτό ο χριστιανός ελπίζει όχι στο λόγο, αλλά στο πρόσωπο του Θεού. Γι αυτόν ο λόγος του Θεού δεν αποτελεί αντικείμενο «νοητικής στάσης» πού δρα μηχανικά και τυφλά, γι αυτό και δεν διαχωρίζει το λόγο του Θεού από τον ίδιο τον Θεό, δεν γίνεται δηλαδή ο λόγος του Θεού αντικείμενο διαλογισμού, άλλά αντικείμενο υπακοής και ταπείνωσης.
Και η πίστη του χριστιανού αναφέρεται στο πρόσωπο του Θεού, δεν ταυτίζεται με τη «σκέψη» ή με «διανοητική στάση», δεν αυτονομείται. Το ίδιο συμβαίνει και με την προσευχή πού εκφράζει οποιοδήποτε αίτημα του ανθρώπου. Δεν έχει σαν στόχο τη δραστηριοποίηση κάποιων δυνάμεων «μέσα μας», άλλά απευθύνεται στο Θεό, στο έλεός Του εμπιστευόμαστε τα αιτήματα μας και Εκείνος είναι ελεύθερος να αποφασίσει, γιατί γνωρίζει καλύτερα από μας ποιες είναι οι ανάγκες των παιδιών Του και ποιο το αληθινό συμφέρον τους. Το να πει κανείς πώς ο λόγος του Θεού είναι πάντοτε ο ίδιος, με την έννοια ότι και ο Θεός οφείλει να ενεργήσει σύμφωνα με τις δοξασίες του Θ. Μπούκα («να πιστέψει» και να «ομολογήσει» την πίστη του, για να συμβεί αυτό πού επιδιώκει), είναι βλάσφημο.
Η περί Θεού και περί άνθρώπου αντίληψη της κίνησης και η βασική της θέση πώς ο άνθρωπος προσδιορίζει τη ζωή του σύμφωνα με τη «νοητική στάση» και τις επιθυμίες του, ακυρώνει τη χριστιανική αντίληψη περί αρετής. Ο άνθρωπος δεν είναι πλέον υπόλογος απέναντι κάποιου έξω από τον εαυτό του, δεν υπάρχει ηθικός νόμος ή ηθικοί κανόνες έξω από αυτό πού ο ίδιος θεωρεί καλό. Ή κίνηση απορρίπτει κάθε αρνητική τοποθέτηση από μέρους του ανθρώπου σε οτιδήποτε, και διακηρύττει πώς πρέπει να γκρεμισθούν οποιαδήποτε «ταμπού».
Αντίθετα ο χριστιανός οφείλει να ζει σε κατάσταση διαρκούς μετανοίας. Πάντοτε είναι έτοιμος να απευθυνθεί στον Θεό με τα λόγια: «Κύριε ελέησον». Όμως αυτή η προσευχή της Ορθοδόξου Εκκλησίας απορρίπτεται από την κίνηση, αφού προϋποθέτει τον έλεγχο της συνείδησης και τη μετάνοια. Και τα δύο αυτά λογίζονται «αρνητικές σκέψεις» και απορρίπτονται. Ή κίνηση θεωρεί τις τύψεις συνειδήσεως και την καταδίκη του εαυτού μας αντίθετη με το θέλημα του Θεού! (Αγάπη, εκδ. Έπιμ. Έκδ. Εταιρία, σ. 23).

Η οργάνωση του Μπούκα και γενικά η λεγόμενη ψυχοδυναμική μπορεί να χαρακτηρισθεί αντίχριστη, ακόμη και οι απόψεις πού λογίζονται από την ίδια «αρχές της παιδαγωγικής, της ψυχολογίας και της Kοινωνιολογίας» δεν είναι απαλλαγμένες από το «θρησκευτικό» στοιχείο, γιατί είναι ανακατεμένες με θέσεις ασυμβίβαστες με τη χριστιανική πίστη. Υπενθυμίζουμε για παράδειγμα την προτροπή προς τούς γονείς, αναφορικά με τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση των παιδιών, όπου υπογραμμίζεται πώς δεν υπάρχουν περιορισμοί στη σεξουαλική δραστηριότητα, ούτε αναφορικά με την ηλικία, ούτε και με τον «Τρόπο». Με αυτή τη στάση κάθε σεξουαλική διαστροφή γίνεται δεκτή.
Όταν η οργάνωση υπογραμμίζει την «αυτογνωσία» και την «ψυχοδυναμική» σαν «συνταγές αυτοσωτηρίας», αρνείται την εν Χριστώ σωτηρία. Στο βιβλίο «Σωματικές Ασκήσεις. Ειδικό πρόγραμμα για τούς αποφοίτους του ανωτέρου εξελικτικού προγράμματος» (Αθήνα 1986, σ. 20) αναφέρεται: «Είσαι σε απόλυτη ένωση με τον ουρανό και με τη Γη. Είσαι ένα τμήμα του Άπειρου Σύμπαντος. Ζεις και κινείσαι μέσα στην Αρμονία του Άπειρου Σύμπαντος. Οι νόμοι του Θεού εργάζονται μέσα σου... Ο Λόγος του Θεού έγινε σάρκα και εσκήνωσε μέσα σου. Είσαι ο Δημιουργός της αφθονίας».
Οι «απόφοιτοι του ανωτέρου εξελικτικού προγράμματος» της κίνησης δεν αποβλέπουν πλέον στον Ιησού Χριστό για σωτηρία- είναι οι ίδιοι «Ο ένσαρκος Λόγος του Θεού», πιστεύουν πώς και ο Ιησούς Χριστός ακολούθησε τον ίδιο δρόμο και έφθασε εκεί πού κι αυτοί έχουν φθάσει, χάρη στις τεχνικές, τα σεμινάρια και ιδιαίτερα το «ανώτερο εξελικτικό πρόγραμμα» του «Κέντρου Προγραμματισμού Ζωής στο «εξελικτικό επίπεδο του Χριστού» έγιναν «Ο ένσαρκος Λόγος»!
Είναι χαρακτηριστικό αυτό πού ο Θ. Μπούκας υπόσχεται στο σεμινάριο - βιβλίο «Το μυστικό της αιώνιας Νεότητας»:
«Οι μεγάλοι Λάμα και Δάσκαλοι της Άπω Ανατολής, συμπεριλαμβανόμενου και του Ιησού Χριστού, χρησιμοποίησαν αύτη την ίδια γνώση πού θ' αποκτήσετε και σεις εδώ, και στ' άλλα σεμινάρια προωθημένης τεχνικής του Ινστιτούτου μας... ν' αποκτήσετε απίστευτες γνώσεις, να μπορείτε να θεραπεύσετε στιγμιαία, και τελικά να ξεπερνάτε τις ψευδαισθήσεις τι «μάγυα» περί σωματικού θανάτου» (σ. 10).
Σύμφωνα με το ίδιο κείμενο, ο Χριστός ήταν «ένας ηγέτης των Γνωστικών» (σ. 12), όχι ο Σωτήρας της ανθρωπότητας, πέρασε το δρόμο «πού οδηγεί στην πληρότητα» και μας έδειξε αυτό το δρόμο, έχουμε τώρα «το Φως του Λόγου του Θεού» και «τη δύναμη του παραδείγματος του Χριστού» (Αγάπη, σ. 8). Ο Χριστός λοιπόν δεν σώζει, αλλά αποτελεί «παράδειγμα» για τον άνθρωπο.
Η κίνηση έχει ειδικό μυητικό σεμινάριο, με το όνομα «Τα δώρα του Πνεύματος». Πρόκειται για εξωχριστιανική και αντίχριστη μύηση. Αν ένας Ορθόδοξος χριστιανός πάρει αύτη τη μύηση, αρνείται το Άγιο βάπτισμα και το ιερό Χρίσμα της Εκκλησίας. Σ' αύτη τη μύηση, εκτός από την επίθεση των χειρών του «Δασκάλου», χρησιμοποιούνται και υλικά αντικείμενα, όπως «ένα βελούδο μαύρο, σε διαστάσεις 30Χ30 εκατοστά», γνωστό από τη μύηση στην γκουρουιστική οργάνωση του Μαχαρίσι Μαχές Γιόγκι.

Στο ειδικό ενημερωτικό έντυπο με τίτλο, «Σεμινάριο: Τα δώρα του Πνεύματος» (εκδ. ΚΠΖ) αναφέρεται πώς σ' αυτό μαθαίνει κανείς πώς θα απελευθερώσει τη «ροή του Πνεύματος» και θα δεχθεί «ένα ή περισσότερα από τα εννέα χαρίσματα του Πνεύματος».
Όμως εδώ δεν πρόκειται για τον «καρπό του Πνεύματος», σύμφωνα με το Γαλ. ε' 22: «Ο δε καρπός του Πνεύματος εστίν αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια».
Ο απόστολος Παύλος αντιπαραθέτει εδώ «τα έργα της σαρκός» με τον «καρπό του Πνεύματος». Γι' αυτόν «έργα της σαρκός» είναι «μοιχεία, πορνεία, ακαθαρσία, ακολασία, ειδωλολατρία, μαγεία, εχθρότης... αιρέσεις... μέθαι, ασωτίαι και τα όμοια προς αυτά». Ό Παύλος υπογραμμίζει «σας προειδοποιώ, καθώς και άλλοτε σας προειδοποίησα, ότι εκείνοι πού κάνουν αυτά («οι τα τοιαύτα πράσσοντες»), δεν θα κληρονομήσουν την βασιλείαν του Θεού» (Γαλ. ε' 19-21).
Δεν λέγει ο απόστολος, «οι τα τοιαύτα σκεπτόμενοι», αλλά λέγει: «οι τα τοιαύτα πράσσοντες»! Αντίθετα ο Θ. Μπούκας δεν αναγνωρίζει τη διάκριση ανάμεσα στα «έργα της σαρκός» και στον «καρπό του Πνεύματος», κηρύσσει μόνο τον πόλεμο εναντίον των «ταμπού» και εναντίον κάθε «αρνητικής σκέψης» και αρνητικής αξιολόγησης οποιασδήποτε πράξης μας οι πράξεις δεν είναι αμαρτωλές, λέγει, αλλά μόνο οι σκέψεις, πώς τάχα κάτι δεν πάει καλά στη ζωή μας.
Όμως αυτή η τοποθέτηση είναι καρπός «αλλότριου Πνεύματος», όχι του Πνεύματος του Θεού. Γι αυτό και η μύηση «Τα δώρα του Πνεύματος» αποτελεί εσωτερικό «Άνοιγμα» για την εισβολή αυτού του «αλλότριου Πνεύματος» και των «καρπών» του, τούς οποίους η κίνηση χαρακτηρίζει παραπλανητικά «Τα δώρα του Πνεύματος».
Το Άγιο Πνεύμα δεν διανέμει τα δώρα Του αναγκαστικά, επειδή κάποιος παρακολούθησε κάποια σεμινάρια και έμαθε κάποιες τεχνικές. Γιατί ακόμη κι αν με τα σεμινάρια ελάμβανε κανείς κάποια «δώρα», θα ήσαν αποτέλεσμα ανθρωπίνων μεθοδεύσεων, όχι καρπός της αγάπης του Θεού. Το δώρο δεν εξαγοράζεται γιατί είναι καρπός αγάπης και η αγάπη δεν παρέχεται αναγκαστικά από τον Θεό, παρέχεται σε όποιον το Πνεύμα του Θεού θελήσει, στον χρόνο πού ο Θεός βούλεται και με τον τρόπο πού Εκείνος επιθυμεί: «Το Πνεύμα όπου θέλει πνεί, και την φωνήν αυτού ακούεις, αλλ' ουκ οίδας πόθεν έρχεται και που υπάγει, ούτος εστί πας ο γεγενημένος εκ του Πνεύματος» (Ιω. γ' 8, πρβλ. Α' Κορ. ιβ' 11. Έβρ. β' 4).
 
        ΤΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
       Κατά την αντίληψη των λεγόμενων «ψυχο-λατρειών» οι δυνατότητες του ανθρώπου είναι απεριόριστες, αρκεί ο Άνθρωπος να γνωρίσει την αληθινή του Φύση, και με κατάλληλες τεχνικές να ενεργοποιήσει τις δυνάμεις «μέσα του», να τις χρησιμοποιήσει για τους σκοπούς του. Τότε βαδίζει το δρόμο της «αυτοπραγμάτωσης» και της «αυτοσωτηρίας», το δρόμο πού θα «αφυπνίσει» τον «υπεράνθρωπο», το «θεό» μέσα μας. Ένας Άνθρωπος πού μέσω της αυτογνωσίας έφθασε δήθεν στην αυτοπραγμάτωση, πραγματοποιεί το καθετί πού θα θελήσει, λένε οι ομάδες με τις όποιες ασχοληθήκαμε, με μόνο τη σκέψη του, γιατί ο Άνθρωπος είναι πάντοτε αυτό πού σκέπτεται, αυτός, με τη δύναμη της «συνείδησης», δημιουργεί τον κόσμο γύρω του! Επομένως ο Άνθρωπος είναι αυτόνομος, δεν χρειάζεται κανένα σωτήρα έξω από τον εαυτό του. Χρειάζεται μόνο τη δική του «θετική σκέψη».
Οι ψυχο-λατρείες στις όποιες αναφερθήκαμε χρησιμοποιούν χριστιανικούς όρους για να δηλώσουν τις δοξασίες τους και να διακηρύξουν πώς ο άνθρωπος, μόνος του, μέσω της αυτογνωσίας και της αυτοεξέλιξης, οδηγείται στην αυτοπραγμάτωση, στη σωτηρία. Τέτοιοι όροι είναι «πίστη» και «προσευχή». Όμως και οι δύο όροι χρησιμοποιούνται για να δηλώσουν νοητικές καταστάσεις μέσα στον άνθρωπο, χωρίς αναφορά έξω από τον άνθρωπο. Γιατί έξω από τον «Εαυτό» Θεός δεν υπάρχει κατά κλασσικό τρόπο εκφράστηκε αυτό με τη δήλωση: «άθεος δεν είναι εκείνος πού δεν πιστεύει σε Θεό, αλλά αυτός πού δεν πιστεύει στον εαυτό του»!
Το «ευαγγέλιο» των ομάδων αυτών δεν είναι νέο, πρόκειται για το ίδιο «ευαγγέλιο» του όφεως, για το οποίο μας πληροφορεί η αγία Γραφή:
«Και είπεν ο όφις τη γυναικί, τι ότι είπεν ο Θεός ου μη φάγητε από παντός ξύλου του παραδείσου; Και είπεν ή γυνή τω όφει, από καρπού του ξύλου του παραδείσου φαγόμεθα, από δε του καρπού του ξύλου, ο έστιν έν μέσω του παραδείσου, είπεν ο Θεός, ου φάγεσθε απ' αυτού, ου δέ μη άψησθε αυτού, ίνα μη αποθάνητε. Και είπεν ό όφις τη γυναικί, ου θανατω αποθανείσθε, ήδει γάρ ό Θεός, ότι ή αν ήμερα φάγητε απ' αυτού, δανοιχθήσονται υμών οι οφθαλμοί και έσεσθε ώς θεοί, γινώσκοντες καλόν και πονηρόν» (Γεν. γ' 1-5).
Ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο με βάση την εικόνα Του και με προορισμό την ομοίωση. Το «κατ' εικόνα» βρισκόταν στη φύση του ανθρώπου, λένε οι πατέρες της Εκκλησίας μας. Όμως το «καθ' ομοίωσιν» εξηρτάτο από τη βούληση του ανθρώπου. Ό άνθρωπος μπορούσε να επιλέξει σαν σκοπό του την πραγμάτωση του «καθ' ομοίωσιν». Όμως μπορούσε να ακολουθήσει και τον αντίθετο δρόμο, τον χωρισμό από τον Θεό, δηλαδή τον πνευματικό θάνατο. Ό ίδιος ο Θεός του έδωσε αυτή τη δυνατότητα της επιλογής αυτό το νόημα είχε ή απαγόρευση: «Και ένετείλατο Κύριος ό Θεός τω Άδάμ λέγων' από παντός ξύλου του έν τω παραδείσω βρώσει φάγη, από δέ του ξύλου του γινώσκειν καλόν και πονηρόν, ου φάγεσθε απ' αυτού, ή δ' αν ήμερα φάγητε απ' αυτού, θανάτω αποθανείσθε» (Γεν. β' 16-17).
Ο Θεός κάλεσε τον άνθρωπο να βαδίσει προς την «ομοίωσιν» όχι αυτόνομα, αλλά στα πλαίσια της κοινωνίας αγάπης με το Δημιουργό του, ακολουθώντας ελευθέρα το σχέδιο του Θεού. Άλλωστε δεν ήταν δυνατόν ο άνθρωπος, μόνος του, να ξεπεράσει τα όρια της κτιστής του πραγματικότητας και να ομοιάσει με τον άκτιστο και Αιώνιο Θεό. Το σχέδιο του Θεού για τον άνθρωπο ανταπεκρίνετο απόλυτα στη φύση του ανθρώπου.
Όμως σ' αυτό το σχέδιο ο Σατανάς αντιπαρέβαλε τη δική του «συνταγή». Δεν θα πεθάνετε, τούς λέγει, αντίθετα, θα αποκτήσετε αληθινή αυτογνωσία και θα είσαστε «ως θεοί», «γινώσκοντες καλόν και πονηρόν». Ο Θεός προσδιόρισε την αξιολογική διάκριση ανάμεσα στο καλό και στο κακό. Κάθε τι πού αποτελεί κοινωνία με τον Θεό είναι καλό και οδηγεί τον άνθρωπο στην εκπλήρωση του νοήματος της ζωής του, στο «καθ' ομοίωσιν». Αντίθετα, κάτι τι πού είναι κοινωνία μόνο με τον εαυτό μας είναι κακό και οδηγεί στον πνευματικό θάνατο, στη στέρηση της κοινωνίας με τον Θεό. Ο άνθρωπος το γνώριζε αυτό, όμως είχε την εμπειρία μόνο του καλοί. Όταν ακολούθησε τη «συνταγή» του Διαβόλου απέκτησε και την εμπειρία του κακού!
«Και είδεν η γυνή, ότι καλόν το ξύλον εις βρώσιν και ότι αρεστόν τοις οφθαλμοίς ιδείν και ώραίον εστι του κατανοήσαι και λαβούσα από του καρποί αυτού έφαγε' και έδωκε και τω άνδρί αυτής μετ' αυτής, και έφαγον. Και διοινήχθησαν οι οφθαλμοί των δύο, και έγνωσαν ότι γυμνοι ήσαν...» (Γεν. γ' 6-7).
Η «συνταγή» του όφεως ήταν: Με την αυτονομία ο άνθρωπος θα οδηγηθεί στην αυτογνωσία και στις απεριόριστες δυνατότητες πού συνεπάγεται αυτή η «γνώση» ή η «αφύπνιση του Θεού μέσα μας». Όμως το αποτέλεσμα ήταν ακριβώς το αντίθετο: ο δρόμος της αυτογνωσίας δεν οδήγησε τον άνθρωπο στην αυτό-εξέλιξη και την αυτό-θέωση, άλλά στη συναίσθηση ότι ήταν γυμνός, δηλαδή σε υπαρξιακό αδιέξοδο. Αυτό το αδιέξοδο ωφείλετο στο ότι ο άνθρωπος αρνήθηκε τη Θεία προσφορά, δηλαδή τα δώρα του Θεού, την παρουσία της Θείας χάρης μέσα του. Αποχωρίσθηκε απ' αυτήν και γι' αυτό ένοιωσε τη γυμνότητά του.
Αλλά ο Θεός δεν έπαυσε να αγαπά το πλάσμα Του. Γι' αυτό προκάλεσε και πάλι τη βούληση του άνθρώπου, «Αδάμ, που ει;» (Γέν. γ' 9). Την ίδια πρόκληση επανέλαβε ο Θεός και στον Κάιν, «Κάιν' που εστίν Άβελ ο αδελφός σου;» (Γεν. δ' 9). Όμως ο άνθρωπος συνέχισε, δυστυχώς, το δρόμο της αυτονομίας. Γι αυτό ο Θεός σχεδίασε ήδη από την πρώτη παράβαση του άνθρώπου και τη σωτήρια του πλάσματός Του. Υποσχέθηκε πώς στον κατάλληλο καιρό, το «σπέρμα της γυναικός», θα συντρίψει την «κεφαλήν του όφεως» (Γεν. γ' 15). Και αυτό θα γινόταν με τη συγκατάθεση του ανθρώπου.
Αλλά για να δώσει τη συγκατάθεση του ο άνθρωπος να επέμβει ο Θεός στη ζωή του, έπρεπε να εγκαταλείψει την αυτονομία του και να ζητήσει να γίνει το θέλημα του Θεού, όχι το δικό του, ανθρώπινο θέλημα. Αυτή την έννοια είχε το «γένοιτο μοι κατά το ρήμα σου» της Παρθένου Μαρίας (Λουκ. α' 38). Το ίδιο εξέφρασε και ο Χριστός για λογαριασμό μας: «πλήν ουχ ώς εγώ θέλω, άλλ' ώς σύ» (ΜαΤθ. κστ' 39).

Ο Χριστός επανέφερε τον άνθρωπο σε κοινωνία αγάπης με τον Θεό και συνήγαγε «τα τέκνα του Θεού τα διασκορπισμένα εις εν» Ιω. ια' 52. Γαλ. γ' 28. Έφεσ. δ' 5-6). Όμως ο άνθρωπος πρέπει να πάρει ελεύθερα την απόφαση να ενταχθεί σ' αυτή την ενότητα' ν' ακολουθήσει το δρόμο της εν Χριστώ σωτηρίας, πού είναι ο δρόμος προς το «καθ' ομοίωσιν Θεού», δεν υπάρχει άλλος δρόμος (Ίω. ιδ' 6. Πράξ. δ' 12). Άλλά έχει τη δυνατότητα να αρνηθεί αυτό το δρόμο και να ακολουθήσει τη συμβουλή του αρχαίου όφεως το δρόμο της αυτο-εξέλιξης και αυτό-σωτηρίας, σύμφωνα με τη «συνταγή» των ομάδων πού υπογραμμίζουν την αυτογνωσία, τη δύναμη της συνείδησης και της «σκέψης».
Ο δρόμος αυτός δεν λέγει: «γένοιτο μοι κατά το ρήμα σου», ούτε μπορεί να πει: «πλην ουχ ως εγώ θέλω, άλλ' ως συ». Γιατί η «συνταγή» λέγει: «Αυτό πού θέλεις, γίνεσαι, αρκεί να το σκεφθείς μπορείς»! ή: «Θέλω και μπορώ»!! Αυτός ο δρόμος δεν οδηγεί στη σωτηρία, αλλά στο αδιέξοδο πού νοιώθει κάθε άνθρωπος πού αισθάνεται «γυμνός».
Οι αληθινοί χριστιανοί δεν αποβλέπουν στον εαυτό τους για βοήθεια. Θέλουν να γνωρίσουν τον εαυτό τους για να μετανοήσουν και να ζητήσουν να έλθει ο Θεός στη Ζωή τους και να τούς χαρίσει το «μέγα έλεος». Δεν αποβλέπουν στα αγαθά αυτού του κόσμου, γι' αυτό δεν λυγίζουν μπροστά σε δυσκολίες και δυσχέρειες της ζωής αυτής. Ακολουθούν τη συμβουλή του αποστόλου: «Μη σκοπούντων υμών τα βλεπόμενα, αλλά τα μη βλεπόμενα. Τα γάρ βλεπόμενα, πρόσκαιρα, τα δε μη βλεπόμενα αιώνια», δεν αποβλέπουμε στην υλική ευημερία, σ' εκείνα πού βλέπονται, αλλά στην ελευθερία μας από το θάνατο και τη φθορά' στα αιώνια (Β' Κορ. δ' 16-18). Εδώ ο απόστολος δεν εννοεί τις «σκέψεις», πού γίνονται «πράξεις», όπως ισχυρίζονται οι άνθρωποι της «θετικής σκέψης» διαστρεβλώνοντας την αγία Γραφή, αλλά υπογραμμίζει πώς οι χριστιανοί αποβλέπουν σ' εκείνα πού απορρίπτουν οι ψυχο-λατρείες και περιφρονούν εκείνα πού απολυτοποιούνται από αυτές. Δεν ελπίζουν στην ευημερία, στην υγειά, στη δύναμη και σ' οτιδήποτε «αγαθό» αυτής της ζωής, αλλά στη χαρά της αφθαρσίας και της αθανασίας στην αιώνια κοινωνία μετά του Θεού και όχι μετά του εαυτού μας.
Αυτή την ελπίδα της ελευθερίας από τη φθορά συμμερίζεται με τον άνθρωπο ολόκληρη η δημιουργία του Θεού. «Φρονώ», λέγει ο απόστολος Παύλος, «ότι τα παθήματα του παρόντος καιρού δεν έχουν καμία αξία συγκρινόμενα με τη δόξα πού μέλλει να αποκαλυφθεί σ' εμάς. Η πλάση όλη αναμένει με λαχτάρα την αποκάλυψη των υιών του Θεού («η γάρ αποκαραδοκία της κτιςεως την αποκάλυψιν των υιών του Θεού απεκδέχεται»). Διότι η πλάση υποτάχθηκε στη ματαιότητα, όχι θεληματικά, αλλά εξαιτίας εκείνου πού την υπέταξε, με την ελπίδα ότι και η πλάση θα ελευθερωθεί από τη δουλεία στη φθορά, για να μπει στην ένδοξη ελευθερία των παιδιών του Θεού» (Ρωμ. η' 18-21).
Αυτή την ελπίδα του Χριστιανού απορρίπτουν οι κινήσεις στις οποίες αναφερθήκαμε. Γι αυτούς ο άνθρωπος της «αυτογνωσίας», πού έχει συναίσθηση της«δύναμης της συνειδήσεώς» του και χρησιμοποιεί το «κλειδί» της «θετικής σκέψης», δεν μπορεί να έχει «παθήματα», ούτε πιστεύει πώς η πλάση υπετάγη στη δουλεία της φθοράς. Αντίθετα πιστεύει πώς τα πάντα είναι καλά έτσι όπως είναι και πώς ο άνθρωπος δεν ελπίζει σε κάτι μελλοντικό, αλλά ήδη από τώρα αυτό-πραγματώνεται.
Σε πολλούς ο «καρπός» αυτός των ψυχο-λατρειών φαίνεται ωραίος όταν όμως τον γευθούν, τελικά θα οδηγηθούν σε τρομακτικά αδιέξοδα και σε ολοκληρωτική αλλοίωση της προσωπικότητας των: «Και είδεν ή γυνή, ότι καλόν το ξύλον εις βρώσιν και ότι αρεστόν τοις οφθαλμοίς ιδείν και ωραίον εστί του κατανοήσαι και λαβούσα από του καρπού αυτού έφαγε και έδωκε και τω ανδρί αυτής μετ' αυτής, και έφαγον. Και διηνοίχθησαν οι οφθαλμοί των δύο, και έγνωσαν ότι γυμνοί ήσαν».
 
ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑ-ΑΥΤΟΠΡΑΓΜΑΤΩΣΗ-ΣΩΤΗΡΙΑ
π.ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟΥ
ΔΡ. ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ - ΔΡ. ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ
 


Read more: http://www.egolpion.com/boukas_kritikh.el.aspx#ixzz2WfXlZQQD

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου