Τρίτη 31 Δεκεμβρίου 2013

“Μέλλει γαρ Ηρώδης ζητείν τον παιδίον του απολέσαι αυτόν” του Μητροπολίτη Αντινόης Παντελεήμονος

 

Συγγραφέας: kantonopou

Τα γεγονότα που σηματοδοτούν τη Γέννηση του Κυρίου, όπως αυτά βγαίνουν μέσα από τη γραφίδα του Ευαγγελιστή Ματθαίου, δίνουν το στίγμα της πορείας που θ΄ ακολουθούσε ο Μεσσίας μέσα στον κόσμο. Το νεογέννητο βρέφος της Βηθλεέμ γνωρίζει από την αρχή το μέγεθος της κακίας των ανθρώπων και γεύεται με τον πιο πικρό τρόπο την εχθρότητα που εκδηλώνουν οι άρχοντες απέναντι του. Tα γεγονότα που διαδραματίστηκαν με πρωταγωνιστή το βασιλιά Ηρώδη, ο οποίος με τον πιο αδίστακτο τρόπο εκδήλωσε τις θηριωδίες του, επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές που μαρτυρείται άλλωστε και από τους ιστορικούς της εποχής εκείνης.
Η παρουσία του Χριστού στον κόσμο έφτιαξε νέους και αληθινούς δείκτες ζωής για τον άνθρωπο, οι οποίοι παραπέμπουν σε μια πορεία που τον ανεβάζει ψηλά σε μια σωτήρια συνάντηση με την κατερχόμενη αγάπη του Θεού. Είναι μια πορεία στην εξέλιξη της οποίας συνθλίβονται οι δαιμονικές δυνάμεις και ο άνθρωπος μπορεί να εγκολπωθεί αυθεντικά τα αιώνια μηνύματα που εκπέμπει το Θείο Βρέφος της Βηθλεέμ. Βέβαια, μπορεί να φαίνεται ότι η δύναμη του σατανά κυριαρχεί ακόμα πάνω στην ανθρωπότητα, με όλα τα οδυνηρά συνεπακόλουθα. Ωστόσο, η επικράτησή τους είναι φαινομενική και προσωρινή. Και αυτό γιατί μέσα στην ιστορία πραγματοποιείται το σωτηριολογικό σχέδιο της θείας οικονομίας, το οποίο κανένας δεν μπορεί να ανατρέψει ή να ματαιώσει. Ούτε η αγριότητα και θηριωδία του Ηρώδη που εκδηλώθηκαν με τον πιο απεχθή τρόπο με την απάνθρωπη σφαγή των νηπίων στη Βηθλεέμ και στη γύρω περιοχή δεν ήταν δυνατό να ματαιώσουν το έργο του νεογέννητου Μεσσία που βρισκόταν κάτω από την προστατευτική πρόνοια του Θεού.
Μέσα από το σχέδιο της Θείας Οικονομίας τίποτε δεν μπορεί να θεωρηθεί τυχαίο. Όλα έχουν το νόημα και το σκοπό τους. Όλα δείχνουν ότι η Πρόνοια του Θεού είναι εκείνη που καθοδηγεί τα πάντα στη ζωή και δεν επιτρέπει στις δυνάμεις του κακού να κυριαρχήσουν πάνω στον άνθρωπο και να τον οδηγήσουν στην καταστροφή και το θάνατο. Χαρακτηριστικά σημειώνεται: το ότι η πρόνοια του Θεού προστατεύει το θείο βρέφος από την απειλητική μανία ενός κοσμικού άρχοντα, το ότι το καθοδηγεί σε ασφαλές μέρος και το προειδοποιεί τελικά για τη δυνατότητα επιστροφής στην πατρίδα του, τί άλλο μπορεί να φανερώνει παρά την επιβεβαίωση των πιο πάνω. Είναι τόσο φανερά τα σημεία που δίνονται γύρω από την ισχυρή παρουσία της Θείας Πρόνοιας, ώστε να μήν χωρούν οποιεσδήποτε αμφιβολίες, επιφυλάξεις ή αμφισβητήσεις. Άλλωστε, ο καθένας από εμάς προσωπικά, μέσα από βιώματα και εμπειρίες, θα πρέπει να έχει αντιληφθεί πολλές φορές στη ζωή του την παρουσία της Θείας Πρόνοιας, η οποία εκδηλώνεται οποτεδήποτε και οπουδήποτε. Είναι εκείνη που καθοδηγεί κάθε βήμα στη ζωή μας και μας παρέχει την πιο ασφαλή προστασία. Ακόμα και μέσα από γεγονότα που μπορεί να σκορπούν θλίψη στη ζωή, η ευεργετική παρουσία της Θείας Πρόνοιας αποτελεί ισχυρό εχέγγυο για την πορεία που ακολουθούμε. Αγαπητοί αδελφοί, τα γεγονότα που μας περιγράφει η σημερινή ευαγγελική διήγηση δεν αφήνουν την παραμικρή αμφιβολία ότι ο άνθρωπος θα πρέπει να πορεύεται με αισιοδοξία προς το μέλλον. Παρά το φαινομενικό θρίαμβο του κακού, του μίσους και της θηριωδίας μέσα στην ιστορία, τελικά εκείνο που επικρατεί είναι η δύναμη της αγάπης. Και η δύναμη αυτή είναι τεράστια, γιατί έχει σαν αληθινή πηγή της το Χριστό. Το ότι ο Θεός προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση και σαρκώνεται, αποκαλύπτει το μέγεθος της αγάπης και φιλανθρωπίας του αλλά και την κατάργηση των δυνάμεων του κακού. Ας εγκολπωθούμε, λοιπόν, αυτό το σωτήριο μήνυμα μέσα από το νέο ήθος που φανερώνεται στη Φάτνη και διαποτίζει όλο το είναι μας.
http://www.amen.gr/article11727

Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου 2013

Συγκλονιστικά θαύματα του Αγίου Δημητρίου του Νέου, πολιούχου Βουκουρεστίου, στην οικογένεια ενός γυναικολόγου γιατρού

Συγκλονιστικά θαύματα του Αγίου Δημητρίου του Νέου, πολιούχου Βουκουρεστίου, στην οικογένεια ενός γυναικολόγου γιατρού
Πιο κάτω, ως τελευταίο θαύμα του οσίου Δημητρίου θα αναφέρουμε την μαρτυρία του Αλεξίου I. (53 ετών), ενός ειδικού χειρουργού γυναικολόγου και την θαυματουργική επέμβαση του οσίου στη ζωή του. «Είμαι χειρούργος-γυναικολόγος από περίπου δυο δεκαετίες και για πολύ καιρό έχω ζήσει ειρηνικά και σε πλούτο! Από το 1999 η ζωή μου ξαφνικά πήρε άλλη πορεία και άλλαξε τελείως… Μία νύχτα ονειρεύτηκα πλήθος νεογέννητων. Τα νεογέννητα σαν να κολυμπούσαν κάτω από το νερό, σε ένα τεράστιο ενυδρείο, το οποίο βρισκόταν μπροστά μου και μου φαινόταν πως πνίγονται, διότι έπιαναν απελπισμένα το γυάλινο τοίχο του ενυδρείου, ψάχνοντας για διέξοδο. Δεν θα τα ξεχάσω ποτέ εκείνα τα απελπισμένα και μεγάλα μάτια που κοιτούσαν προς εμένα! Από την επόμενη μέρα στην ζωή μου μπήκε μεγάλη στεναχώρια, η οποία με έφερε μπροστά σε μια μεγάλη απελπισία. Στη σύζυγό μου διαγνώστηκε καρκίνος στο στήθος και υποβλήθηκε σε μια επέμβαση η οποία την έχει σημαδέψει για όλη τη ζωή της χωρίς καμία εγγύηση, ότι θα επιβίωνε. Σε λίγο καιρό, ο γιος μου, που ήταν στο λύκειο τότε, μου ομολόγησε με έναν περίεργο τρόπο πως χρωστούσε πολλά χρήματα σε κάποιον και ότι η ζωή του μπορεί να κινδυνεύει εάν δεν πληρώσει το χρέος του. Πολύ γρήγορα μετά είχα μάθει ότι είχε γίνει εξαρτημένος από τα ναρκωτικά και δανειζόταν χρήματα όλο και περισσότερο, επειδή δεν του έφταναν για να πληρώνει τις καθημερινές δόσεις. Δεν είχε περάσει ούτε μία εβδομάδα και μου κλέψανε το αυτοκίνητο (ένα ολοκαίνουργιο Volkswagen Passat), το οποίο δεν είχα προλάβει να το ασφαλίσω για κλοπή. Όλη αυτή η μαύρη εικόνα ολοκληρώθηκε με μία πυρκαγιά που κατέστρεφε όλο το εσωτερικό της βίλας μας…
Ήμουν τελείως καταβεβλημένος! Παρ’ όλο που ήμουν ως άνθρωπος αρκετά χριστιανός, χωρίς να εκκλησιάζομαι συχνά, μου ήρθε έτσι ξαφνικά η σκέψη να ανεβώ το λόφο του Πατριαρχείου, διότι τα όρια της απελπισίας μου είχαν συμπέσει με την 27 Οκτωβρίου, την ημέρα όπου γίνεται προσκύνημα στα λείψανα του οσίου Δημητριού. Όσο περίμενα με τη σειρά στην ουρά να προσκυνήσω τα λείψανα του αγίου, προσευχήθηκα σιωπηλά στον άγιο, ρωτώντας τον και μπροστά στη λάρνακά του όπου έπρεπε να γονατίσω, πού είχα κάνει το λάθος ώστε ξαφνικά να έρθουν τόσες δυστυχίες επάνω μου και τι να κάνω τώρα. Όταν βρέθηκα μπροστά στη λάρνακα με τα αγία λείψανά του, δεν μπόρεσα ούτε καν να σκεφτώ κάτι… Με έπιασαν τα κλάματα και δεν σταμάτησα μέχρι αργά, αφού κατέβηκα το λόφο.
 Τώρα πρέπει να με πιστέψετε ότι την επόμενη νύχτα ο όσιος Δημήτριος ο Νέος εμφανίστηκε στο όνειρό μου και μου μίλησε με πολύ αγάπη και καλοσύνη, παρουσιάζοντάς μου την αλήθεια την οποία την είχα αγνοήσει εντελώς, ως ανόσιος που ήμουν! Μου είπε ότι εκείνα τα νεογέννητα τα οποία είχα δει στο όνειρό μου ήταν τα 187 παιδιά τα οποία δεν είχαν προλάβει να έρθουν σ’ αυτόν τον κόσμο, διότι εγώ είχα κάνει απόξεση στις μητέρες τους, όταν αυτές μου το είχαν ζητήσει και είχα λάβει ένα σωρό χρήματα από αυτές ως αμοιβή γι’ αυτά τα εγκλήματα, χρήματα τα οποία δεν τα άξιζα. Ο άγιος συνέχισε να με φωτίζει με την ίδια καλοσύνη, λέγοντάς μου ότι αν πρόκειται να συνεχίσω έτσι, να εκτελώ τέτοιες βρεφοκτονίες, τα δυστυχήματα που θα έρθουν πάνω μου θα είναι μεγαλύτερα. Πέρα από αυτό μου ζήτησε να βαπτίσω τόσα παιδιά όσα νεογέννητα έχω σκοτώσει με τα δικά μου τα χέρια, λέγοντάς μου: «Θα δεις τι αποτέλεσμα θα έχεις αν πας να κάνεις μέχρι τέλος τέτοια καλή πράξη! Και μην αμαρτάνεις άλλο…». Από εκείνη την μέρα δεν έχω ξανακάνει ούτε μία απόξεση και έζησα μόνο από ιατρικές εξετάσεις, τοκετούς ή χειρουργικές επεμβάσεις που βοηθούσαν στον ερχομό κάποιων παιδιών σ’ αυτόν τον κόσμο. Σε πολύ λίγο καιρό ξεκίνησα με τη σύζυγό μου να πηγαίνουμε σε ορφανοτροφεία μαζί με τον ιερέα της ενορίας μας, βαπτίζοντας τουλάχιστον ένα παιδί το μήνα! Σας ομολογώ πως, ασυναίσθητα τα πράγματα έχουν πάρει εντελώς μια άλλη στροφή στη ζωή μου…
Σήμερα, μετά από 5 χρόνια, η σύζυγός μου αισθάνεται καλά, παρόλο που έχει χάσει ένα στήθος, και ο γιος μου, αφού τελείωσε το λύκειο, με παρακάλεσε να τον βάλω σε μια κλινική αποτοξίνωσης. Τώρα θεραπεύτηκε εντελώς. Οι εξετάσεις της συζύγου δείχνουν πως ο καρκινικός κίνδυνος πέρασε. Το σπίτι ξανάγινε με δυσκολία, αλλά καλά, για έναν αμαρτωλό, όπως είμαι εγώ. Τα εισοδήματά μας δεν έχουν μειωθεί και πάρα πολύ χωρίς τις αποξέσεις! Εγώ έγινα ένας αληθινά πιστός άνθρωπος, ο οποίος κατάλαβε έστω και στην 13η ώρα, ότι όλα πληρώνονται στη ζωή ανάλογα με τις κακές ή τις καλές πράξεις που κάνουμε. Βλέπετε πως λειτουργεί ο Θεός μέσω των αγίων Του! Ο όσιος Δημήτριος ο Μπασαραμπόβ δεν έκανε με μένα ένα «συνηθισμένο» θαύμα, δεν μου έσωσε τη ζωή με έναν ιδιαίτερο τρόπο, από ένα τροχαίο ας πούμε, αλλά μου άνοιξε το μυαλό και με βοήθησε να σωθώ, μέσω δικών μου πράξεων!»
Ο όσιος Δημήτριος τέλεσε πιο πολλά θαύματα εκτός από αυτά που αναφέραμε εμείς στην παρούσα εργασία. Δυστυχώς, τα περισσότερα θαύματα δεν καταγράφονται από τους πατέρες του ναού. Ελπίζουμε ότι στο εξής, οι πατέρες που εξυπηρετούν στον ναό του οσίου Δημητρίου θα καταγράφουνε τα θαύματα που γίνονται στα λείψανα του οσίου για την ενδυνάμωση όσων δεν έχουν και τόσο δυνατή πίστη.
Πηγή: π. Βικεντίου Κουρελάρου, «Βίος και θαύματα του Οσίου Πατρός ημών Δημητρίου του Νέου, πολιούχου Βουκουρεστίου», έκδοση Ιεράς Μητρόπολης Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως, Θεσσαλονίκη 2009./vatopaidi.wordpress

Διαβάστε και
Προσκυνητής στο λέιψανο του Αγίου Δημητρίου του Νέου(Μπασαραμπώβ)στο Βουκουρέστι

Χτίζε με σοφία-Διδακτική διήγηση

Χτίζε με σοφία-Διδακτική διήγηση
Ένας ηλικιωμένος μαραγκός είχε φτάσει στην ηλικία να πάρει σύνταξη. Είπε στον προϊστάμενο του, στον κατασκευαστή πως σχεδίαζε να εγκαταλείψει τις  δουλειές που είχαν σχέση με το χτίσιμο για να ζήσει μια πιο ανέμελη ζωή με τη γυναίκα του και την ευρεία του οικογένεια. Οπωσδήποτε θα του έλειπε ο μισθός, αλλά έπρεπε να συνταξιοδοτηθεί. Κάπως θα τα βόλευαν.
Ο κατασκευαστής λυπήθηκε που ο καλύτερος του εργάτης θα έφευγε και του ζήτησε αν θα μπορούσε να χτίσει ένα τελευταίο σπίτι, έτσι σαν προσωπική χάρη. Ο μαραγκός συμφώνησε αλλά έβλεπε ότι η καρδιά του δεν ήταν δοσμένη στην δουλειά του. Δεν έκανε την έκανε καλά, δεν χρησιμοποίησε καλά υλικά. Ήταν ένας άσχημος τρόπος να τελειώσει την καριέρα του.
Όταν ολοκλήρωσε την εργασία του, ήρθε ο εργοδότης να επιθεωρήσει το σπίτι.
Έδωσε το κλειδί της εξώπορτας στον μαραγκό.
"Αυτό είναι το σπίτι σου", του είπε, "το δώρο μου για σένα".
Ο μαραγκός σοκαρίστηκε.
"Τι ντροπή"!
Αν ήξερε ότι αυτό που έφτιαχνε προορίζονταν γι εκείνον θα το είχε κάνει τόσο διαφορετικά!
Έτσι και με μας. Χτίζουμε τις ζωές μας, μέρα με τη μέρα, συχνά βάζοντας κάτι λιγότερο από ο,τι μπορούμε στο κτίριο μας. Ύστερα σοκαρισμένοι καταλαβαίνουμε ότι πρέπει να ζήσουμε μέσα στο σπίτι που χτίσαμε. Άν μπορούσαμε να το ξαναχτίσουμε σίγουρα θα το κάναμε διαφορετικά. Αλλά δεν μπορούμε να γυρίσουμε πίσω.
Ο μαραγκός είσαι εσύ.
Κάθε μέρα καρφώνεις ένα καρφί, βάζεις ένα σανίδι και σηκώνεις έναν τοίχο. Η ζωή είναι " κάντο μόνος σου"  σχέδιο. Οι στάσεις και οι επιλογές σου που κάνεις σήμερα, χτίζουν το σπίτι που θα ζήσεις αύριο.
Γι' αυτό λοιπόν: Χτίζε με σοφία.

Ο Προφήτης Ηλίας στην εποχή του και στα έσχατα

Ο Προφήτης Ηλίας στην εποχή του και στα έσχατα
«Ως εδοξάσθης, Ηλία, εν τοις θαυμασίοις σου. και τις όμοιός σοι καυχάσθαι; ο εγείρας νεκρόν εκ θανάτου και εξ άδου εν λόγω Υψίστου. ο καταγαγών βασιλείς εις απώλειαν και δεδοξασμένους από κλίνης αυτών. ο ακούων εν Σινά ελεγμόν και εν Χωρήβ κρίματα εκδικήσεως. ο χρίων βασιλείς εις ανταπόδομα και προφήτας διαδόχους μετ’ αυτόν. ο αναληφθείς εν λαίλαπι πυρός εν άρματι ίππων πυρίνων. ο καταγραφείς εν ελεγμοίς εις καιρούς κοπάσαι οργήν προ θυμού, επιστρέψαι καρδίαν πατρός προς υιόν και καταστήσαι φυλάς Ιακώβ. Μακάριοι οι ιδόντες σε και οι εν αγαπήσει κεκοσμημένοι, και γαρ ημείς ζωή ζησόμεθα.»(Σ. Σειρ.48,11)
Ο προφήτης Ηλίας, ο μέγιστος των Προφητών.
 Για τον προφήτη Ηλία έχουν γραφεί στην Παλαιά Διαθήκη πολλές σελίδες, που όλες είναι μεστές πολλής και βαθειάς θεολογίας. Το Καρμήλιον όρος, πάνω στο οποίο ο Προφήτης προσέφερε κατά θαυμαστό τρόπο τη θυσία του, όταν από τον ουρανό κατήλθε φωτιά και  κατέκαψε τα σφάγια1το όρος Σινά, επί του οποίου είχε θεοπτεία ο μέγας Προφήτης2, και το όρος Θαβώρ, πάνω στο οποίο εμφανίσθηκε μαζί με τον Κύριό μας ο Προφήτης3, είναι οι τρεις μεγάλες κορυφές ορέων, που αναφέρονται στη δόξα τη δική του.
Ο προφήτης Ηλίας, αγαπητοί μου, είναι μία μεγάλη μορφή, μια πολύ μεγάλη μορφή της Παλαιάς Διαθήκης. Είναι ο μέγιστος των Προφητών είναι ανώτερος κι απ’ αυτόν τον προφήτη Ησαΐα τον μεγαλοφωνότατο. Και ενώ δεν έγραψε ο προφήτης Ηλίας ούτε μία λέξη, υπήρξε ο ίδιος μία μεγάλη προφητεία. Αυτό του το έργο, ο τρόπος με τον οποίο έζησε, ο τρόπος με τον οποίο έφυγε από την παρούσα ζωή αλλά και η εμφάνισή του στη Μεταμόρφωση του Χριστού δείχνουν ότι η μορφή αυτή είναι παμμέγιστη, είναι πελώρια!
 Ο διαχρονικός Προφήτης.
Ο προφήτης Ηλίας είναι παρών, τόσο στον χώρο της Παλαιάς Διαθήκης, όσο και στον χώρο της Καινής Διαθήκης.
Βέβαια ό,τι να πει κανείς και ό,τι να αναλύσει, πάντα θα μένει στην περιφέρεια των πραγμάτων, γιατί, όπως σας εξήγησα, είναι μία απύθμενη σε ανάλυση προσωπικότητα ο άγιος του Θεού Προφήτης. Θα μείνουμε μόνο σ’ ένα μικρό περιστατικό της ζωής του, αλλά πολύ χαρακτηριστικό. Μάλιστα το περιστατικό αυτό μας δίνει ταυτόχρονα και μια άλλη εικόνα, μας δίνει έναν τύπο των εσχάτων ημερών.
Η επικαιρότητα του βιβλίου της Αποκαλύψεως.
Όπως θα έχετε διαπιστώσει -πείτε από τα γεγονότα, πείτε από τον τρόπο που ζει ο κόσμος σήμερα, πείτε ότι πλησιάζουμε στα έσχατα, πείτε ό,τι θέλετε- στις μέρες μας το πολύ παραγνωρισμένο και παραγκωνισμένο και παραθεωρημένο βιβλίο της Αποκαλύψεως έρχεται στην επικαιρότητα, κι έτσι όλοι σήμερα ασχολούμαστε με το βιβλίο αυτό. Το δυστύχημα είναι ότι το Ορθόδοξο πλήρωμα είναι ανέτοιμο να προσεγγίσει το βιβλίο αυτό, επειδή ακριβώς δεν του είναι οικείο. και δεν του είναι οικείο επειδή για ολόκληρους αιώνες, ιδίως στην Ανατολή, επικράτησε μια παρεξηγημένη εντύπωση, ότι το βιβλίο αυτό είναι σφραγισμένο με επτά σφραγίδες, δηλαδή ακατανόητο, ότι το βιβλίο αυτό είναι γεμάτο από προφητείες, που… μην τις πιάνεις… και ότι αν πιάσει κανείς τις προφητείες αυτές, μοιραία θα πέσει σε αιρέσεις και σε λάθη. Υπήρχε αυτή η παρανόηση.
Όλα αυτά βεβαίως δεν είναι σωστά. μόνο μέχρις ενός βαθμού είναι σωστά. Ωστόσο όμως όλα αυτά αποτέλεσαν θα λέγαμε την αιτία για την οποία το Ορθόδοξο πλήρωμα δεν προσεγγίζει το βιβλίο αυτό του Θεού, το τελευταίο βιβλίο της Καινής Διαθήκης, το θεόπνευστο αυτό βιβλίο, το υπέροχο αυτό βιβλίο, το γεμάτο όχι μόνο από προφητείες αλλά και από πνεύμα παρηγορίας, και το οποίο υπάρχει για να ενισχύσει τον λαό του Θεού καθ’ όλη την πορεία της ζωής του πάνω στη γη αυτή, και προπαντός στα έσχατα.
Έτσι, αγαπητοί, επανέρχομαι στο θέμα μου, για να σας πω ότι οπωσδήποτε αυτά που θα ακούσετε θα δείτε ότι έχουν σχέση με τα έσχατα. Έσχατα λέγονται εκείνα τα οποία αφορούν στο τέλος της Ιστορίας, δηλαδή όταν πια πλησιάζει να έρθει για τελευταία φορά ο Χριστός. Θα δείτε λοιπόν ότι η ζωή του προφήτου Ηλιού δεν είναι παρά μια ζωή ενός αντιτύπου που δείχνει ένα πρωτότυπο στα έσχατα.

ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΟΜΙΛΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΟΤΙ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΡΟΣΚΟΛΛΩΜΕΘΑ ΕΙΣ ΤΑ ΒΙΩΤΙΚΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΥΡΚΑΪΑΣ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕΝ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΝ.

ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΟΜΙΛΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΟΤΙ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΡΟΣΚΟΛΛΩΜΕΘΑ ΕΙΣ ΤΑ ΒΙΩΤΙΚΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΥΡΚΑΪΑΣ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕΝ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΝ.




ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΟΜΙΛΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΟΤΙ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ
ΝΑ ΠΡΟΣΚΟΛΛΩΜΕΘΑ ΕΙΣ ΤΑ ΒΙΩΤΙΚΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ
ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΥΡΚΑΪΑΣ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕΝ
ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΝ.

1. Εγώ ενόμιζα, αγαπητοί, με το να σας κεντρίζω κάθε φορά και σφοδρότερα με τον λόγον μου, ότι θα σας φανώ εν­οχλητικός, διότι επιδεικνύω κάποιαν υπέρμετρο ελευθεριότητα εις τον λόγον, που δεν αρμόζει ακόμη ούτε εις ιδιότροπο, ούτε εις άνδρα που κατέχεται από παρόμοια ελαττώματα. Σεις όμως από τους ελέγχους παρεκινήθητε εις εύνοιαν απέναντί μου και εκάματε τα πλήγματα του λόγου προσάναμμα δια περισσότερο πόθον. Και τίποτε το παράδοξον! Διότι είσθε σοφοί εις τα πνευ­ματικά πράγματα. «Να ελέγχης σοφόν και θα σε αγαπήση», λέγει κάπου εις τα συγγράμματά του ο Σολομών1. Δια τούτο, αδελφοί, και τώρα έρχομαι στην ιδία προτροπήν θέλων να σας απομακρύνω, όσον ημπορώ, από τα δίκτυα του διαβόλου. Διότι, αγαπητοί, ο εχθρός της αληθείας καθημερινά διεξάγει πολύν και ποικίλο πόλεμο. Προσκομίζει δε, όπως ηξεύρετε, τας επιθυμίας μας με το να τας κάμνη βέλη εναντίον μας και με το να παίρνη δύναμιν από ημάς για να μας βλάπτη πάντοτε. Επειδή δηλαδή ο Δεσπότης εδέσμευσε με άλυτους νόμους τη μεγάλη δύναμιν εκείνου και δεν τον επέτρεψε δια μιας να ορμήση για να εξαφάνιση το γένος των ανθρώπων από τη γην, ο φθονερός λοιπόν μας κλέπτει την νίκη λόγω της μωρίας μας. Και όπως οι πονηροί και οι αρπακτικοί από τους ανθρώπους, που έχουν ως έργον και διάθεσιν να πλουτούν από τα ξέ­να, αλλά δεν έχουν τη δύναμιν, ώστε ελευθέρως να διαπράξουν την αρπαγή, συνηθίζουν να παραμονεύουν εις τους δρόμους· και εάν ιδούν κάποιαν τοποθεσία πλησίον εκεί, που να έχη βαθείας χαράδρας ή να είναι κατάσκιος λόγω της πυκνότητας των φυτών, εις αυτήν κρυπτόμενοι και εμποδίζοντες με τέτοια προκαλύμματα τους οδοιπόρους να τους αντιληφθούν από μακρυά, ορμούν επάνω εις αυτούς δια μιας, ώστε να μη ημπορή κανείς προηγουμένως να ιδή την παγίδα του κινδύνου, προτού να πέση εις αυτήν, έτσι και αυτός που από ανέκαθεν είναι εχθρι­κός και πολέμιος μας τρέχει κάτω από τας σκιάς των κοσμικών τέρψεων, αι οποίαι εκ φύσεως είναι ικαναί να κρύψουν ληστή κοντά εις τον δρόμο της ζωής αυτής και να κάμουν να διαφυγή την προσοχή μας ο επίβουλος εχθρός.
Απ’ εδώ απρόοπτα αυτός διασπείρει κρυφίως τας παγίδας της καταστροφής μας. Πρέπει λοιπόν ημείς, εάν θέλουμε με ασφάλεια να βαδίσουμε τον προκείμενο δρόμο της ζωής και να παρουσιάσουμε εις τον Χρι­στόν την ψυχή και το σώμα μαζί ελεύθερα από την εντροπήν των τραυμάτων και να λάβουμε τα νικητήρια στεφάνια, να περιφέρουμε πάντοτε άγρυπνα τα μάτια της ψυχής μας παντού και να υποψιαζόμαστε όλα τα ευχάριστα και αμέσως να τα παρατρέχουμε και εις τίποτε να μη προσκολλούμε την προσ­οχή μας. Ούτε και αν ακόμη εφαινόταν να είναι εμπρός άφθονο χρυσάφι, έτοιμο να περιέλθη εις τα χέρια αυτών που θα ήθε­λαν («διότι ο πλούτος, λέγει, εάν αυξάνη, μη προσκολλάτε εις αυτό την καρδία σας»2), ούτε εάν η γη εβλάστανε κάθε ευχαρίστησιν και επαρουσίαζε πολυτελή σπίτια («διότι το πολίτευμα μας είναι εις τον ουρανό, απ’ όπου και περιμένουμε σωτήρα τον Χριστόν» 3). Ούτε εάν χοροί και διασκεδάσεις και μεθύσια και τραπέζια με συνοδεία μουσικής («διότι ματαιότης, λέγει, ματαιοτήτων, τα πάντα είναι ματαιότης» 4). Ούτε εάν επρότεινε σωματικά κάλλη, εις τα οποία κατοικούν πονηρές ψυχαί (διότι ο σοφός λέγει- «να αποφεύγης το πρόσωπο της γυναικός, όπως αποφεύγεις την όψη του φιδιού» 5). Ούτε εάν δυναστείαι και βασιλικά αξιώματα και πλήθη από δορυφόρους και κό­λακας, ούτε εάν υψηλός θρόνος και λαμπρός, που υπέταξε εις εκούσιο δουλεία λαούς και πόλεις («διότι κάθε σάρκα είναι όπως το χορτάρι και όλη η ομορφιά της είναι όπως το άνθος του χορταριού εξηράνθη το χορτάρι και έπεσε από επάνω του το άνθος» 6). Διότι εις όλα αυτά τα τόσον τερπνά κρύπτεται ο κοινός εχθρός, περιμένοντας μήπως τυχόν με το να δελεασθούμε από αυτά που βλέπουμε, ξεστρατίσουμε από τον ευθύν δρόμο και πέσουμε στην ενέδραν του. Και υπάρχει φόβος με­γάλος μη τυχόν, αφού προστρέξουμε εις αυτά χωρίς προφύλαξη και νομίσουμε ότι η τέρψη από την απόλαυσίν των δεν είναι τίποτε το βλαβερό, καταπιούμεν με την πρώτην γεύσιν το αγκίστρι του δόλου που είναι κρυμμένο εκεί και έπειτα, άλ­λοτε με τη θέλησίν μας και άλλοτε όχι με τη θέλησίν μας, προσδεθούμεν εις αυτά και χωρίς να το καταλάβουμε συρθούμε από τας ηδονάς εις το φοβερό σπήλαιο του ληστού, δηλαδή το θάνατο.
2. Ώστε είναι αναγκαίο και ωφέλιμο εις όλους, αδελφοί, αφού ανασκουμπωθούμε ωσάν οδοιπόροι ή δρομείς και επινοήσουμε από παντού το ελαφρό εις τας ψυχάς δια τον δρό­μο αυτόν, χωρίς καμμία απόκλισιν να σπεύσουμε προς το τέρμα του δρόμου. Και, παρακαλώ, ας μη με εκλάβη κανείς ότι πλάθω καινούργια ονόματα, διότι απεκάλεσα τώρα οδόν την ανθρωπίνη ζωήν, διότι και ο προφήτης Δαβίδ έτσι ωνόμασε τον βίον, με το να λέγη άλλοτε μεν «μακάριοι είναι εκείνοι, των οποίων η οδός είναι άμωμος, οι οποίοι περιπατούν κατά τον νόμο του Κυρίου»7, άλλοτε δε με το να βοά προς τον Κύριό τού «απομάκρυνε από εμέ την οδόν της αδικίας και χά­ρισε μου τον νόμο σου»8. Άλλοτε δε εξυμνών την ταχείαν βοήθεια του Θεού υπέρ αυτού και κατά των εχθρών του, και ψάλλων ηδονικά με τη λύραν έλεγε· «Και ποίος είναι Θεός πλή του Θεού μας; Ο Θεός ο οποίος με περιζώνει με δύναμιν και καθιστά την οδόν μου άμωμον» 9, ευλόγως νομίζων ότι έτσι πρέ­πει να αποκαλήται εις όλα τα μέρη της γης η ζωή των ανθρώ­πων, είτε αυτή θαυμάζεται είτε είναι κακή. Διότι όπως αυτοί που διανύουν κάποιο σύντομο δρόμο, παίρνουν και αφή­νουν δρόμο, κινούντες προς εμπρός τα πέλματα των ποδιών, που αμιλλώνται μεταξύ τους, και φέροντες δεύτερο το πέλμα που πάντοτε πρώτον στηρίζεται στη γην μέσω της ταχείας μετακινήσεως του άλλου, ευκόλως προχωρούν προς το τέρ­μα του δρόμου, έτσι και αυτοί, οι οποίοι ήλθαν στη ζωήν από τον κτίστην ευθύς από την αρχή του χρόνου βαδίζον­τες τμηματικά και αφήνοντες πάντοτε το πρώτον διάστημα δεύτερο, φθάνουν εις το τέρμα της ζωής.
Ή μήπως και σεις δεν νομίζετε ότι η παρούσα ζωή έχει απλωθή ως κάποιος συν­εχής δρόμος και πορεία που έχει κατανεμηθή ωσάν εις στα­θμούς, εις τας ηλικίας; Αυτή δίδει εις τον καθένα ως αρχή μεν της οδοιπορίας τας μητρικές ωδίνας, υποδεικνύει δε ως τέρμα του δρόμου τη διαμονή των τάφων, και οδηγεί προς αυτήν όλους· άλλους μεν γρηγορώτερα, άλλους δε βραδύτε­ρα και άλλους μεν αφού διήλθαν όλας τας ηλικίας της ζωής, άλλους δε χωρίς καν να έχουν αυλισθή εις τα πρώτα στάδια του βίου. Και τους μεν άλλους δρόμους, όσοι οδηγούν από πόλεως εις πόλιν, είναι δυνατό να τους αποφύγη και να μη τους βαδίση, αυτός που δεν θέλει· η οδός όμως αυτή, και αν ημείς θελήσουμε να αναβάλλουμε την πορεία, αφού μέσω της βίας περιαδράξη, τους σύρει αυτούς που έχει στην εξουσία της, εις το τέλος που έχει ταχθή από τον Δεσπότην. Και δεν είναι δυνατόν, αγαπητοί, αυτός, που μιας και εδρασκέλισε την πύλη που ο­δηγεί εις αυτήν εδώ την ζωήν και εβάδισε την οδόν αυτήν, να μη έλθη και προς το τέλος της. Ο καθένας από ημάς από τη στιγμήν που θα ξεγλιστρήση από τους μητρικούς κόλπους, αμέσως αφού προσδεθή στη ροή του χρόνου σύρεται προς τα κάτω. Κατόπιν πάντοτε, αφήνων την ημέραν που έζησε, δεν ημπορεί, και αν ακόμη το θέλη, να επανέλθη ποτέ στην χθεσινή ημέραν.
Ημείς όμως χαιρόμαστε, οδηγούμενοι προς τα εμπρός και αλλάσσοντες τας ηλικίας· χαιρόμαστε ωσάν να αποκτούμεν κάτι και θεωρούμε μακάριο πράγμα, όταν κάποιος από παιδί γίνη άνδρας και από άνδρας γέρος. Άρα αγνοούμε ότι κάθε φορά χάνουμε τόσον χρόνο από την ζωήν, όσον εζήσαμε και δεν αισθανόμαστε ότι χάνεται ο χρόνος, μολονό­τι πάντοτε τον μετρούμε από αυτόν που επέρασε και έφυγεν. Ούτε σκεπτόμαστε, είναι άλλωστε αβέβαιο, πόσον χρόνο εις τον δρόμο θα θελήση να μας παραχώρηση προς οδοιπορία αυτός που μας απέστειλε, και πότε θα ανοίξη τας πύλας της εισόδου εις τον καθένα από τους δρομείς και ότι πρέπει να ετοιμαζόμαστε καθημερινά για την αποδημία μας απ’ εδώ και να περιμένουμε το νεύμα του Δεσπότου με ορθάνοικτα τα μά­τια. Διότι «ας είναι, λέγει, η μέση σας ζωσμένη καλά και τα λυχνάρια αναμμένα και σεις όμοιοι με ανθρώπους, οι οποίοι περιμένουν τον Κύριό τους πότε θα επιστρέψη από τους γά­μους, για να τον ανοίξουν αμέσως, όταν έλθη και κρούν τη θύραν» 10.
3. Ούτε θέλουμε να εξετάζουμε με ακρίβεια, ποία φορτία μας είναι ελαφρά δια τον δρόμο αυτόν και ημπορούν να μετα­κινούνται μαζί μ' αυτούς που τα έχουν συλλέξει και τα οποία καθιστούν εκεί δι’ ημάς ευχάριστο τον βίον και τα οποία γί­νονται κτήμα αυτών που τα απέκτησαν. Ούτε είναι βαρέα και δύσκολα και ασήκωτα από τη γην και που από την φύσιν των δεν οικειώνονται από τους ανθρώπους δια μιας, ούτε επι­τρέπουν αυτούς που τα έχουν να βαδίσουν μέσω της στενής εκείνης πύλης. Αλλ' όσα μεν έπρεπε να συλλέγουμε, τα έχουμε αφήσει˙ αυτά δε που αρμόζει να περιφρονούμε, αυτά μαζεύουμε. Και αυτά μεν που ημπορούν να ενωθούν με ημάς και να γίνουν πράγμα ταιριαστό στολίδι της ψυχής και του σώματος, αυτά δεν τα προσέχουμε. Αυτά δε που παραμένουν αιωνίως ξένα και που μόνο εντροπήν μας προσάπτουν, αυτά προσπαθούμε να συγκεντρώνουμε, μοχθούντες εις τα χαμένα και κοπιάζοντες, όπως εάν κάποιος, εξαπατών τον εαυτόν του, θα ήθελε να αδειάζη εις τρυπημένο πιθάρι. Διότι αυτό νομίζω ότι το γνωρίζουν ακόμη και όλα τα μικρά παιδιά, ότι δηλαδή τίποτε από τα τερπνά του βίου, για τα οποία οι περισσότεροι έχουν ξετρελλαθή, είναι πράγμα ιδικό μας, ή εκ φύσεως γί­νεται.
Αλλ εξ ίσου φαίνονται ότι είναι ξένα όλων και αυτών που νομίζουν ότι τα απολαμβάνουν και αυτών που ούτε καν τα εγγίζουν. Διότι ούτε, εάν μερικοί συγκεντρώσουν άφθονο χρυσόν στη ζωήν τους, παραμένει διαρκώς κτήμα τους. Αλλά, ή ενώ ζουν ακόμη και τον περισφίγγουν από παντού δρα­πετεύει, με το να περιέλθη εις τους πιο ισχυρούς, ή τους εγ­καταλείπει πλέον αφού φθάσουν εις το θάνατο και δεν θέλει να συνεκδημήση μαζί με τους κατόχους του. Αλλ' οι μεν συρό­μενοι προς τον αναπότρεπτο δρόμο από αυτό που μέσω της βίας χωρίζει τας ψυχάς από την ταλαίπωρο αυτήν σάρκα, με το να στρέφωνται διαρκώς προς τα χρήματα, Θρηνούν τους ιδρώτας που έχυσαν δί αυτά από τα νειάτα τους, ο δε πλού­τος περιέρχεται εις τα χέρια άλλων, αφού αφήση εις εκείνους μόνο, τον κόπο για τη συλλογήν του και το έγκλημα της αρπαγής. Ούτε εάν κάποιος αποκτήση επάνω στη γην ά­πειρα στρέμματα και μεγαλοπρεπή σπίτια και κοπάδια από διάφορα ζώα, και περιβληθή όλας τας εξουσίας που υπάρχουν εις τους ανθρώπους, απολαμβάνει αυτά αιωνίως. Αφού δε δι ολίγον γίνη ονομαστός με αυτά, εις άλλους πάλιν θα μετά­θεση την ευπορία, όταν ο ίδιος χωθή κάτω από ολίγον χώμα. Πολλάς δε φοράς και μάλιστα προτού πεθάνη και φύγη από εδώ, θα ιδή τον πλούτον να μεταβαίνη εις άλλους και ίσως εις εχθρούς. Ή δεν ηξεύρουμε πόσα μεν χωράφια, πόσα δε σπίτια και πόσα έθνη και πολιτείαι δεν επήραν τα ονόματα άλλων κυρίων, ενώ εζούσαν ακόμη αυτοί που τα κατείχαν; Και ότι αυτοί μεν που άλλοτε υπήρξαν δούλοι ανέβησαν εις τον θρό­νο της εξουσίας, αυτοί δε που ωνομάζοντο κύριοι και δεσπό­ται ηρκέσθηκαν να σταθούν μεταξύ των υπηκόων και έσκυψαν το κεφάλι των εις τους δούλους τους, όταν τα πράγματα άλ­λαξαν δι’ αυτούς ξαφνικά, όπως αντιστρέφονται τα ζάρια;
4. Αλλ' αυτά που έχουμε επινοήσει ημείς δια βρώσιν και πόσιν και όλα όσα έξω από την ανάγκη ο πλούτος με τρόπο υβριστικό εμηχανεύθηκε για την ικανοποίησιν της ακο­λάστου κοιλίας, που δεν βαστάζει τίποτε, πότε θα ημπορούσαν να γίνουν ιδικά μας, έστω και αν συνεχώς μας κατακλύζουν; Δι’ αυτά βεβαίως που με τη γεύσιν αφήνουν κάποιαν μικρά ηδονή, όταν τα τρώγουμε, δυσανασχετούμε αμέσως, ωσάν να είναι ενοχλητικά και περιττά και με βιασύνη τα αποβάλλουμε, με την ιδέαν ότι εάν βραδύνουν μέσα εις τα σπλάγχνα, η ζωή μας θα διατρέξη τον έσχατο κίνδυνο. Εις πολλούς λοιπόν ο κόρος προκαλεί το θάνατο και γίνεται αιτία, ώστε τίποτε πλέον να μη απολαμβάνουν. Τα ακόλαστα δε κρεββάτια και αι βέβηλοι ερωτικαί περιπτύξεις και όλα όσα είναι έργα μανιώδους και παράφρονος ψυχής δεν είναι καθ' ολοκληρία ολοφάνερη ζημία της φύσεως; Δεν είναι προφανής βλάβη και μά­λιστα αποξένωση και μείωση πράγμα από τα ίδια πράγματα του καθενός, έφ' όσον το σώμα βλάπτεται με τας ερωτικές μίξεις και αποστερείται και από τη γνησιώτατη ουσία που συγκρατεί τα μέλη; γι’ αυτό λοιπόν, ο καθένας από αυτούς που έχει κυλισθή εις τα ακόλαστα κρεββάτια της ηδο­νής, αμέσως ύστερα από την πράξιν, ο μεν οίστρος της σάρκας θα έχη κοπάσει, ο δε νους θα έχη φθάσει εις το σιχαμερό τέλος αυτών που επεχείρησε, μόλις συνέλθη, ωσάν από κάποιαν μέθην ή ταραχή, και συλλογισθή που τέλος πάντων ευρίσκεται, δοκι­μάζει σφοδρά μετάνοιαν για την ακράτεια. Διότι αισθάνε­ται το σώμα του αποχαυνωμένο και νωθρό για να επιτελέση την εργασία για τας ανάγκας του και γενικά ασθενικό. Οι γυμναστές λοιπόν, επειδή το κατενόησαν αυτό, ανέγραψαν εις τας παλαίστρας τον νόμο της εγκράτειας, ο οποίος χάριν των νέων φυλάσσει άθικτα τα σώματα από τας ηδονάς και δεν επιτρέπει εις αυτούς που αγωνίζονται ούτε καν να κυττάξουν μορφάς που λάμπουν, εάν βέβαια θα ήθελαν να φορέσουν στεφάνι στο κεφάλι διότι η ακράτεια προκαλεί γέλιο κατά τον αγώνα και όχι στεφάνι.
5. Αυτά μεν σαν να είναι παντελώς ξένα και περιττά, και πράγματα που δεν ημπορούν να γίνουν απόκτημα κα­νενός, καλό είναι να τα προσπερνούμε με κλειστά τα μάτια. Δι αυτά δε που είναι πράγμα ιδικά μας πρέπει να επιδεικνύουμε μεγάλη φροντίδα. Αλλά τι είναι πράγμα ιδικό μας; Και η ψυχή, με την οποία ζούμε, είναι κάτι τι το λεπτό και νοερό και δεν χρειάζεται τίποτε από αυτά που έχουν βάρος, και το σώμα που της έχει δοθή από τον κτίστην, ως όχημα δια τον βίον. Διότι τούτο είναι ο άνθρωπος· νους ενδεδυμένος με κατάλληλη και ταιριαστή σάρκα. Αυτός από τον πάνσοφο τεχνίτη των όλων διαπλάσσεται εις τους μητρικούς κόλπους. Αυτόν φέρει εις το φως από τους σκοτεινούς εκείνους θαλάμους ο καιρός του τοκετού. Αυτός έχει ταχθή να κυβέρνα τα επίγεια. Δι’ αυτόν η κτίση έχει απλωθή ως γυμναστήριο της αρετής, εις αυτόν υπάρχει νόμος να ομοιάση όσον το δυνατό τον πλάστην και να σκιαγραφή επάνω στη γην την ουράνιο ευταξία. Αυτός, όταν καλήται, σηκώνεται και απέρχεται απ’ εδώ. Αυτός παρουσιάζεται εμπρός εις το βήμα του Θεού, που τον απέστειλε. Αυτός κρίνεται. Αυτός δέχεται την ανταπόδοσιν δι’ αυτά, που έπραξε εδώ.
Θα ημπορούσε κανείς να εύρη ότι και αι αρεταί γίνονται κτήματά μας, όταν με επιμέλεια συνυφανθούν με την φύσιν. Και ούτε καν θέλουν να μας εγκαταλείψουν, ενώ μοχθούμε εδώ στη γην εκτός εάν εκου­σίως μέσω της βίας τας απομακρύνουμε με την εισαγωγή των κακών. Και όταν επειγόμαστε να φύγουμε προς την άλλη ζωήν, προτρέχουν και συντάσσουν με τους αγγέλους αυτόν που τας απέκτησε, και λάμπουν αιωνίως κάτω από τα βλέμ­ματα του δημιουργού. Ο πλούτος και η εξουσία και η υπερηφά­νεια και η τρυφή και όλος αυτός ο παρόμοιος θόρυβος, που εξ αιτίας της μωρίας μας καθημερινά αυξάνεται, ούτε προχωρεί μαζί μας εις τον βίον, ούτε φεύγει μαζί με μερικούς. Αλλά αυτό, που έχει ειπωθή παλαιά από τον δίκαιο, έχει ορισθή και ισχύει δια κάθε άνθρωπον «Γυμνός εβγήκα από την κοιλία της μητέρας μου, και γυμνός θα απέλθω» 11.
6. Αυτός λοιπόν πού σκέπτεται άριστα, θα φροντίση πά­ρα πολύ την ψυχή και αυτήν θα προσπαθήση με όλα τα μέσα να διατηρή καθαρά και γνησία, για τη σάρκα δε, όταν λυώνη από την πείναν ή παλαίη με το ψύχος και την ζέστην ή πονή εξ αιτίας των ασθενειών ή από κάποιους υφίσταται κάτι τι το βίαιο, ολίγον θα ομιλήση, ξεφωνίζοντας δια το καθένα από τα δυσχερή και λέγοντας τον λόγον του Παύλου· «αν και ο εξωτερικός μας άνθρωπος φθείρεται, ο εσωτερικός όμως ανακαινίζεται ημέραν με την ημέραν»12. Και ούτε, όταν βλέπη τους κινδύνους να προβάλλουν στη ζωήν, θα φανή δει­λός, αλλά θα ειπή εις τον εαυτόν του θαρραλέα˙ «γνωρίζουμε καλά ότι, εάν το επίγειο σπίτι μας, δηλαδή το σώμα μας, καταργηθή, έχουμε οικοδόμημα από τον Θεόν, σπίτι, κτισμένο όχι με χέρια, αιώνιο και ουράνιον» 13. Εάν όμως κάποτε θα ήθελε να ενδιαφέρεται και δια το σώμα, διότι είναι το μόνο αναγκαίο στην ψυχή κτήμα και συνεργάζεται μαζί της στην επίγειο ζωήν, ολίγον θα φροντίση για τας ανάγκας του. Ώστε και αυτό μόνο να συγκρατή και με μετρία φρον­τίδα να το διατηρή γερό για την υπηρεσία της ψυχής, αλλά να μη του επιτρέπη να σκιρτά από τον κόρο. Εάν δε κάποτε το ιδή να φλέγεται από τας επιθυμίας του περισσοτέρου και ανωφελούς, θα κραυγάση προς αυτό, νομοθετών εκείνο του Παύλου˙ «τίποτε δεν εφέραμεν εις τον κόσμο αυτόν και είναι φανερό ότι δεν ημπορούμε ούτε να πάρουμε τίποτε μαζί μας. Εάν δε έχουμε τροφάς και σκεπάσματα, να είμεθα ευχαριστη­μένοι με αυτά» 14.
Διότι με το να του επαναλαμβάνη και βοά συνεχώς αυτά, και θα το κάμη υπάκουον και ελαφρό πάντοτε προς την ουράνιο οδοιπορία και πολύ περισσότερο εις τα παρόντα θα απόκτηση συνεργάτην. Εάν δε λόγω ευρωστίας του επιτρέψη να αυθαδιάζη και να είναι καθημερινά χορτάτον από όλα, ωσάν κάποιο ανήμερο θηρίον, ύστερα, αφού συμπαρασυρθή με τα ορμητικά του τραβήγματα προς τη γην, θα κοίτεται και θα αναστενάζη ανώφελα. Και όταν οδηγηθή εις τον Κύριο και του απαιτηθή ο καρπός της επιγείου πορείας, που εις αυτόν είχεν επιτραπή, τότε θα θρηνήση για πολύ, διότι δεν θα έχη να δώση. Και θα κατοικήση εις αιώνιο σκοτάδι, κατηγορώντας τον εαυτόν του για την τρυφή και την από αυτή πλάνη, εξ αιτίας της οποίας του αφηρέθη ο καιρός της σωτηρίας. Τίποτε όμως πλέον δεν θα κερδίση από τα δάκρυα. Διότι «εις τον άδην ποιος θα σου εξομολογηθή;» 15, λέγει ο Δα­βίδ.
7. Ας προφυλαχθούμε λοιπόν, όσον ημπορούμε πιο γρήγορα· ας μη συνθλίψουμε τους εαυτούς μας με τη θέλησίν μας. Εάν δε κάποιος κάποτε με το να δελεασθή, επεσώρευσε εις τον εαυτόν του σκόνη αδίκου πλούτου και με τας φροντίδας δι αυτόν εφυλάκισε τον νουν, ή προσήψεν στην φύσιν του βδέλυγμα ακολασίας, που δύσκολα ξεπλένεται, ή εγέμισε τον εαυτόν του με άλλα εγκλήματα, αυτός, όσον ακό­μη είναι καιρός, προτού φθάση στην τελεία καταστροφή, ας αποβάλη τα περισσότερα από τα φορτία. Και προτού το σκάφος καταποντισθή, ας απορρίψη τα εμπορεύματα, που δεν τα εμάζευσε, όπως έπρεπε, και ας ομοιάση τους ναυ­τικούς. Διότι εκείνοι, και εάν ακόμη συμβή να φέρουν εις το πλοίον κάτι από τα αναγκαία, ξεσηκωθή δε φορτούνα στη θάλασσαν και απειλήση να σκεπάση το πλοίον, που πιέ­ζεται από το φορτίον, όσον ημπορούν πιο γρήγορα, αποσκευάζουν το πολύ βάρος και χωρίς λύπη αδειάζουν στη θάλασ­σαν τα εμπορεύματα, για να κάμουν το πλοίον να επιπλεύση εις τα κύματα και να σώσουν, εάν βέβαια είναι δυνατό, μόνο τας ψυχάς και τα σώματα από τον κίνδυνο. Πολύ δε περισσότερο από εκείνους, ημείς αυτά πρέπει και να τα σκεπτόμαστε και να τα πράττουμε. Διότι εκείνοι ό,τι απορρίπτουν το χάνουν αμέσως, και εις το εξής τους περιβάλλει η ανάγκη της πτώχειας. Ημείς όμως εφόσον αδειάσουμε το πονηρό φορτίον, θα επισωρεύσουμε περισσότερο και καλύτερο πλούτον εις τας ψυχάς. Διότι η πορνεία και τα παρόμοια χάνονται, αφού αποβληθούν, και είναι ωσάν να μη έγιναν, αφού με τα δάκρυα λυθούν, εις το εξής η αγιότης και η δικαιοσύνη που είναι πράγματα ελαφρά και δεν γνωρίζουν τον καταποντισμό εις τα κύματα καταλαμβάνουν τον χώρο εκείνων˙ τα χρήματα όμως, όταν καλώς αποβληθούν, δεν χάνονται δι’ αυτούς που τα απέβαλαν και τα απέρριψαν. Αλλά αφού μεταφερθούν ωσάν εις κάποια άλλα πλοία πιο ασφαλή, τας κοιλίας των πτωχών, διασώζονται και φθάνουν εις τα λιμάνια και φυλάσσονται ως κόσμημα και όχι ως κίνδυνος δι’ αυτούς που τα απορρίπτουν.
8. Ας σκεφθούμε λοιπόν, αγαπητοί, για τους εαυτούς μας κάτι το φιλάνθρωπο. Και εάν γενικά θέλουμε το βάρος της ευπορίας να το κάμουμε κέρδος μας, ας το διαμοιράσουμε εις πολλούς, οι οποίοι και θα το βαστάξουν με πολλή χαρά και θα το εναποθηκεύσουν εις απαραβίαστα ταμεία, τους κόλ­πους του Δεσπότου, «όπου ο σκόρος δεν καταστρέφει, ούτε οι κλέπται κάμνουν διάρρηξιν, ούτε κλέπτουν» Ι6. Ας επιτρέψουμε εις τον πλούτον που θέλει, να ξεχειλίση προς αυτούς που τον έχουν ανάγκη. Ας μη περιφρονήσουμε τους Λαζά­ρους17 που ακόμη και τώρα κοίτονται εμπρός εις τα μάτια μας. Μήτε να στερήσουμε αυτούς από τα ψίχουλα της τραπέζης μας, τα οποία αρκούν να τους χορτάσουν. Μήτε να μιμηθούμε εκείνο τον άγριο πλούσιο, για να μη πορευθούμε στην ιδία με εκείνο φλόγα της κολάσεως. Διότι τότε θα παρακαλέσουμε πολύ τον Αβραάμ, πολύ δε τον καθένα από αυτούς που έζησαν καλώς, αλλά κανένα κέρδος δεν θα προέλθη δι ημάς από την κραυγήν. Διότι «εάν ο αδελφός δεν ημπορή να σώση, θα λυτρώση άλλος άνθρωπος;» 18.
Ο καθένας από εκείνους θα μας ειπή κραυγάζων μη ζητάς φιλανθρωπία την οποία ο ίδιος ηγνόησες δι’ άλλους. Μη επιθυμής να λάβης τόσον μεγάλα πράγματα, ενώ εσύ ελυπήθης τα πολύ μικρά. Να απολαμβάνης αυτά που εμάζευσες εις τον βίον σου. Χύνε δάκρυα τώρα, διότι τότε που έβλεπες τον αδελφόν σου να δακρύζη δεν τον ελέ­ησες. Αυτά θα μας ειπούν, και με το δίκαιο τους. Εγώ δε φοβούμαι μήπως μας επιτεθούν και με πικρότερα λόγια από αυτά, διότι ξεπερνούμε, όπως ηξεύρετε, εκείνο τον πλούσιο στην κακία. Εμείς δηλαδή δεν περιφρονούμε απλώς τους αδελφούς μας που είναι κατάκοιτοι, επειδή λυπούμεθα τον πλούτον, ούτε κλείουμε τα αυτιά εις τας παρακλήσεις των πτωχών, επειδή φυλάσσουμε την ευπορία μας για τα παιδιά μας ή για τους άλλους συγγενείς μας, αλλά δαπανούμε τα χρήματα εις τα φαύλα και εμφανιζόμαστε γενναιόδωροι εις τους επιτηδείους και εκμεταλλευτάς.
Διότι πόσαι και πόσοι τέτοιοι περικυ­κλώνουν το τραπέζι μερικών πλουσίων; Άλλοι μεν με το να θέλγουν αυτόν που προσφέρει το γεύμα με αισχρά λόγια, άλλοι δε με το να του ανάπτουν την φλόγα της ακολασίας με άτοπα βλέμματα και σχήματα και άλλοι με το να θέλουν με τα μεταξύ των σκωπτικά πειράγματα να προκαλούν το γέλιο εις αυτόν που τους επροσκάλεσε, και άλλοι με το να ξεγελούν με ψεύ­τικους επαίνους. Και έτσι δεν κερδίζουν μόνο το καλό φαγοπότι, αλλά και τα χέρια κρατούν γεμάτα από πολυτελή δώρα και μαθαίνουν από ημάς ότι περισσότερο από τας αρετάς τους ωφελεί να ασκούν και να πράττουν αυτά. Εάν δε έλθη εις ημάς κάποιος πτωχός, που μόλις και μετά βίας ομιλεί από την πείναν, αποστρεφόμαστε τον όμοιο με ημάς κατά την φύσιν, σιχαινόμαστε, γρήγορα προσπερνούμε, ωσάν να φοβούμεθα μήπως, με το να βαδίσουμε σιγά, λάβουμε και ημείς μέρος στην ιδία τη δυστυχία. Και εάν μεν σκύψη το κεφάλι του προς τη γην, εντρεπόμενος για τη συμφορά, τον λέγουμε υποκριτήν, εάν δε με θάρρος μας ατενίση εξ αιτίας του πικρού κεν­τρίσματος της πείνης, τον αποκαλούμε πάλιν αναιδή και βί­αιο. Και εάν μεν συμβή να φορή καλά ενδύματα που κάποιος του τα έχει δώσει, τον απομακρύνουμε ως άπληστον και εξοκιζόμαστε ότι αυτός προσποιείται τον πτωχόν. Εάν δε φορή ράκη που έχουν λυώσει, πάλιν τον απομακρύνουμε ως βρώμικον. Και εκείνος δεν ημπορεί να λυγίση την ανελεή διάθεσίν μας ούτε όταν ανακατώνη εις τας παρακλήσεις του το όνομα του πλάστου, ούτε όταν συνεχώς μας εύχεται να μη περιπέσουμε εις τέτοια βάσανα. Γι’ αυτό υποψιάζομαι ότι θα είναι βαρύτερα η φωτιά της κολάσεως δι’ ημάς παρά δι’ εκείνο τον πλούσιο 19.
Εάν λοιπόν ο καιρός το επέτρεπε και υπήρχεν αρκετή δύναμις, θα σας διηγούμην ολόκληρο την ιστορία που αφορά εις εκείνο, όπως την παρουσιάζει η Γραφή. Τώρα όμως είναι ώρα να σας αφήσω, διότι έχετε κουρασθή. Σεις δε οι ίδιοι, εάν ημείς έχουμε παραλείψει κάτι από αδυναμία της διανοίας και της γλώσσης συνάμα, αφού το αναπλάσσετε εις τον νουν σας, προσφέρατε το ωσάν κάποιο φάρμακον εις τα τραύματα των ψυχών. Διότι και η Γραφή λέγει· «δώσε αφορ­μήν εις τον σοφόν και θα γίνη σοφώτερος» 20. «Και ο Θεός ημ­πορεί να σας χορήγηση κάθε δώρο με αφθονία, ώστε να έχε­τε πάντοτε αυτάρκεια εις όλα και να δίδετε με αφθονία εις κάθε καλό έργον» 21.
9. Αλλά μολονότι ο λόγος πλέον, όπως βλέπετε, έχει φθάσει προς το τέλος, μερικοί από τους αδελφούς μας επαναφέ­ρουν πάλιν εις τον δρόμο της συμβολής, με το να μας προτρέ­πουν να μη παρατρέξουμε αυτά που ο Δεσπότης εθαυματούργησε χθες, μήτε να αποσιωπήσουμε την νίκη, που ο Σωτήρ κατήγαγεν εναντίον της λύσσης του διαβόλου, και να δώσουμε εις σας αφορμήν δια υμνολογικά σκιρτήματα. Πάλιν λοιπόν, όπως γνωρίζετε, ο διάβολος εφανέρωσε τη μανία του εναν­τίον μας και αφού εξώπλισε τον εαυτόν του με την φλόγα της φωτιάς, επετέθη εναντίον των περιβόλων της Εκκλησίας. Και πάλιν η κοινή μας μητέρα ενίκησε και έστρεψε το σχέδιο κατά του εχθρού και αυτός δεν κατάφερε τίποτε άλλο από το να γνωστοποιήση την έχθραν του. Η χάρις αντεφύσηξε εις τας προσβολάς του εχθρού. Ο ναός έμεινεν άθικτος. Δεν κατώρθωσε η συμφορά που ο εχθρός επροκάλεσε να ανατίναξη την πέτραν, επάνω στην οποία ο Χριστός έκτισε τη μάνδραν του ποι­μνίου του22. Ετάχθη και τώρα με το μέρος μας αυτός που κάποτε έσβησε στην Βαβυλώνα το καμίνι23. Πόσον, νομίζετε, στε­νοχωρείται σήμερα ο διάβολος, διότι δεν εχάρηκεν όσον ήθελε από την επιχείρησιν; Διότι ο εχθρός άναψε φωτιάν γειτονική στην εκκλησία, για να καταστρέψη την ευημερία μας. Και από παντού η φλόγα εζωήρεψε με τα ορμητικά φυσήμα­τά της και εξηπλώνετο εις τα υλικά που υπόκεινται εις αυτήν και κατέτρωγε τον γύρω αέρα και εβιάζετο να πλησίαση τον ναόν και να μας σύρη στη συμφορά. Ο Σωτήρ όμως έκαμεν ώστε να ξεχυθή εναντίον αυτού που την άναψε και επρόσταξε πάλιν να περιμαζεύση τη μανία του εις τον εαυτόν του. Και ο εχθρός ητοίμασε μεν το επίβουλο τόξον, εμποδίσθη όμως να αφήση το βέλος. Ή καλύτερα το άφησε μεν, αλλ' έγύρισε εις το κεφάλι του. Ο ίδιος απολαμβάνει τα πικρά εκείνα δάκρυα, που δι’ ημάς είχεν ετοιμάσει. Αλλ' ας κάμουμε, αδελφοί, βαρύτερο το τραύμα εις τον εχθρό ας μεγαλώσουμε το πένθος του. Το πως δε, εγώ μεν θα σας το ειπώ, σεις όμως πράξατέ το. Υπάρχουν μερικοί τους οποίους ο κτίστης τους άρπαξε από την εξουσία της φωτιάς και εις τους οποίους δεν απομένει καμμία αιτία για να ζήσουν του λοιπού, αφού εξέφυγαν τον κίνδυνο με μόνη την ψυχή και το σώμα. Ημείς λοιπόν, όσοι δεν εδοκιμάσαμε την πείραν των κακών, ας κάμουμε κοινή με εκείνους την ευπορία μας. Ας αγκαλιάσουμε τους αδελφούς μας, που μόλις και μετά δυσκολίας εσώθησαν και ο ένας ας ειπούμε προς τον άλλο «νεκρός ήταν και ανέζησε· ήταν χαμένος και ευρέθη» 24, και ας σκεπάσουμε το συγγενικό σώμα, εις τας επιβουλάς του εχθρού ας αντιτάξουμε την παρηγορία μας, ώστε και όταν εκείνος βλάπτη να μη νομίζη ότι έβλαψε πολύ και όταν πολεμή κανένα να μη βγάζη νικημένο και ενώ αρπάζει την περιουσία των αδελφών, είθε να νικηθή από την φιλοτιμία μας.
10. Σεις δε, αδελφοί, που έχετε διαφύγει τον κίνδυνο, ας μη λυπήσθε πολύ για τα κακά που έχουν συμβή. Μήτε να ταραχθήτε κατά τη διάνοιάν σας, αλλά να αποτινάξετε τον ζόφο της λύπης και να δυναμώσετε τας ψυχάς, κάμνοντες σκέψεις πιο γενναίας, και να κάμετε το συμβάν πρόφασιν δια στεφάνια. Διότι, εάν παραμείνετε ασάλευτοι, και θα φανήτε δοκι­μώτεροι κατά την πίστιν, με το να λάμψετε όπως το ευγενικό χρυσάφι από την φωτιάν, και την εντροπήν εις τον εχθρό θα αυξήσετε περισσότερο, διότι δεν ημπόρεσε με όσα επεβουλεύθηκε ούτε τα δάκρυα σας να νικήση. Υπενθυμήστε εις τους εαυτούς σας την καρτερία του Ιώβ. Να ειπήτε προς τους εαυτούς σας, αυτά που είπεν εκείνος· «Ο Κύριος έδωκεν, ο Κύριος αφήρεσε όπως εφάνη καλό εις τον Κύριο, έτσι και έγινε» 25. Και κανείς ας μη μεταπεισθή από αυτά που έπαθεν, ώστε να συλλογισθή και να είπή, ότι καμμία λοιπόν πρόνοια δεν κυβερνά τα ιδικά μας πράγματα. Ας μη κατηγορή την οικονομία και την κρίσιν του Δεσπότου. Αλλ' ας αποβλέπη προς τον αθλητήν εκείνο, και αυτόν ας κάμνη σύμβουλο προς το καλύτερο. Ας αναλο­γίζεται τους συνεχείς αγώνας εις τους οποίους εκείνος ηρίστευσε και ενώ εβλήθη με τόσα βέλη από τον διάβολο, δεν εδέχθη θανάσιμο κτύπημα. Του αφήρεσε δηλαδή την ευτυχία από τους ιδικούς του και εσκέφθη να τον παραχώση με τας διαδοχικές πληροφορίας των κακών. Διότι καθ' ην στιγμήν ο προη­γούμενος αγγελιαφόρος του εξήγγελλε την τόσον μεγάλη συμ­φορά, άλλος ήρχετο και του έφερε θλίψη δια χειρότερα πρά­γματα. Και τα κακά προσηρτώντο το ένα εις το άλλο, και αι συμφοραί εμιμούντο την επιδρομήν των κυμάτων και προτού να σταματήσουν τα πρώτα δάκρυα, έφθανεν η αιτία δι’ άλλα. Ο δίκαιος όμως έστεκεν ωσάν κάποια προβλήτα, με το να υπο­δέχεται τας προσβολάς της τρικυμίας, και με το να μεταβάλλη εις αφρό την ορμήν των κυμάτων, και άφηνε τον λόγον της ευγνωμοσύνης προς τον Δεσπότην «ο Κύριος έδωκεν, ο Κύ­ριος επήρεν όπως εφάνη καλό εις τον Κύριο, έτσι και έγινε». Και δεν έκλαυσε δια κανένα από τα συμβάντα. Όταν δε κά­ποιος ήλθε για να του αναγγείλη ότι, ενώ τα παιδιά και αι κόρες του έτρωγαν, ορμητικός άνεμος εκρήμνισε το σπίτι της χαράς, τότε μόνο εξέσχισε το ένδυμα για να δείξη τη συμπάθεια της συγγενείας και για να βεβαιώση μ' αυτά που έπραττεν ότι ήταν φιλόστοργος πατέρας. Αλλά και τότε, αφού έβαλε όριο και μέτρο εις τας λύπας και εκόσμησε το συμβάν με τους ευσεβείς εκείνους λόγους, έλεγεν «ο Κύριος έδωκεν, ο Κύ­ριος επήρεν όπως εφάνη καλό εις τον Κύριο, έτσι και έγινε». Τέτοια περίπου λέγων ωνομάσθην πατέρας, εφόσον χρόνο ήθελε αυτός που μου έκαμεν αυτό. Εσκέφθη πάλιν να μου αφαιρέση το στεφάνι του γεννήτορος· δεν τσακώνομαι δια αυτά που ανήκουν εις αυτόν. Ας υπερισχύση αυτό που ο Κύριος απεφάσισε. Αυτός είναι ο πλάστης του ανθρωπίνου γένους, εγώ είμαι όργανό του. Διατί πρέπει να δυσανασχετώ ανώφελα, ενώ είμαι δούλος, και να κατακρίνω απόφασιν, την οποία δεν ημπορώ να διαλευκάνω; Με τέτοια λόγια ο δίκαιος κατηκόντιζε τον διάβολο.
11. Επειδή όμως ο εχθρός τον είδε πάλιν να νικά και να μη ημπορή να σαλευθή με τίποτε από αυτά, εμηχανεύθηκε τη δοκιμασία της σαρκός. Αφού εμαστίγωσε το σώμα με ανείπωτους πληγάς το έκαμε να αναβλύζη πηγάς σκωλή­κων. Και αφού κατέβασε τον άνδρα από τα βασιλικά κα­θίσματα, τον εκάθισε στην κοπριάν. Αυτός δε μολονότι επροσβάλλετο με τέτοια βάσανα, παρέμεινεν ατάραχος. Και μολονότι το σώμα εσπαράσσετο, εφύλασσε άθικτο τον θη­σαυρό της ευσέβειας εις τα κρυπτά της ψυχής. Ο εχθρός λοι­πόν μη έχοντας τι να πράξη εις το εξής, ενθυμείται την πάλαιαν επιβουλήν. Αφού παρέσυρε τη διάνοιαν της γυναικός εις ασεβή και βλάσφημο απόφασιν, επροσπαθούσε με εκείνη να λυγίση τον αθλητήν. Και αυτή κουρασμένη από τον πολύ χρόνο παρουσιάσθη εις τον δίκαιο. Έσκυψε κάτω και έκρουσε τα χέρια δι’ αυτά που έβλεπε˙ τον εμάλωνε για τους καρπούς της ευσέβειας και απαριθμούσε άφ' ενός μεν την πάλαιαν α­φθονία των ιδικών των πραγμάτων και άφ ετέρου εδείκνυε τα τωρινά κακά και από ποία εις ποία ζωήν κατήντησε και ποιο μισθό έλαβεν από τον Δεσπότην για τας πολλάς θυ­σίας. Και συνεχώς έλεγε λόγια που είναι άξια της γυναικείας μικροψυχίας και που ημπορούσαν να συγκινήσουν κάθε άνδρα και να μεταβάλλουν ακόμη και γενναίον φρόνημα. Γυρίζω δηλαδή σαν αλήτισσα και υπηρέτρια˙ εγώ η βασίλισσα είμαι δούλη. Και είμαι αναγκασμένη να προσβλέπω εις τα χέρια των δού­λων μου και ενώ κάποτε έτρεφα πολλούς, τώρα ευχαρίστως ανατρέφομαι από τους ξένους. Και ότι θα ήταν καλό και χρή­σιμο αφού μεταχειρισθής ασεβή λόγια να βγάλης τον εαυτόν σου από τη γην με το να ακονίσης το ξίφος της οργής του πλαστού, παρά να μακραίνης δια τον εαυτόν σου και τη σύζυγόν σου τον κόπο εις τους αγώνας με το να υπομένης εις τα βάσανα. Αυτός δε αφού ελυπήθη τόσον πολύ με τα λόγια αυτά, όσον με κανένα από τα προηγούμενα κακά, και εγέμισε το βλέμμα του από θυμό και εστράφηκε προς τη γυναικά του, ωσάν εις εχθρό, τι λέγει; «Διατί ωμίλησες ως μία από τας ανό­ητους γυναίκας;»26. Άφησε, λέγει, ω γυναίκα, τη συμβουλή. Ως πότε με αυτά που λέγεις θα υβρίζης την κοινή ζωήν; Παρέστησες, όπως δεν ηυχόμην, και την ιδική μου διαγωγή ως ψευδή, και εσυκοφάντησες με όσα είπες και την ζωήν μου. Τώρα νομίζω ότι εξ ημισείας έχουμε ασεβήσει, διότι ο γάμος μας έκαμε και τους δύο ένα σώμα˙ εσύ όμως εβλασφήμησες. «Εάν τα καλά έχουμε λάβει από τα χέρια του Κυρίου, δεν θα υποφέρουμε τα κακά;» 27. Να ενθυμηθής τα αγαθά που είχες. Να ζυγίσης τα καλά με τα κακά. Κανενός από τους ανθρώπους ο βίος δεν είναι διαπαντός ευτυχής. Η παντοτινή ευτυχία είναι του Θεού. Εσύ όμως εάν θλίβεσαι για τα τωρινά, να παρηγο­ρήσης τον εαυτόν σου με τα περασμένα. Τώρα κλαίεις, αλλά προηγουμένως εγέλασες. Τώρα είσαι πτωχή, αλλά πρώτα ήσουν πλουσία. Έχεις πιή το ολοκάθαρο νάμα της ζωής· να υπομείνης, ενώ πίνεις το θολό τούτο. Ούτε τα νερά των ποταμών φαίνονται πάντοτε να είναι καθαρά. Ο βίος μας, όπως γνωρίζης, είναι ποτάμι, πού τρέχει συνεχώς και γεμίζει με διαδοχικά κύματα. Διότι το μεν ένα έχει κιόλας κυλήσει, το δε άλλο ακόμη τρέχει. Και άλλο μεν μόλις τώρα εξεπήδησε από τας πηγάς, άλλο δε πρόκειται. Και όλοι τρέχουμε προς την κοινή θάλασσαν του θανάτου. «Εάν τα καλά έχουμε δεχθή από τα χέρια του Κυρίου, δεν θα υποφέρουμε τα κακά»; Εξαναγκάζουμε τον κριτήν να μας χορηγή αιωνίως όμοια πράγματα; Διδάσκουμε τον Κύριο πως πρέπει να κυβέρνα την ζωήν μας; Αυτός εξουσιάζει τας αποφάσεις του. Όπως θέ­λει, διευθετεί τα ιδικά μας πράγματα. Είναι όμως σοφός και α­ποδίδει το ωφέλιμο εις τους δούλους.
12. Να μη περιεργάζεσαι την κρίσιν του Δεσπότου. Να αγαπάς μόνο αυτά που οικονομεί η σοφία του. Αυτό που θα σου δώση, αυτό να δέχεσαι με χαρά. Να φανής ότι δέχε­σαι τα δυσάρεστα, όπως εδέχεσο και τα ευχάριστα προη­γουμένως. Ο Ιώβ με το να λέγη αυτά απέκρουσε και αυτή την προσβολή του διαβόλου και του επέφερε τελεία την εντροπήν από την ήτταν. Τι λοιπόν συνέβη ύστερα από αυτά; Η αρρώστια έφυγε πάλιν από αυτόν, ωσάν να είχε συμβή τυχαίως και χωρίς να κατορθώση τίποτε πλέον. Η σάρκα ξανανθίζει στη δευτέραν νεότητα. Ο βίος άνθησε πάλιν με όλα τα αγαθά, και διπλάσιος συνέρρευσε από παντού ο πλούτος εις το σπίτι, για να έχη το μεν ένα, ως να μη το έχα­σε, το δε άλλο να υπάρξη εις τον δίκαιο, ως μισθός της καρτε­ρίας του. Διατί όμως έλαβεν εις το διπλάσιο τα άλογα και τα μουλάρια και τας καμήλας και τα πρόβατα και τα χωράφια και όλη την τρυφή της περιουσίας, ενώ ο αριθμός των παι­διών εβλάστησε ίσος με τα πεθαμένα; Διότι τα μεν άλογα ζώα και όλος ο πλούτος που φθείρεται, είχαν ολότελα απολεσθή. Τα παιδιά δε, μολονότι είχαν πεθάνει, εζούσαν κατά το πιο καλύτερο μέρος της φύσεως28. Επειδή λοιπόν ο Κύριος τον εκόσμησε πάλιν με άλλους υιούς και κόρας, και κατά τούτο είχε διπλό απόκτημα. Διότι άλλοι μεν παρίσταντο, προσφέροντες εις τους γονείς την εις τον βίον ευφροσύνη, άλλοι δε προπορευθέντες ανέμεναν τον γεννήτορα. Τότε όλοι θα περι­κυκλώσουν τον Ιώβ, όταν ο κριτής της ανθρώπινης ζωής θα συνάξη πάνδημο την Εκκλησία. Όταν η σάλπιγγα, η οποία εξαγγέλλει τον ερχομό του βασιλέως, θα απαιτήση την πα­ρακαταθήκη των σωμάτων, αφού ηχήση δυνατότερα επάνω εις τους τάφους. Τότε και αυτοί που τώρα φαίνονται να είναι νεκροί, πιο γρήγορα από τους ζωντανούς θα παρουσιασθούν εις τον δημιουργόν των όλων˙ γι’ αυτό, νομίζω, με το να του αποδώση εις το διπλάσιο τον όλο πλούτον, τον εδικαίωσε να αρκεσθή εις τα ισάριθμα παιδιά. Βλέπεις πόσα αγαθά συνεκέντρωσε ο δίκαιος Ιώβ δια τον εαυτόν του λόγω της υπομο­νής του;
Και συ λοιπόν, εάν κάποια δυσκολία σε επλησίασε από τη χθεσινή πυρκαιάν λόγω της επιβουλής των δαιμό­νων, να την υπομείνης και να καταπραύνης τη στενοχωρία από το βάσανο με τας καλυτέρας σκέψεις, και σύμφωνα με αυτό που έχει γραφή· «Ρίξε την φροντίδα σου εις τον Κύριο και αυτός θα σε θρέψη» 29. Εις αυτόν πρέπει η δόξα εις τους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
 
 
1. Παροιμ. 9, 8.
2. Ψαλμ. 61, 11.
3. Φιλιπ. 3, 20.
4. Εκκλησ. 1, 2.
5. Σοφ. Σειρ. 21, 2.
6. Ησ. 40, ο  7.
7. Ψαλμ. 118, 1.
8. Ψαλμ. 118, 29.
9. Ψαλμ. 17, 32- 33.
10. Λουκ. 12, 35  36.
11. Ιώβ 1, 21.
12. Β' Κορ. 4, 16.
13. Β' Κορ. 5, 1.
14. Α' Τιμ. 6, 7-8.
15. Ψαλμ. 6, 6.
16. Ματθ. 6, 20.
17. Λουκ. 16, 20.
18. Ψαλμ. 48, 8.
19. Λουκ. 16, 24.
20. Παροιμίες 9, 9.
21. Β' Κορ. 9, 8.
22. Ματθ. 16,  18.
23. Δαν. 3, 23.
24. Λουκ. 15, 24.
25. Ιώβ 1, 21.
26. Ιώβ 2, 10.
27. Ιώβ 2, 10.
28. Εννοεί την αθάνατο ψυχή.
29. Ψαλμ. 54, 23.


Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον    www.egolpion.com
5 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ  2011 


 

Κυριακή 29 Δεκεμβρίου 2013

ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΠΟΥ ΗΘΕΛΑΝ ΝΑ ΔΟΥΝ ΤΟΝ ΘΕΟ…

      


thiv56_09a.jpg
Θ.Ρηγινιώτη
Οι παρακάτω περιπτώσεις δείχνουν ότι ο Θεός εμφανίζεται μόνον όταν Τον αναζητάς με οδύνη, όταν η εύρεσή Του δεν είναι για σένα δευτερεύον ζήτημα, αλλά ζήτημα ζωής ή
θανάτου.
Η αναζήτηση του Θεού μπορεί να κρατήσει χρόνια και οπωσδήποτε συνοδεύεται από έντονους συνειδησιακούς σεισμούς. Είτε μου αρέσει είτε όχι, όταν γεμίζω τη ζωή μου με άλλες ανάγκες και ενδιαφέροντα, και απλώς
λέω (όταν το θυμηθώ), «αν ο Θεός θέλει να Τον πιστέψω, ας εμφανιστεί να Τον δω», ο Θεός ΔΕΝ εμφανίζεται. Ο λόγος είναι απλός: Εκείνος θέλει να Τον πιστέψω, εγώ όμως θέλω;
****
Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης (1866-1938). «Έζησε στη γη ένας άνθρωπος, άνδρας με άσβεστη πνευματική δίψα, που λεγόταν Συμεών.
Προσευχόταν για πολύν καιρό με ασταμάτητο θρήνο: «Ελέησόν με!». Αλλά δεν τον άκουγε ο Θεός.
Πέρασαν μήνες και μήνες με τέτοια προσευχή και οι δυνάμεις της ψυχής του εξαντλήθηκαν.
Έφθασε μέχρι την απόγνωση και φώναξε: «Είσαι αδυσώπητος!» (=αλύπητος). Και όταν με αυτές τις λέξεις ράγισε κάτι μέσα στη συντετριμμένη από την απόγνωση ψυχή του, είδε ξαφνικά τον ζώντα Χριστό. Πυρ γέμισε την καρδιά του και
όλο του το σώμα με τέτοια δύναμη, που, αν κρατούσε ακόμη μια στιγμή η όραση, θα πέθαινε.
Από τότε δεν μπορούσε πια να λησμονήσει το ανείπωτα πράο, το απέραντα αγαπητικό, το χαρούμενο και γεμάτο από υπερνοητή ειρήνη βλέμμα του Χριστού. Και στα επόμενα χρόνια της μακράς ζωής του μαρτυρούσε ακούραστα ότι
«ο Θεός αγάπη εστίν», αγάπη άπειρη, που ξεπερνά κάθε νου» (βλ. π. Σωφρονίου [Σαχάρωφ], Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας 2003). ****
Ο άγιος γέροντας Σωφρόνιος Σαχάρωφ (1896-1993), Ρώσος ζωγράφος στο Παρίσι, με οκταετή θητεία στον υπερβατικό διαλογισμό και μεταφυσικές εμπειρίες μέσω του διαλογισμού. Για χρόνια αντιμετώπισε πειρασμούς, όπως «αν υπάρχει Θεός, πώς είναι δυνατόν να μην είμαι εγώ ο Θεός;» και «γιατί ο Ιησούς να είναι ο Υιός του Θεού και όχι εγώ;». Εγκατέλειψε το μυστικισμό αυτού του είδους απογοητευμένος και, όταν ανακάλυψε την ορθοδοξία, ταξίδεψε στο Άγιο Όρος, όπου έγινε μοναχός.
Οι θεοπτικές εμπειρίες του (όραση του ακτίστου φωτός) ήταν κατακλυσμιαίες, πράγμα που τον στήριξε σε περιόδους επίπονων προσπαθειών να πλησιάσει το Θεό και οδυνηρής
μετάνοιας για την προηγούμενη απόρριψή Του. Από αυτές κατάλαβε ότι ο Θεός είναι ταπεινή αγάπη και ότι έρχεται όταν Εκείνος θέλει (όταν κάποιος πρόκειται αληθινά να ωφεληθεί), ενώ ο άνθρωπος είναι αδύνατο να προκαλέσει την
εμφάνισή Του με κάποια «μέθοδο» (βλ. π. Σωφρονίου, Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί [=Θα δούμε το Θεό όπως είναι]).
****
Ο γιατρός Αντώνιος Μπλουμ, μετέπειτα ορθόδοξος επίσκοπος στην Αγγλία. Ως νέος, ήταν σκληροπυρηνικός άθεος. Βασανιζόταν όμως έντονα από την απουσία νοήματος στη ζωή.
Αποφάσισε λοιπόν να ερευνήσει αν υπήρχε νόημα στη ζωή και, αν σε ένα χρόνο διαπιστώσει ότι δεν υπάρχει νόημα, να αυτοκτονήσει. Μια μέρα, παρακινημένος από φίλο του,
παρακολούθησε την ομιλία ενός Ρώσου ορθόδοξου ιερέα. Αυτά που άκουσε τον εξόργισαν τόσο, ώστε, γυρίζοντας σπίτι, πήρε την Καινή Διαθήκη της μητέρας του, για να δει
αν το Ευαγγέλιο υποστηρίζει αυτά που είπε ο ιερέας στην ομιλία του. Λίγη ώρα αργότερα, είχε την αίσθηση ότι Κάποιος καθόταν, αόρατος, απέναντί του – και ότι Αυτός ο «κάποιος» ήταν ο Χριστός.
[Σημειωτέον ότι, επειδή ήταν απόλυτα σίγουρος για την ανυπαρξία του Θεού, δεν είναι λογικό να «φαντάστηκε» την παρουσία του Χριστού. Θα έπρεπε να «φανταστεί» κάτι σύμφωνο με τις απόψεις του, όχι αντίθετο με αυτές]. Βλ. π. Ιωάννη Κωστώφ, Αθεϊσμός – Τίνος είναι η αυταπάτη.
****
Ο Ευγένιος Ρόουζ, μετέπειτα π. Σεραφείμ Ρόουζ (1931-1982), συνιδρυτής της Αδελφότητας του Αγίου Γερμανού της Αλάσκας:
Όπως και πολλοί άλλοι νέοι της εποχής του, άρχισε να ζει στο κλίμα του ηδονισμού και της σεξουαλικής ανηθικότητας. [ ...;] Ο Ευγένιος προκαλούσε το Θεό, όπως είχε κάνει και στην κορυφή του βουνού Μπάλντυ – αυτή τη φορά, αψηφώντας τους νόμους Του. [ ...;] Όπως ο ίδιος ανέφερε αργότερα, αυτή ήταν η πιο σκοτεινή και η πιο δυστυχισμένη περίοδος της ζωής του.
Οι απαγορευμένες πράξεις τον αηδίαζαν, ακόμα και τη στιγμή που τις έκανε. Κατόπιν, επέσπευδαν την εμφάνιση μέσα του μακροχρόνιων περιόδων κατάθλιψης. [ ...;]
Όμως ακόμα και στα πιο άγρια μεθύσια του, ο Θεός, τον οποίο είχε απορρίψει ως «αφηρημένη έννοια», δεν τον άφηνε ήσυχο. Σε ένα γράμμα του προς κάποιο φίλο στην Πομόνα, γραμμένο σε κατάσταση μέθης, εξαπέλυε λόγια κακόβουλου, δαιμονικού παλληκαρισμού και στη συνέχεια κατέληγε με το ερώτημα: «Ξέρεις για ποιο λόγο είμαι στο Σαν Φρανσίσκο;
Επειδή θέλω να μάθω ποιος είμαι και ποιος είναι ο Θεός. Εσύ θέλεις να τα μάθεις αυτά; Για μένα, αυτά είναι τα μόνα πράγματα που με νοιάζει να μάθω». (Βλ. π. Δαμασκηνού [Κρίστενσεν], στο ίδιο, σελ. 104-105).Ιδιαίτερα ταλαντούχος, διδάκτορας των ανατολικών γλωσσών στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, ο Ευγένιος εγκατέλειψε την προοπτική να γίνει καθηγητής πανεπιστημίου, απογοητευμένος από τη διαφθορά και την υποκρισία που είδε στους πανεπιστημιακούς κύκλους.
Μελέτησε την κινέζικη σοφία, ασχολήθηκε με το βουδισμό ζεν, όταν όμως ανακάλυψε την ορθοδοξία «ένιωσε» ότι «βρήκε την πατρίδα». Μετά από βαθιά μελέτη, έγινε ορθόδοξος, αργότερα μόνασε στα δάση της Καλιφόρνιας με τον π. Γερμανό και εξελίχθηκε σε έναν από τους σημαντικότερους ορθόδοξους διδασκάλους στο δυτικό κόσμο.
ΠΗΓΗ.Ο.Ο.Δ.Ε  (www.oodegr.com)

Δοκιμαζόμενη Ρωσία. Π. Σεραφείμ Ρόουζ

Δοκιμαζόμενη Ρωσία. Π. Σεραφείμ Ρόουζ

 Δοκιμαζόμενη Ρωσία
 Η ζωή και τα έργα του
π. Σεραφείμ Ρόουζ, 

Ως  Ρώσος, ο π. Γερμανός αισθανόταν σεβασμό, δέος και κάποια κατωτερότητα μπροστά στον εκλεπτυσμένο ελληνοβυζαντινό πολιτισμό που είχε προσφέρει στη Ρωσία την Ορθοδοξία.
Από την άλλη μεριά, ο π. Σεραφείμ αγάπησε τη Ρωσία για τις μεγάλες δοκιμασίες που οι άνθρωποί της είχαν υπομείνει στην εποχή του, ανάβοντας τις λαμπάδες της ταπεινής ομολογίας και του μαρτυρίου και εμμένοντας στην πίστη, από τον αρκτικό κύκλο μέχρι την καυτή έρημο.
Υπήρξαν φορές που έκλαιγε ο π. Σεραφείμ παρατηρώντας ηλικιωμένες Ρωσίδες που γονάτιζαν και προσεύχονταν θερμά στην εκκλησία. Σε αυτές τις ηλικιωμένες μπάμπουσκες έβλεπε τα ίχνη ενός λαμπρού παρελθόντος:  τα υπολείμματα των Ρώσων εξορίστων, που θυμούνταν τη Ρωσία όπως ήταν κάποτε, γνώριζαν πλήρως αυτά που οι άνθρωποι τους είχαν χάσει και υπέφεραν μαζί με εκείνους που βρίσκονταν στην μακρινή πατρίδα τους.
Πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα, η αντίθεση με τον Χριστιανισμό ήταν προφανής: ο υλισμός επιβαλλόταν στους ανθρώπους ως ιδεολογία. Στη Δύση, ο εχθρός ήταν πιο ύπουλος: ο υλισμός διαπερνούσε όλες τις πτυχές της ζωής, συμπεριλαμβανομένης της θρησκείας, και γινόταν αποδεκτός ασυναίσθητα, με συνέπεια πολύ δυσκολότερα να μπορεί να υπερνικηθεί.
Ο π. Σεραφείμ πίστευε, ότι μαθαίνοντας πώς οι ομόθρησκοί τους στις κομμουνιστικές χώρες πάλευαν κατά των εμφανών εχθρών της πίστης τους, οι ορθόδοξοι χριστιανοί στον ελεύθερο κόσμο θα έπαιρναν θάρρος για να δώσουν τη μάχη τους ενάντια στον υλισμό και να αντέξουν όταν θα έρχονταν βίαιες διώξεις στην Δύση.
 Ήταν πεπεισμένος ότι οι νέοι μάρτυρες του κομμουνιστικού ζυγού,  των οποίων ο αριθμός υπερέβαινε κατά πολύ εκείνον των πρώτων χριστιανών μαρτύρων, αποτελούσαν το σημαντικότερο φαινόμενο του εικοστού αιώνα και αισθανόταν ότι η ιστορία τους έπρεπε να ειπωθεί.
«Όπως το βλέπω», έγραψε σε μια επιστολή το 1970, «υπάρχουν δύο μεγάλα δώρα που ο Θεός έχει δώσει στους ανθρώπους σήμερα: στον σοβιετικό κόσμο, το δύσκολο δώρο της δοκιμασίας, το οποίο πιθανώς, με τη χάρη του Θεού θα αποβεί σε σωτηρία της Ρωσίας  στον ελεύθερο κόσμο , το δώρο της ελευθερίας έκφρασης και μαρτυρίας της αλήθειας και συζήτησης για ό,τι συμβαίνει.
Πόσο ελλειπής χρήση αυτού του δώρου γίνεται από εμάς, και πόσο σύντομα, ίσως, μας αφαιρεθεί. Ενόσω υπάρχει το φώς της ημέρας, πρέπει να μιλήσουμε ανοιχτά.

Από το βιβλίο, π. Σεραφείμ Ρόουζ. Η ζωή και τα έργα του 
Τόμος Β’
 σελ.435-436
Eκδόσεις Μυριόβιβλος

Θεωρία της Εξέλιξης. Η «Γοητεία» του επιστημονικού μύθου


Θεωρία της Εξέλιξης. Η «Γοητεία» του επιστημονικού μύθου


 Θεωρία της Εξέλιξης
Η «Γοητεία» του επιστημονικού μύθου
Πέτρος Η. Γιαννακάκος
Γιατρός

     Στα πλαίσια μιας μαζικής ανορθόλογης επανάκαμψης της θρησκείας, μετά την πτώση του υλιστικού ορθολογισμού, ο μύθος επαναεπιβεβαιώνει τη δύναμή του στη σύγχρονη επιστημονική σκέψη. Γιατί ζούμε την εποχή και των επιστημονικών μύθων, ενώ σύγχρονα το πνεύμα μας δεσμεύεται μέσα σε μια τεχνοκρατική βίωση που συντηρεί την εξηρτημένη ανία μας χωρίς να έχουμε διάθεση απαγκίστρωσης. Αυτή είναι δυστυχώς η κατάληξη του γεγονότος ότι επί σειρές δεκαετιών γενιές καθηγητών και φοιτητών οδηγήθηκαν (και οδηγούνται ακόμα) τελείως αβασάνιστα στην αποδοχή και τελικά παγίωση μιας υπόθεσης σαν αδιάψευστης επιστημονικής θεωρίας. Της θεωρίας της εξέλιξης! Συμπορεύονται οι αβασάνιστες αποδοχές των επιστημόνων με τις συναισθηματικές φορτίσεις, που οι εκλαϊκεύσεις των υποθέσεων γεννούν στην πληροφόρηση του ανίδεου και δύσμοιρου αναγνωστικού κοινού. Σήμερα όλοι έχουμε γνώμη για τη βιολογία, τη γενετική, όπως παλιότερα για την ατομική ενέργεια, γιατί έτσι αυτοεπιβεβαιωνόμαστε σαν άνθρωποι γνώσης και μόρφωσης επί παντός επιστητού.

     Ο μύθος της εξέλιξης - ανέλιξης έχει ένα ψυχολογικό βάθος στις περιπτώσεις των υποστηρικτών του, την υποσυνείδητη νοσταλγία ανάκτησης του «απολεσθέντος παραδείσου», που λογικά την εκφράζει με την επαγωγική μέθοδο σκέψης από το μερικό σε γενικό, από το απλό στο σύνθετο, και την προβάλλει στα φυσικά και βιολογικά φαινόμενα σαν μοναδικό μοχλό ερμηνείας τους.
     Η επαγωγική μέθοδος σκέψης μας (από το απλό στο σύνθετο, που προβάλλεται στα φυσικά και βιολογικά φαινόμενα) δεν είναι ο μόνος τρόπος προσέγγισης της πραγματικότητας. A priori αρχές, «πιστεύω», ο απαγωγικός τρόπος σκέψης που μορφοποιεί διαφορετικές απόψεις πάνω σε φυσικά φαινόμενα, παραδόσεις επιστημονικές (θυμηθείτε τον περίφημο «αιθέρα» και το «φλογιστόν»), αλλά και διαφορετικές προσεγγίσεις πάνω σε αντικειμενικά και πειραματικά δεδομένα, συγκροτούν την σχετικότητα της επιστήμης κάθε εποχής, όπως η ιστορία αποδεικνύει και όπως δέχεται το ενδεχόμενο διαψευσιμότητας των επιστημών ο μεγάλος φιλόσοφος Καρλ Πόππερ.

     Όταν όμως μια υπόθεση τελείως αναπόδεικτα και χωρίς κανένα δεδομένο από τις παρατηρήσεις και ιδίως κανένα
Και το λέμε αυτό γιατί, ειδικά στο χώρο της παλαιοντολογίας, έχουμε συνεχώς νέες ανακαλύψεις, χρονικές αναθεωρήσεις, εκ των υστέρων διαψεύσεις και επιστημονικές απάτες με αποκορύφωμα την περιβόητη απάτη του ανθρώπου του Πιλντάουν
επιβεβαιούμενο από το πείραμα (μιλάμε πάντα για τη μετάβαση από είδος σε είδος - αυτός είναι ο ακρογωνιαίος λίθος του μύθου -), παγιοποιείται με αποκλεισμό κάθε άλλης άποψης που δεν θέλει να τοποθετηθεί στο εξελικτικό - ανελικτικό πλαίσιο ερμηνείας, τότε η υπόθεση καταλήγει σε λαϊκίστικη επιστημονική προπαγάνδα. Προπαγάνδα που με δυσκολία κρύβει το ιδεολογικό βάθος του κρυπτόμενου «πνευματικού» της ολοκληρωτισμού. παλαιότερα και τη σύγχρονη, που δυστυχώς πέρασε σε «ψιλά» στις εφημερίδες.

     Αντιγράφουμε από την εφημερίδα «ΜΕΤΡΟΡΑΜΑ» της 30/03/01 την απάτη αυτή: «Διάσημο απολίθωμα αποδείχθηκε πλαστό. ΠΑΛΑΙΟΝΤΟΛΟΓΙΑ. Αμερικανοί ερευνητές αποκαλύπτουν με άρθρο τους στο «Nature» πως κατασκευάστηκε το απολίθωμα του Archaeraptor, που είχε θεωρηθεί ο χαμένος κρίκος της εξέλιξης των πτηνών από τους δεινόσαυρους. Όπως αναφέρει το BBC, οι ερευνητές του Τέξας εξέτασαν το εύρημα με αξονική τομογραφία και διαπίστωσαν ότι ο σκελετός του Archaeraptor ήταν ουσιαστικά ένα «μωσαϊκό» που συναρμολογήθηκε με δύο έως πέντε διαφορετικά και άσχετα μεταξύ τους απολιθώματα!»
Όσον αφορά στον άνθρωπο του Πιλντάουν, οποιαδήποτε εγκυκλοπαίδεια είναι αρκετά διαφωτιστική.
Αναφέραμε δύο παραδείγματα για να δείξουμε ότι η «επιστήμη» της εξέλιξης, σε αντίθεση με ευρήματα και πειραματικά δεδομένα, προκειμένου να διατηρείται στις παθητικές συνειδήσεις, χρησιμοποιεί κατά καιρούς και επιστημονικές απάτες
Είναι σκόπιμο να αμφισβητούμε τα κατά καιρούς «επιστημονικά» συμπεράσματα - με έκδηλο μάλιστα το προπαγανδιστικό στοιχείο - που δογματικά μας επιβάλουν και μονοσήμαντα συντηρούν οι ποικιλώνυμοι εξελικτικοί. Ας έχουμε υπόψη μας ότι οι εξελικτικές υποθέσεις δαρβινιστών, νεοδαρβινιστών και λοιπόν - γιατί δεν πρόκειται για μια θεωρία κοινά αποδεκτή - έχουν σαν κοινό χαρακτηριστικό την επαγωγική λογική, όπως προαναφέρθηκε.
     Η επαγωγική λογική είναι χρήσιμη σαν μέθοδος σκέψης αλλά είναι απαραίτητο στη φυσική επιστήμη για να γίνει απόδειξη να συνδέεται με όσο το δυνατόν μεγαλύτερο αριθμό παρατηρήσεων και πειραμάτων. Και καμιά παρατήρηση και κανένα πείραμα δεν αιτιολόγησαν επαρκώς τους απίθανους εξελικτικούς χρόνους των εκατομμυρίων ετών, ούτε τη μετάβαση ενός είδος προς ένα άλλο (γιατί αυτό είναι το ζητούμενο).
Η υπόθεση, από την άλλη πλευρά, του DNA με το οποίο σήμερα ασχολούνται τόσοι ειδικοί, είναι τεράστιας σημασίας και δυσκολίας επιστημονικό θέμα, ώστε να εξαπλουστεύεται αβασάνιστα και να εκλαϊκεύεται προπαγανδιστικά, σαν η λύση απόδειξης του εξελικτισμού. Το κοινό περίπου γονιδιακό υλικό ανθρώπων, πιθήκων, ποντικών και η ομοιότητα του ανθρώπινου εγκεφάλου με του χιμπατζή ή του δελφινιού μας βάζουν σε ερωτήματα αναφορικά με την μεγάλη διαφορά των αντίστοιχων βιολογικών φαινοτύπων, αλλά και το χάος που χωρίζει τον άνθρωπο από βιολογικά είδη με παρόμοιο εγκέφαλο και κοινό περίπου γονιδίωμα.
    
προς δόξαν ενός προπαγανδιστικού, ολοκληρωτικού μηχανισμού, κάθε άλλο παρά επιστημονικού.
     Είναι πλέον σκόπιμο να επανατοποθετηθούν οι σκέψεις μας. Να ξεφύγουν από την αποστεωμένη πια αντίληψη της εξέλιξης του ενός είδους από το άλλο με τις απίθανες και άπειρες μεταλλάξεις και την προέλευση από τη φανταστική αρχική αμοιβάδα και να στραφούν στο ενδεχόμενο ύπαρξης παρόμοιου και παγκόσμιου βιολογικού μηχανισμού, που δεν αποδείχνει τις εξελικτικές υποθέσεις, αλλά προϋποθέτει μάλλον ενιαίο σχεδιαστή και κατασκευαστή. Η υπόθεση εξ' άλλου, του DNA δεν είναι ζήτημα μόνο δομικής «ομοιότητας» των γονιδίων των διαφόρων οργανισμών (ποντικού, ανθρώπου, πιθήκου κλπ.) αλλά κύρια ζήτημα των λειτουργικών και ρυθμιστικών εκφράσεών του.
     Γνωρίζουν πολύ καλά οι βιολόγοι, παγκόσμια, πόσο δύσκολη είναι η γνώση και ερμηνεία των λειτουργικών και ρυθμιστικών μηχανισμών του DNA, όπως και η «λογική» της έκφρασής του, λογική μηχανισμού περίπλοκου, την αιτιολογία και τη σκοπιμότητα του οποίου η σοβαρή επιστήμη συνεχώς ερευνά και αποφεύγει τις δογματικές και προπαγανδιστικές τοποθετήσεις. Τα ερωτήματα στην εξαπλουστευμένη και δογματική τοποθέτηση περί φυσικής επιλογής και μετάλλαξης των νεοδαρβινιστών είναι πολλά και αδυσώπητα.
      Π.χ. γιατί να δεχθούμε δογματικά - βάσει της επαγωγικής μόνο λογικής που συνδέει υποθέσεις ανελικτικού χαρακτήρα - την εξέλιξη του σκουληκιού σε ποντίκι, πίθηκο κλπ. και όχι την κατέλιξη (δηλαδή την ανάστροφη πορεία), δεδομένου ότι κανένας δεν μπορεί να απορρίψει αυτή τη θέση γιατί δεν υπάρχει μέθοδος σταθερή και αντικειμενική απόδειξης της προέλευσης του τελειότερου από το ατελέστερο. Εξ άλλου με τι κριτήρια βιολογικά θα οριστεί το τελειότερο;
Γιατί η εξελικτική θεωρία πρέπει σώνει και καλά να είναι ανέλιξη και κατέλιξη; Γιατί ο άνθρωπος να προέρχεται από ανέλιξη πιθήκου και όχι το ανάστροφο; (δηλαδή ο πίθηκος να αποτελεί είδος εκφυλισμένου ανθρωποειδούς, αφού έχουν παρόμοιο γενετικό υλικό;)
      Για να μη θεωρηθεί ότι κάνουμε προπαγάνδα ενάντια στη θεωρία της εξέλιξης απλά θα αναφέρουμε ενδεικτικά το αντίστοιχο άρθρο της εγκυκλοπαίδειας «ΠΑΠΥΡΟΣ - ΛΑΡΟΥΣ - ΜΠΡΙΤΑΝΝΙΚΑ» όπου μετά από δέκα περίπου μεγάλες σελίδες, όπου αναπτύσσονται διεξοδικά όλα όσα πιστεύουν οι διάφοροι εξελικτικοί συγγραφείς, ακολουθεί η τελευταία σελίδα (301) της εγκυκλοπαίδειας με μικρά γράμματα, που έχει τον τίτλο «Σύγχρονες εξελικτικές θεωρίες και αμφισβητήσεις».
Εάν κανείς συγκρίνει τη σελίδα αυτή με τις προηγούμενες, θα καταλήξει σε θλιβερά συμπεράσματα αναφορικά με την περιβόητη θεωρία (ή μάλλον θεωρίες) που επιμορφώνει, υπό μορφής πλύσεως εγκεφάλου, τους αντίστοιχους επιστήμονες. Μεταφέρουμε μερικές αξιοσημείωτες προτάσεις, για να αντιληφθεί ο αναγνώστης τη σύγχυση του σύγχρονου βιολογικού επιστημονισμού:
«Η ερμηνεία όμως των εξελικτικών φαινομένων και η ανακάλυψη των βασικών μηχανισμών που τα διέπουν, αποτελούν αντικείμενο θεωριών και υποθέσεων, για τις οποίες η αποδοχή των βιολόγων πολύ απέχει από του να είναι ομόφωνη».
    Οι κυριότερες όμως αμφισβητήσεις της κλασικής θεωρίας προέρχονται από πρώην οπαδούς της, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν τους ανακαινιστές του «νεοδαρβινισμού». Χωρίς να απορρίπτουν ολοκληρωτικά τη γενετική βάση της εξέλιξης και τον θεμελιώδη μηχανισμό της φυσικής επιλογής, αναζητούν νέα πλαίσια για την ερμηνεία φαινομένων, όπως είναι ο πολυμορφισμός, η δημιουργία νέων ειδών (ειδογένεση) η ασυνέχεια των παλαιοντολογικών σειρών κ.α. Τα μαθηματικά μοντέλα της γενετικής των πληθυσμών, από ακρογωνιαίοι λίθοι της εξελικτικής θεωρίας, θεωρούνται ως «θεωρητικές ασκήσεις της λογικής, χωρίς καμιά σχέση με τη βιολογική πραγματικότητα».
«Η ριζική αλλαγή του κλειστού αυτού συστήματος, με αποτέλεσμα την εμφάνιση νέου είδους, είναι δυνατή μόνο με ένα άλμα, ως συνέπεια τυχαίων και καταστροφικών γεγονότων, που εκφεύγουν από τη λογική της φυσικής επιλογής».

Και ακολουθεί συνέχεια των διαφορών των διαφόρων εξελικτικών και νεοεξελικτικών επιστημόνων, με τις αλληλοσυγκρουόμενες θεωρίες και υποθέσεις, για να καταλήξει το άρθρο με τη φράση: «ενδεχομένως μια νέα γενίκευση, όπως αυτή της θερμοδυναμικής πληροφορικής, θα αποτελέσει την επικρατούσα λύση στο ανεπίλυτο ακόμη πρόβλημα του μηχανισμού της εξέλιξης».
     Αυτά, εν ολίγοις, αναφέρει στη συγκεκριμένη σελίδα η πιο σύγχρονη εγκυκλοπαίδεια, που βέβαια στο σύνολο άρθρο της υπεραμύνεται της εξελικτικής κοσμοθεωρίας που την παρουσιάζει επιστημονικό θέσφατο. Για μια πληρέστερη ενημέρωση για την αλήθεια πάνω στις εξελικτικές υποθέσεις που μόνο χάος συντηρούν, θέλουμε να συστήσουμε το βιβλίο του Richard Milton «ο Μύθος του Δαρβινισμού», εκδ. Δίαυλος, Αθήνα 1996, όπου η απομυθοποίηση της γοητείας του επιστημονικού μύθου είναι σχεδόν πλήρης. Εμείς απλά θέλουμε να συμπληρώσουμε ότι με τις τόσες αντιφάσεις των εξελικτικών απόψεων και των εκπροσώπων τους και με το άλυτο πρόβλημα του μηχανισμού της εξέλιξης, η επιφάνεια του μύθου παρουσιάζεται στο ανίδεο πλήθος «συμπαγής, αρραγής και επιστημονική».
     Πραγματικά λυπούμαστε που η δογματική προπαγάνδα σκοπιμοτήτων έχει αντικαταστήσει την επιστημονική αμφιβολία που αποτελεί και το κατ' εξοχήν προοδευτικό στοιχείο. Γιατί, δυστυχώς, είναι επώδυνη η διαδικασία της αμφιβολίας, που μόνο αυτή επιτρέπει στους ανθρώπους να θεωρήσουν απροκατάληπτα την πραγματικότητα, πέρα από παγιωμένες αντιλήψεις, ώστε να απελευθερωθεί η σκέψη τους, από τους καταναγκασμούς που τους επιβάλλουν οι καθιερωμένες δογματικές θέσεις της εξέλιξης - ανέλιξης. Γιατί, η επιστημονική προσέγγιση των πραγμάτων πρέπει να θέλει να είναι ελεύθερη από προκαταλήψεις και να διαπνέεται από την ετοιμότητα της αμφισβήτησης....

     Όσον αφορά τη θέση μας ως πιστών του Ιησού Χριστού της Βίβλου, αυτή είναι ανάλογη με εκείνη του Αυγουστίνου, του Γαλιλαίου κ.α. που δεχόντουσαν ότι ο Θεός έγραψε δυο μεγάλα βιβλία: τη Βίβλο που είναι το ταμιευτήριο ή η αποθήκη του λόγου του, και το βιβλίο της φύσης, που είναι ο εκτελεστής της βούλησής του. Το βιβλίο της φύσης - το σύμπαν - στέκει αιώνια ανοιχτό μπροστά στα μάτια μας, γραμμένα στη μαθηματική γλώσσα, που πρέπει συνεχώς να κατανοούμε, και να διατυπώνουμε τα πορίσματα των μελετών μας σε φυσικές θεωρίες (που αυτές μόνο εξελίσσονται) ενώ η Βίβλος έχει γραφεί σε μεγάλο μέρος της σε συμβολική γλώσσα, και οι αναφορές της δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται σαν επιστημονικές αποδείξεις, με περιεχόμενο να μας υποδείξει «το ηθικό μας πεπρωμένο» μπροστά στην αιωνιότητα. Η Βίβλος εξαγγέλλει τη μεγάλη σωτηρία που είναι η επανασύνδεση του οντολογικά (βιολογικά και πνευματικά) ξεπεσμένου «Homo Sapiens» με τον Δημιουργό του, τον ενιαίο κατασκευαστή του παντός και πληροφοριοδότη της βιολογικής ύλης, μέσω του Λόγου του, που τον εισάγει στο χωροχρόνο και στην ξεπεσμένη γήινη κατέλιξη για να πάρει σώμα, προκειμένου να πεθάνει για το πλάσμα. Τώρα, εάν το δημιούργημα πεισματικά αρνείται την επανασύνδεσή του με τον Δημιουργό του με το να αναπτύσσει συνεχώς επιστημονικές φαντασιώσεις, δεν μπορεί να αποφύγει τον ενδόμυχο σκόπελο της προσωπικής ευθύνης. Απλά η συνεχής καθήλωση της σκέψης - πίστης στον ανελικτικό μύθο καταγωγής μας από σκουλήκια, δικαιώνει το γραφικό «...ο άνθρωπος, ο εν τιμή, δεν διαμένει, ωμοιώθη με τα κτήνη τα φθειρόμενα» (Ψαλμός 49:12).
     Η χάρη όμως και η αγάπη του Θεού περιμένει να σώσει όλους μας που έρπουμε σαν σκώληκες, πάνω στο χώμα μιας γης που συνεχώς καταστρέφουμε.
Και είναι τέτοια η αγάπη Του, που, βαθιά ταπεινωμένος, ο θείος Λόγος χαρακτηρίζει στην περίοδο του δραματικού του πάθους, τον Εαυτό Του «σκώληκα και ουχί άνθρωπο» (Ψαλμός 22:6). Και μέσα στην πράξη του ηθελημένου ευτελισμού του προσώπου Του πάνω από τ' άστρα της αιωνιότητας. Και αυτό, κατά χάρη! Μόνο με την πίστη!
Αλλά, αν ο άνθρωπος επιμένει να πιστεύει ότι προέρχεται από τους σκώληκες και να φέρεται σαν σκώληκας, τότε επηρεάζει το μέλλον του και οδηγεί τον εαυτό του σ' έναν τόπο, όπου «ο σκώληξ δεν τελευτά...».
 Γιατί, σε όλους μας γίνεται «κατά την πίστη μας» και αυτός είναι νόμος αιώνιος και όχι εξελικτικός.

Βιβλιογραφία
1. Άρθρο: «ΕΞΕΛΙΞΗ της Εγκυκλοπαίδειας ΠΑΠΥΡΟΣ - ΛΑΡΟΥΣ - ΜΠΡΙΤΑΝΙΚΑ, Αθήνα τόμος 23, σελ. 301, «Σύγχρονες εξελικτικές θεωρίες και αμφισβητήσεις».
2. Πιέρ - Πωλ Γκρασσέ: «Εσύ ο μικρούλης Θεός» εκδ. Ράππα, Αθήνα 1971.
3. Dr. Willen J. Ouweneel: «Δημιουργία ή εξέλιξη» Ελεύθερες Εκδόσεις, Πειραιάς 1983.
4. Dr. E.H. Andrews: «Τι είναι άνθρωπος;» Εκδ. Επιστήμη και πίστη, Αθήνα
5. Dr. E.H. Andrews: «ΘΕΣΕΙΣ - ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ - ΘΕΩΡΙΕΣ», Εκδόσεις Πέργαμος, Αθήνα 1983.
6. Dr. Gary Parker: «Κύριοι, έκανα λάθος! » εκδόσεις Κοινωνία, Αθήνα 1983.
7. Dr. W.A. Criswell: «Το μεγάλο ψέμα», Ελεύθερες Εκδόσεις, Πειραιάς 1979.
8. Νικ. Π. Βασιλειάδη: Ο Δαρβίνος και η θεωρία της εξελίξεως», εκδ. Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ» Αθήνα 1985.
9. Dr. Duane T. Eish: «ΕΞΕΛΙΞΗ, ΤΑ ΑΠΟΛΙΘΩΜΑΤΑ ΛΕΝΕ ΟΧΙ! », εκδόσεις Ιεράς Μητροπόλεως Νικοπόλεως, Πρέβεζα 1985.
10. Αποστ. Παπαδημητρίου: «ΕΠΙΣΤΗΜΗ - ΥΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΙΣΤΗ», Θεσσαλονίκη 1984 (9ος τόμος) και 1990 (2ος τόμος).
11. Αποστ. Φράγκου: «Από τον πίθηκο», εκδ. αδελφότης «Σταυρός», Αθήνα 1985.
12. Dr. A.E. Wilder - Smith: «ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ», εκδ. Πέργαμος, Αθήνα 1991.
13. Richard Milton: «Ο μύθος του Δαρβινισμού», εκδ. Δίαυλος, Αθήνα 1996.

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ:
http://the-eternal-word.blogspot.com/2006/05/blog-post_23.html
(ΥΠΟΓΡΑΜΜΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΕΣ ΔΙΚΕΣ ΜΑΣ)


Read more: http://www.egolpion.com/00D07253.el.aspx#ixzz2opUNpeaR

Σάββατο 28 Δεκεμβρίου 2013

Ηλίας Μουτσούλας ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ

Ηλίας Μουτσούλας
Ο Μέγας Βασίλειος ως παιδαγωγός


Εισήγησις γενομένη την 16ην Οκτωβρίου 1979 εις το επί τη 1600ή επετείω από του θανάτου του Μεγάλου Βασιλείου συγκληθέν εν Αθήναις Διορθόδοξον θεολογικόν Συνέδριον.


Εις τον Επιτάφιον αυτού εις τον Μέγαν Βασίλειον μεταξύ των άλλων χαρακτηρισμών τους οποίους αποδίδει εις αυτόν ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος είναι και το "παιδαγωγός της νεότητος"(1). Και εξ όσων εις άλλο σημείον του Επιταφίου του αναφέρει συνάγεται, ότι χρησιμοποιεί τον όρoν όχι μόνον υπό την έννοιαν της χριστιανικής παιδαγωγίας, αλλά και της θύραθεν, την οποίαν "πολλοί των Χριστιανών διαπτύουσι ως επίβουλον και σφαλεράν και Θεού πόρρω βάλλουσαν, κακώς ειδότες"(2).

Και όντως ο τίτλος του "παιδαγωγού" περισσότερον των δύο άλλων Καππαδοκών προσιδιάζει εις τον Βασίλειον. Όχι διότι οι άλλοι δεν είχον φοιτήσει εις ανωτέρας σχολάς, και δεν είχον διδαχθεί τας βασικάς παιδαγωγικάς αρχάς. Το υπό του υμνογράφου του Βασιλείου αναγραφόμενον

"Παιδείας γεγονώς απάσης έμπλεως/ου μόνον της κάτω και πατουμένης /πολλώ δε μάλλον της κρείττονος" (κανών, ωδή γ') θα ηδύνατο κάλλιστα να αποδοθή και εις τους ετέρους δύο Καππαδόκας. Ο Μέγας Βασίλειος υπήρξε παιδαγωγός διότι ήτο πρακτικώτερος των δύο άλλων. Και οι τρεις υπήρξαν μεγάλοι θεολόγοι, oι δύο άλλοι όμως ήσαν περισσότερον θεωρητικοί. Ας μη λησμονώμεν ότι ο Βασίλειος ουδέποτε έγραψε προς ικανοποίησιν προσωπικής ανάγκης. Ήτο κατ' εξοχήν ο ποιμήν και πάντοτε απέβλεπε εις την οικοδομήν του ποιμνίου του. Δεν είναι δε τυχαίον το γεγονός ότι τας ομιλίας του ήρχοντο να ακούσουν και αυτοί oι τεχνίται και χειρόναχτες, οπως ο ίδιος παρατηρεί προκειμένου περί των ομιλιών του εις την Εξαήμερον(3).

Εάν θα ηθέλομεν να ομιλήσωμεν περί του Μ.Βασιλείου ως παιδαγωγού υπό την ευρείαν έννοιαν θα έπρεπε να περιλάβωμεν την καθόλου δραστηριότητα αυτού ιδία δε την κηρυκτικήν. Τούτο όμως είναι αδύνατον εις τα στενά όρια της παρούσης συντόμου ομιλίας. Διά τούτο θα ομιλήσωμεν περί του Μ.Βασιλείου κυρίως ως παιδαγωγού υπό την ειδικήν έννοιαν, δηλ. ως διδασκάλου των παίδων, δεδομένου μάλιστα οτι το τρέχον έτος είναι διεθνώς αφιερωμένον εις το παιδι.

Παρ' ότι δύο μόνον εκ των έργων του μεγάλου Πατρός χαρακτηρίζονται συνήθως ως παιδαγωγικά, ο "Πρός τους νέους" λόγος του "όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων" και η ομιλία τoυ "Eις την αρχήν των Παροιμιών"-υπάρχει και το λατινιστί σωζόμενον έργον Aοmonitio aο filium spiritualem, το οποίον όμως είναι αμφιβόλου γνησιότητος(4) - παιδαγωγικάς ιδέας ευρίσκομεν εγκατεσπαρμένας εις πλείστα όσα άλλα έργα του. Αύται διαπνέονται από την βαθείαν προς τον Θεόν πίστιν του και την απέραντον αγάπην του προς τον άνθρωπον, ως δημιουργήματος του Θεού(5). Ως γνωστόν δεν ηδυνήθη μεν ούτος να συμπληρώση τας εις την Εξαήμερον ομιλίας του διαπραγματευόμενος ειδικώς τα αναφερόμενα εις την δημιουργίαν του ανθρώπου, εις άλλα όμως έργα του ομιλεί περί αυτού υπογραμμίζων την διάκρισιν ψυχής και σώματος(6) και επισημαίνων ότι μόνος εξ όλης της δημιουργίας ο άνθρωπος επλάσθη «κατ' εικόνα Θεού και ομοίωσιν και της εαυτού γνώσεως ηξιώθη, και λόγω παρά πάντα τα ζώα κατεκοσμήθη»(7) . Εις το "Περί του Αγίου Πνεύματος" έργον του ταυτίζει το "καθ' ομοίωσιν" προς τον σκοπόν της κλήσεως του ανθρώπου και υπογραμμίζει:

«Tο γαρ μη παρέργως ακούειν των θεολογικών φωνών, αλλά πειράσθαι τον εν εκάστη λέξει και εν εκάστη συλλαβή κεκρυμμένον νουν εξιχνεύειν, ουκ αργών εις ευσέβειαν, αλλά γνωριζόντων τον σκοπόν της κλήσεως ημών· ότι πρόκειται ημίν ομοιωθήναι Θεώ, κατά το δυνατόν ανθρώπου φύσει. Ομοίωσις δε ουκ άνευ γνώσεως· η δε γνώσις εκ διδαγμάτων»(8).

Ήδη εκ του χωρίου τούτου γίνεται εμφανής η σημασία την οποίαν ο μέγας Πατήρ αποδίδει εις την χριστιανικήν παιδείαν, συγχρόνως δε και ο άρρηκτος σύνδεσμος δόγματος και ζωής, πίστεως και πράξεως. Λαμβανομένου δε υπ' όψιν ότι αληθής άνθρωπος είναι ο έσω άνθρωπος, η παιδεία αποβλέπει εις την καλλιέργειαν αυτού.

Ωραιότατα διακρίνει ο Μέγας Πατήρ μεταξύ "ημών αυτών", "των ημετέρων" και των "περί ημάς". «Ημείς αυτοί είμεθα η ψυχή και ο νους, ημέτερον είναι το σώμα και αι αισθήσεις του, περί ημάς δε χρήματα, τέχναι και λοιπή του βίου κατασκευή»(9).

Εις την καλλιέργειαν της ψυχής λοιπόν αποβλέπει η παιδεία, η οποία χαρακτηρίζεται υπό του Μ. Βασιλείου ως «αγωγή τις ωφέλιμος τη ψυχή, επιπόνως πολλάκις των από κακίας κηλίδων αυτήν εκκαθαίρουσα, ήτις 'προς μεν το παρόν ου δοκεί χαράς είναι αλλά λύπης, ύστερον δε καρπόν ειρηνικόν τοις δι' αυτής γεγυμνασμένοις αποδίδωσιν εις σωτηρίαν'»(10), συμφώνως προς όσα γράφονται και εις την προς Εβραίους επιστολήν (ιβ' 11 ).

Εις την ομιλίαν του "Εις την αρχήν των Παροιμιών", εκ της οποίας είναι ειλημμένον και το ανωτέρω χωρίον, παρατηρεί ο Μ.Βασίλειος ότι ο όρος χρησιμοποιείται και υπό την έννοιαν της "των μαθημάτων αναλήψεως"(11). Εις την περίπτωσιν όμως αυτήν ποιείται διάκρισιν μεταξύ ωφελίμου και βλαβεράς παιδείας. Εκείνο, λέγει, το οποίον απαιτείται είναι "η της παιδείας επίγνωσις"(12)

Προκειμένου περί της αληθούς παιδείας παρατηρεί ότι είναι "πολλών χρημάτων τιμιωτέρα"(13). Αύτη "νουθετεί τον άτακτον", "τoν αφηνιαστήν επανάγει". "Αναγκαίον γνώναι της παιδείας την δύναμιν προς όσα εστί λυσιτελής"(14).Τούτο όμως δεν επιτυγχάνεται ευκόλως, "oυ της τυχούσης έστι διανοίας". "Πολλοί το της εκβάσεως ωφέλιμον υπό αμαθίας ουκ αναμένουσιν, αλλά δυσανασχετούντες... τοις της αμαθίας αρρωστήμασιν εναπέμειναν"(15).

Το βιβλίον των Παροιμιών, το πρώτον τής τριλογίας (Παροιμίαι, 'Εκκλησιαστής, Άσμα Ασμάτων), αντιστοιχεί προς το πρώτον στάδιον της πνευματικής πορείας της ψυχής. "Ο τας Παροιμίας πεπαιδευμένος" λέγει ο Αγ. Βασίλειος εις την ομιλίαν του "Εις την αρχήν των Παροιμιών", "γνώσεται τις η κίβδηλος και νενοθευμένη και τις η αληθινή και άδολος δικαιοσύνη"(16). Και εις άλλο σημείον παρατηρεί: «Ο δε την αληθή δικαιοσύνην μη έχων προεναποκειμένην αυτού τη ψυχή, αλλ' ή χρήμασι διεφθαρμένος, ή φιλία χαριζόμενος ή έχθραν αμυνόμενος ή δυναστείαν δυσωπούμενος, το κρίμα κατευθύνειν ου δύναται...Έλεγχος γαρ της του δικαίου διαθέσεως η περί το κρίνειν ορθότης»(17).

Προς τούτο όμως είναι απαραίτητος η παιδεία. «Αμήχανον γαρ τον μη προπαιδευθέντα περί του δικαίου δύνασθαι τας αμφισβητήσεις ορθώς διακρίναι»(18) λέγει εις την ιδίαν ομιλίαν.

Πριν όμως έλθωμεν εις το θέμα των μέσων διά των οποίων καλλιεργείται η εύπλαστος ψυχή του ανθρώπου και ειδικώτερον των νέων ας ίδωμεν εις ποίαν κατάστασιν ευρίσκεται αύτη.

Εις την Θ' ομιλίαν του εις την Εξαήμερον ο Μέγας Βασίλειος παρατηρεί: «Ορεκτική του οικείου κάλλους και κατά φύσιν αυτή αδιδάκτως εστίν η ψυχή»(19). Και εις τους " Όρους κατά πλάτος" αναγράφει: «Toυ θείου πόθου ουκ έξωθέν εστιν η μάθησις· αλλ' ομού τη συστάσει του ζώου, του ανθρώπου φημί, σπερματικός τις λόγος ημίν εγκαταβέβληται οίκοθεν έχων τας αφoρμάς της προς το αγαθόν οικειώσεως»(20). Αι αρεταί δε ως η "σωφροσύνη, δικαιοσύνη, ανδρεία και φρόνησις είναι οικειότερα τη ψυχή μάλλον ή τω σώματι η υγεία»(21). Και εις την "Εις την αρχήν των Παροιμιών" ομιλίαν του παρατηρεί ότι «έχομεν παρ' εαυτοίς κριτήριον φυσικόν, δι'ου τα καλά των πονηρών διακρίνομεν»(22). Τούτο βεβαίως δεν σημαίνει ότι η πραγματοποίησις της αρετής είναι ευχερής. Εις την ομιλίαν του "Εις τον Α' ψαλμόν" αναγράφει ο Μ.Βασίλειος· «δυσάγωγον προς αρετήν το γένος των ανθρώπων»(23). Και εις την "Εις το Άγιον Βάπτισμα" ομιλίαν του ερωτά: «Tι δε των αγαθών εύκολον; Τις καθεύδων τρόπαιον έστησε; Τις τρυφών και καταυλούμενος τοις της καρτερίας στεφάνοις κατεκοσμήθη; Ουδείς μη δραμών ανείλετο το βραβείον. Πόνοι γεννώσι δόξαν, κάματοι προξενούσι στεφάνους»(24).

Εις τα ανωτέρω λεχθέντα δεν υπάρχει αντίθεσις. Διότι ναι μεν φυσική κατάστασις της ψυχής είναι η "υπερφυσική" θα ελέγομεν σήμερον, η παρά τω Θεώ, η πτώσις όμως είχε τας συνεπείας αυτής. «Εκακώθη η ψυχή παρατραπείσα του 'κατά φύσιν'» λέγει εις την ομιλίαν του «Ότι ουκ έστιν αίτιος των κακών ο Θεός»(25). Διά τον μεταπτωτικόν άνθρωπον ισχύει το ότι «η ημετέρα φύσις ίσην έχει την εφ' εκάτερα ροπήν και πολλάκις μεν προς το πονηρόν πολλάκις δε προς το αγαθόν αποκλίνει»(26). Εκ του ανθρώπου εξαρτάται εάν ο θυμός θα κινηθή προς ανδρείαν και υπομονήν και εγκράτειαν ή «παρά τον ορθόν λόγον ενεργών» θα γίνη «μανία»(27).

Εις το έργον "Ερμηνεία εις τον προφήτην Ησαΐαν", του οποίου η γνησιότης υπό πολλών αμφισβητείται, η ψυχή παρομοιάζεται προς αμπελώνα, ο οποίος πρέπει να δώση καρποφορίαν «αξίαν της εξ αρχής φυτείας και της του Θεού γεωργίας»(28). Kαι συνεχίζει: «Εφυτεύθη γαρ αληθινή κατ' εικόνα του αληθινού Θεού γενομένη· γεωργείται δε ταις κατά μέρος επιμελείαις του κτίσαντος, ος τον καρπόν καθαίρει, ίνα πλείονα καρπόν φέρη»(29).

Ήδη εις το χωρίον αυτό υπογραμμίζεται ο θείος παράγων. Όπως παρατηρεί και ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς εις το δεύτερον έργον της τριλογίας του, τον "Παιδαγωγόν", κατ' εξοχήν παιδαγωγός είναι ο Λόγος, «o διά παραινέσεων θεραπεύων τα παρά φύσιν της ψυχής πάθη»(30).

Η θεία παιδαγωγία χρησιμοποιεί και αυτά ακόμη τα άψυχα αντικείμενα προς τον σκοπόν όπως διδάξη τον άνθρωπον. Εις την Α' ομιλίαν του εις την Εξαήμερον παρατηρεί ο Μ. Βασίλειος ότι ο κόσμος είναι «ψυχών λογικών διδασκαλείον και θεογνωσίας παιδευτήριον, διά των ορωμένων και αισθητών χειραγωγίων τω νω παρεχόμενος προς την θεωρίαν των αοράτων»(31).

Περί του πρωταρχικού ρόλου του θείου παράγοντος εν τω έργω της αγωγής θα επανέλθωμεν όταν ευθύς κατωτέρω θά κάμωμεν λόγον διά τα μέσα της αγωγής.

Πάντως και ο ανθρώπινος παράγων υπογραμμίζεται υπό του" μεγάλου Πατρός επαρκώς, η όλη δε προσπάθεια του ανθρώπου παρομοιάζεται προς την κλίμακα του Ιακώβ, την οποίαν "διά της κατ' ολίγον προκοπής" είναι δυνατόν να ανέλθη ο άνθρωπος εις όσον ύψος είναι "έφικτόν τη ανθρωπίνη φύσει"(32).

Μετά ταύτα ας έλθωμεν εις τα μέσα και τας μεθόδους της αγωγής:

Και εν πρώτοις αναφέρομεν την διδασκαλίαν. Υπενθυμίζομεν το χωρίον συμφώνως προς το οποίον ο σκοπός της κλήσεως ημών δηλ. η ομοίωσίς μας προς τον Θεόν δεν επιτυγχάνεται «άνευ γνώσεως. Η δε γνώσις εκ διδαγμάτων»(33). Ευθύς δε εν συνεχεία προσθέτει: «Λόγος δε, διδασκαλίας αρχή»(34).

Από πού όμως θα αντλήση ο νέος και γενικώτερον ο άνθρωπος τα διδάγματα αυτά; Κατά πρώτον και κύριον λόγον από την Αγίαν Γραφήν, χωρίς όμως τούτο να σημαίνη απόρριψιν της θύραθεν παιδείας.

Εις το έργον του "Προς τους νέους όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων"(35) χαράσσεται η μέση και ορθή οδός μεταξύ της υπερεκτιμήσεως της θύραθεν παιδείας και της απορρίψεως αυτής. Ο Μέγας Βασίλειος θεωρεί την κλασσικήν παιδείαν ως προθάλαμον δια την είσοδον εις την αληθή σοφίαν, δηλ. την ευαγγελικήν αλήθειαν(36). Εις το έργον τούτο, το οποίον ως γνωστόν έχει γνωρίσει την μεγαλυτέραν κυκλοφορίαν από οιονδήποτε άλλο πατερικόν έργον, ο μέγας Πατήρ ομιλεί με πολλήν απλότητα και καλωσύνην, δημιουργεί μιαν ατμόσφαιραν οικειότητος, θραύει με άλλους λόγους το φράγμα, το οποίον χωρίζει τας γενεάς. Βεβαίως γεννάται το θέμα κατά πόσον εις τα σχολεία που υπήρχον μέσα εις τας μονάς προσεφέρετο η κλασσική παιδεία. Και είναι γεγονός ότι οι πλείστοι πατρολόγοι δέχονται ότι το προαναφερθέν έργον εγράφη προς νέους oι οποίοι εφοίτων ήδη εις εθνικάς σχολάς, ασχέτως του αν ούτοι ήσαν ανεψιοί του μεγάλου Πατρός ή όχι. Ο καθηγητής και ακαδημαϊκός Κ. Μπόνης δι' ανακοινώσεώς του προ τετραετίας εις το Ζ' Διεθνές Πατρολογικόν Συνέδριον της Οξφόρδηs όχι μόνον ηρνήθη ότι το έργον εστάλη υπό του Μ. Βασιλείου προς ανεψιούς του φοιτώντας εις εθνικάς σχολάς, αλλ' ισχυρίσθη ότι αποτελεί ομιλίαν εκφωνηθείσαν ενώπιον ακροατηρίου νέων, προτιθεμένων να ιερωθώσιν ή να επιδοθώσιν, εις την σώζουσαν άσκησιν(37). Εις επίρρωσιν της επόψεως ταύτης έρχεται και η γνώμη του J. Gribomont συμφώνως προς την οποίαν το έργον αποτελεί κατ' ουσίαν "Απολογίαν" υπέρ της χριστιανικής ασκήσεως εν ευρυτέρα εννοία επί τη βάσει παραδειγμάτων εκ της αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας και Φιλοσοφίας (38).

Παρ' ότι δεν γνωρίζομεν λεπτομερείας περί του προγράμματος σπουδών, των παρά τας μονάς σχολείων, πρέπει να δεχθώμεν ότι παραλλήλως προς το εκ της Αγ. Γραφής κατάλληλον διδακτικόν υλικόν προσεφέροντο και διδακτικαί ιστορίαι και εκ των αρχαίων Ελλήνων, αλλά και εξ αυτής της φυσικής ιστορίας και μάλιστα της ζωολογίας. Ας μη λησμονώμεν ότι και αυτός ο Μέγας Βασίλειος χρησιμοποιεί εις τας ομιλίας του παραδείγματα εκ του φυσικού κόσμου κατάλληλα προς φρονιματισμόν των νέων.

Ιδιαιτέρως εξαίρεται υπό του μεγάλου Πατρός η σημασία των Ψαλμών. Εις την ομιλίαν του εις τον Α' ψαλμόν αναγράφει ούτος τα εξής:

«Επειδή γαρ είδε το Πνεύμα το Άγιον δυσάγωγον προς αρετήν το γένος των ανθρώπων και διά το προς ηδονήν επιρρεπές του ορθού βίου καταμελούντας ημάς· τι ποιεί; Το εκ της μελωδίας τερπνόν τοις δόγμασιν εγκατέμιξεν, ίνα τω προσηνεί και λείω της ακοής το εκ των λόγων ωφέλιμον λανθανόντως υποδεξώμεθα· κατά τους σοφούς των ιατρών, οι, των φαρμάκων τα αυστηρότερα πίνειν διδόντες τοις κακοσίτοις, μέλιτι πολλάκις την κύλικα περιχρίουσι. Διά τούτο τα εναρμόνια ταύτα μέλη των ψαλμών ημίν επινενόηται, ίνα οι παίδες την ηλικίαν, ή και όλως οι νεαροί το ήθος, τω μεν δοκείν μελωδώσι, τη δε αληθεία, τας ψυχάς εκπαιδεύωνται. Ούτε γαρ αποστολικόν τις ούτε προφητικόν παράγγελμα των πολλών και ραθύμων ραδίως ποτέ τη μνήμη κατασχών απήλθε· τα δε των ψαλμών λόγια και κατ' οίκον μελωδούσι και επί της αγοράς περιφέρουσι· και που τις των σφόδρα εκτεθηριωμένων υπό θυμού, επειδάν άρξηται τω ψαλμώ κατεπάδεσθαι, απήλθεν ευθύς, το αγριαίον της ψυχής τη μελωδία, κατακοιμίσας»(39).

Ωραιότατον χωρίον εκ του οποίου συνάγεται το δίδαγμα ότι ο άνθρωπος ως ψυχοσωματικόν ον έχει ανάγκην ικανοποιήσεως και αυτών των αισθητηρίων. Επίσης τονίζει ότι ό,τι λαμβάνεται κατά τρόπον ευχάριστον διατηρείται μονιμώτερον, ειδικώτερον δε προκειμένου περί των νέων, ότι η συχνή επανάληψις των λόγων των Ψαλμών και μάλιστα κατά μελωδικόν τρόπον συντελεί εις την "εντύπωσιν" αυτών εις τας ψυχάς των.

Ομιλούντες γενικώτερον περί της αγωγής η οποία δίδεται εις το σχολείον κατά τον Μέγαν Βασίλειον αναφέρομεν ότι χρονικώς αύτη συμπίπτει με την έναρξιν της δευτέρας εκ των τριών εβδομάδων ετών εις τας οποίας διαιρείται η ζωή του νέου, δηλ. την των παίδων (η πρώτη εβδομάς συνιστά την νηπιακήν και η τρίτη την εφηβικήν ηλικίαν ) (40).

Κατά τον Μέγαν Βασίλειον το διδασκαλείον πρέπει να ευρίσκεται εις ήσυχον μέρος (41), ο διδάσκων πρέπει να προσπαθή να ελκύση την εμπιστοσύνην των μαθητών του. «Αξιοπιστία του διδάσκοντος ευπαράδεκτον μεν τον λόγον καθίστησι, προσεχεστέρους δε τους διδασκομένους παρασκευάζει» λέγει εις την ομιλίαν του "Εις την αρχήν των Παροιμιών"(42). Πρέπει ούτος επίσης να είναι σαφής και σύντομος όχι όμως τόσον, ώστε να μη προλάβουν να συγκρατήσουν οι μαθηταί αυτά που λέγει. Να μη ομιλή συγχρόνως διά πολλά, να επαναλαμβάνη αυτά που λέγει, να μη προσπαθή να αποδείξη τα απλά και αυταπόδεικτα διότι θα καταστή καταγέλαστος, να στηρίζεται εις τα γνωστά, να χρησιμοποιή πολλά παραδείγματα και γενικώς να διδάσκη εποπτικώς, δεδομένου ότι τα πράγματα είναι των ονομάτων ισχυρότερα (43).

Ποίος δύναται να αρνηθή την παιδαγωγικήν αξίαν όλων όσα υπογραμμίζει ο Μέγας Βασίλειος;

Δεν πρέπει όμως να παραλείψωμεν να αναφέρωμεν ότι ο μέγας Πατήρ είναι και πρόδρομος του επαγγελματικού προσανατολισμού. Παρακινεί τους γονείς και διδασκάλους να στέλλουν όσα εκ των τέκνων των έχουν κλίσιν εις τας διαφόρους τέχνας (υφαντικήν, σκυτοτομικήν, οικοδομικήν, χαλκευτικήν κλπ.) εις τους καταλλήλους τεχνίτας (44). Εις τους " Όρους κατ' επιτομήν" παρατηρεί: «Δει μέντοιγε μετά πολλής περισκέψεως δοκιμάζεσθαι προς τι έκαστος επιτηδείως έχει, και ούτως εγχειρίζεσθαι οτιούν έργον»(45). Τα όσα αναγράφει αναφέρονται ειδικώτερον εις τους νέους οι οποίοι ανετρέφοντο εις τας μονάς (46) χωρίς τούτο όμως να περιορίζη την σημασίαν των γραφομένων. Οι νέοι ούτοι έπρεπε να διαμένουν εις ίδιον οίκημα, να συμπροσεύχωνται όμως μετά των πρεσβυτέρων διότι τούτο ήτο δι' αμφοτέρους ωφέλιμον(47). Είναι αξιοπρόσεκτον το ότι ενδιαφέρεται δι' όλα, και ομιλεί και δι' αυτήν ακόμη την τροφήν και την ανάπαυσιν των νέων(48). Επίσης ο μέγας Πατήρ τονίζει οτι η επιτήρησις προς αυτούς δεν έπρεπε να έχη την μορφήν καταπιέσεως(49).

Δεν πρέπει να παραλείψωμεν να υπογραμμίσωμεν και την σημασίαν την οποίαν αποδίδει ο Μέγας Βασίλειος τόσον εις τας ποινάς όσον και εις τας αμοιβάς.

Και προκειμένου περί των ποινών τονίζει ούτος ότι αύται πρέπει να είναι ανάλογοι του παραπτώματος.

Απαντών ο μέγας Πατήρ εις την ΙΕ' ερώτησιν των "Κατά πλάτος" όρων του «Από ποίας ηλικίας επιτρέπειν χρη καθομολογείν εαυτούς τω Θεώ και την της παρθενίας ομολογίαν πότε βεβαίαν ηγείσθαι»(50), εκ της οποίας λαμβάνει αφορμήν και ομιλεί γενικώτερον περί της αγωγής των παίδων, λέγει ότι αι θεραπείαι πρέπει να είναι «οικείαι εκάστω πταίσματι, ώστε το αυτό και επιτίμησιν έχειν του αμαρτήματος, και γυμνάσιον απαθείας τη ψυχή γίνεσθαι»(51). Και συνεχίζει ολίγον κατωτέρω:

«Ήψατο βρωμάτων παρά καιρόν; επί πλείστον της ημέρας απρόσιτος έστω. Αμετρίαν ή άσχημοσύνην σιτούμενος κατεγνώσθη; κατά τον καιρόν της τροφής ειργόμενος των σιτίων, οράν τους άλλους κατ' επιστήμην εσθίοντας αναγκαζέσθω, ωστε και κολάζεσθαι τη αποχή και διδάσκεσθαι την σεμνότητα. Λόγον αφήκεν αργόν, ύβριν εις τον πλησίον, ψεύδος, άλλο τι των απηγορευμένων; Τη τε γαστρί και τη σιωπή σωφρονιζέσθω»(52).

Ο μέγας Πατήρ δέχεται και αυτάς τας σωματικάς ποινάς. Εις την εις την αρχήν των Παροιμιών ομιλίαν του παρατηρεί ότι οι μαθηταί γίνονται προσεκτικώτεροι ύστερα από το ξύλον που τους δίδουν οι διδάσκαλοι(53). Και συνεχίζει: «Και ο αυτός λόγος προ μεν του πληγών ουκ ηκούετο, μετά δε τας εκ των μαστίγων οδύνας, ως άρτι των ώτων διανοιγέντων και παρεδέχθη τη ακοή και διεφυλάχθη τη μνήμη»(54).

Δεν πρέπει όμως να φαντασθώμεν ότι οι νέοι υφίσταντο βασανιστήρια. Τα συμφραζόμενα τα οποία τον κάμνουν να χρησιμοποιή αυτό το παράδειγμα είναι η τιμωρία των αμαρτωλών, οι οποίοι δεν δέχονται το θέλημα του Θεού(55). Ως βάσιν δε ο Μέγας Βασίλειος έχει το χωρίον του προφήτου Ησαΐου: «H παιδεία Κυρίου ανοίγει μου τα ώτα»(56).

Παραλλήλως προς τας ποινάς ο Μέγας Βασίλειος υπογραμμίζει και την σημασίαν των αμοιβών. Πρέπει λέγει «άθλα μνήμης ονομάτων τε και πραγμάτων» να προτίθενται εις αυτούς «ώστε μετά τερπνότητος και ανέσεως αλύπως» να επιτυγχάνεται ο σκοπός(57).

Ο μέγας Πατήρ δεν κάμνει αξιολογικήν διάκρισιν αρρένων και θηλέων. «Mια γαρ αρετή ανδρός και γυναικός επειδή και η κτίσις αμφοτέροις ομότιμος και ο μισθός ο αυτός αμφοτέροις» λέγει εις την ομιλίαν του εις τον Α' ψαλμόν(58). Όχι μόνον «στρατεύεται και το θήλυ παρά Χριστώ τη ψυχική ανδρεία καταλεγόμενον εις την στρατείαν»(59) αλλά και «πολλαί γυναίκες ηρίστευσαν ανδρών ουκ έλαττον. Εισί δε αι και μειζόνως ευδοκίμησαν»(60).

Ο Μέγας Βασίλειος δεν απαγορεύει την σωματικήν άσκησιν, παρ' ότι βεβαίως καταδικάζει πάσαν υπέρμετρον απασχόλησιν με το σώμα, και υπογραμμίζει τον "νόμον της σωφροσύνης", εις τον οποίον πρέπει να υπακούουν οι αγωνιζόμενοι εις τας παλαίστρας(61). Σημειωτέον ότι εις την 74ην επιστολήν του εκφράζει την λύπην του διότι εις την πατρίδα του έκλεισαν τα γυμναστήρια (62).

Αναφερόμενος ούτος εις την πλατωνικήν εικόνα συμφώνως προς την ο ποίαν το σώμα είναι δεσμωτήριον της ψυχής παρατηρεί ότι δεν πρέπει να πληρούται τροφής υπέρ το μέτρον, διότι διά του τρόπου τούτου το δεσμωτήριον καθίσταται βαρύτερον(63).

Είναι αδύνατον ελλείψει χρόνου να ομιλήσωμεν διά τα μαθήματα, τα οποία συνιστά να διδάσκωνται (Ιστορία, Φυσική, Γεωμετρία, Αριθμητική, Αστρονομία(64) -όταν κατηγορεί την αστρονομίαν αναφέρεται εις την αστρολογίαν) και διά τον τρόπον της διδασκαλίας, ο οποίος και μέχρι πρό τινος εφηρμόζετο (δεικνύεται το σχήμα και ο τρόπος προφοράς των γραμμάτων και εν συνεχεία γίνεται ο σχηματισμός των συλλαβών και των λέξεων)(65). Υπενθυμίζομεν μόνον ότι ο Μ. Βασίλειος τονίζει ότι η διδασκαλία πρέπει να γίνεται "μετά τέρψεως"(66). Και το βιβλίον ακόμη πρέπει να είναι ευχάριστον, συγχρόνως όμως "απλούν και ακατάσκευον" έχον την δύναμιν "εν τοις πράγμασι" όπως αναγράφει εις την 135ην επιστολήν του προς τον πρεβύτερον Αντιοχείας Διόδωρον(67).

Διά να εκτιμήσωμεν καλύτερον τα όσα διδάσκει ο μέγας Βασίλειος περί των νέων, και τα οποία απορρέουν από την μεγάλην του προς αυτούς αγάπην πρέπει να σκεφθώμεν ποία γενικώτερον ήτο η θέσις αυτών εις τον αρχαίον κόσμον. Αυτός ο μέγας φιλόσοφος της αρχαιότητος Αριστοτέλης θέτει επί του αυτού επιπέδου τους δούλους, τας γυναίκας και τα τέκνα, διότι οι μεν πρώτοι εστερούντο βουλήσεως, αι δεύτεραι εστερούντο δυνάμεως και τα τέκνα ήσαν ατελή («ο μεν γαρ δούλος όλως ουκ έχει το βουλευτικόν, το δε θήλυ έχει μεν αλλ' άκυρον, ο δε παις έχει μεν αλλ' ατελές»(68).

Βεβαίως από της εποχής του Μ. Κωνσταντίνου η νομοθεσία περιώριζε την εξουσίαν του πατρός. Πάντως εάν δεν είχε δικαίωμα να φονεύση είχε δικαίωμα να πωλήση το παιδί του, όταν ευρίσκετο εις κατάστασιν ανάγκης. Είναι πολύ συγκινητικός ο μονόλογος του πατρός που ευρίσκεται εις αμηχανίαν ποίον εκ των τέκνων του να πωλήση και τον οποίον ωραιότατα διατυπώνει ο Μ. Βασίλειος εις την ομιλίαν του «Καθελώ μου τας αποθήκας και μείζονας οικοδομήσω και περί πλεονεξίας»(69).

Βεβαίως εν διάταγμα των Ουαλεντινιανού, Ουάλεντος και Γρατιανού το 374 κατεδίκαζε την εγκατάλειψιν των τέκνων(70), την οποίαν αργότερον o Ιουστινιανός εχαρακτήρισεν ως φόνον(71). Πάντως ο νόμος δεν κατωχύρωνε τα δικαιώματα των τέκνων, αλλά μάλλον ετιμώρει ωρισμένα εγκλήματα. Πολλώ μάλλον δεν εξησφάλιζε μίαν ελευθέραν αγωγήν και παιδείαν.

Εις μίαν τοιαύτην εποχήν έρχεται ο Μ. Βασίλειος να υπογραμμίση τα δικαιώματα των τέκνων, το δικαίωμα της ζωής, το δικαίωμα της ελευθερίας, το δικαίωμα της εκ μέρους των γονέων ορθής ανατροφής.

Περί τούτων συνοπτικώτατα ομιλούμεν ευθύς αμέσως εις το τελευταίον τμήμα της ομιλίας μας όπου ο λόγος περί της θρησκευτικής αγωγής, η οποία αποτελεί το θεμέλιον και την προϋπόθεσιν πάσης άλλης αγωγής(72).

Η θρησκευτική αγωγή αρχίζει από τους γονείς πριν ή τα τέκνα των μεταβούν εις το σχολείον διά της αφηγήσεως βιβλικών ιστοριών, αργότερον δε και διά της αναγνώσεως αυτού του ιερού κειμένου, λαμβανομένου υπ' όψιν ότι τούτο ήτο τότε περισσότερον καταληπτόν από ότι σήμερον(73). Εις τα "Ηθικά" του και εις τον 76ον όρον καλεί τους γονείς να εκτρέφουν τα τέκνα των συμφώνως προς όσα λέγει και ο Απ.Παύλος εις την προς Εφεσίους επιστολήν του «μετά πραότητος και μακροθυμίας, μηδεμίαν πρόφασιν το όσον επ' αυτοίς διδόναι οργής και λύπης»(74). Προ πάντων όμως πρέπει ούτοι να διδάσκουν διά του παραδείγματός των(75), το οποίον είναι η πλέον εύγλωτος διδασκαλία.

«Ευπλαστον ουν έτι ούσαν και απαλήν την ψυχήν και ως κηρόν ευεικτον, ταις των επιβαλλομένων μορφαίς ραδίως εκτυπουμένην, προς πάσαν αγαθών άσκησιν ευθύς εξ αρχής ενάγεσθαι χρη· ώστε του λόγου προσγενομένου και της διακριτικής έξεως προσελθούσης δρόμον υπάρχειν εκ των εξ αρχής στοιχείων και των παραδοθέντων της ευσεβείας τύπων, του μεν λόγου το χρήσιμον υποβάλλοντος του δε έθους ευμάρειαν προς το κατορθούν εμποιούντος»(76).

Εις την ερμηνείαν του εις τον ΜΔ' ψαλμόν, αναπτύσσων το χωρίον του 6ου στίχου "τα βέλη σου ηκονημένα δυνατέ" παρατηρεί· «Βέλη του δυνατού ηκονημένα εστίν οι εύστοχοι λόγοι, οι καθικνούμενοι της καρδίας των ακροωμένων, βάλλοντες και τιτρώσκοντες τας ευαισθήτους ψυχάς»(77).

Η θρησκευτική αγωγή όμως είναι αγωγή ελευθερίας. Ο Μέγας Βασίλειος δεικνύει ιδιαίτερον σεβασμόν προς την προσωπικότητα και ελευθερίαν του παιδιού.

Εις τήν 276ην επιστολήν του απευθυνόμενος προς τον εθνικόν Αρμάτιον, του οποίου ο υιός είχε γίνει χριστιανός, και ο οποίος καταχρώμενος της πατρικής εξουσίας ήθελε να τον επαναφέρη εις την ειδωλολατρίαν, παρατηρεί ότι πρέπει να θαυμάση το γενναίον της ψυχής του «ότι και φόβου και θεραπείας πατρικής προτιμώτερον έθετο διά της αληθούς επιγνώσεως και του κατ' αρετήν βίου οικειωθήναι Θεώ»(78).

Εις τους γονείς δε οι οποίοι έσπευδον να στείλουν τας θυγατέρας των εις τα μοναστήρια, ενίοτε μάλιστα αποβλέποντες και εις ίδιον όφελος, ο Μ.Βασίλειος χρησιμοποιεί ανάλογον γλώσσαν παρατηρεί δε ότι «τας ομολογίας τότε εγκρίνομεν, αφ' ούπερ αν η ηλικία την του λόγου συμπλήρωσιν έχη»(79). Αναφερόμενος ο μέγας Πατήρ εις το θέμα της προετοιμασίας διά τον γάμον λέγει ότι ημπορούν οι νέοι να εκλέγουν σύζυγον πρέπει όμως να έχουν την συγκατάθεσιν των γονέων των(80). Ουδόλως όμως κατά τον Μ.Βασίλειον ηδύνατο ο πατέρας να επιβάλη διά της βίας εις την κόρην του να υπανδρευθή κάποιον, πράγμα το οποίον σημειωτέον ο νόμος δεν ημπόδιζε. Ας μη λησμονώμεν δε ότι την ιδίαν εποχήν εις την Δύσιν ο Άγ.Αμβρόσιος έλεγε ότι η κόρη έπρεπε να υπανδρευθή διά κλειστών οφθαλμών εκείνον τον οποίον οι γονείς θα της έδιδον(81).

Εθίξαμε το λίαν ενδιαφέρον θέμα της σχέσεως γονέων και τέκνων κατά τον Μ. Βασίλειον. Δυστυχώς ο χρόνος δεν επαρκεί διά να το αναπτύξωμεν. Δεν ημπορούμε όμως να μη αναφέρωμεν ωρισμένας από τας ωραίας εκείνας εικόνας που χρησιμοποιεί διά να κάμη φανεράν την σχέσιν αυτήν και να υπογραμμίση τα εξ αυτής απορρέοντα καθήκοντα. Αντλεί εκ του ζωικού βασιλείου παραδείγματα είτε προς μίμησιν είτε προς αποφυγήν. Οι γονείς, οι οποίοι εγκαταλείπουν τα τέκνα των, γράφει εις την Η' ομιλίαν του εις την Εξαήμερον, ομοιάζουν με τους αετούς, οι οποίοι απομακρύνουν από κοντά των το εν από τα δύο νεογέννητα, διότι δεν ημπορούν να αναθρέψουν και τα δύο. «Αδικώτατος περί την των εκγόνων εκτροφήν ο αετός. Δύο γαρ εξαγαγών νεοσσούς, τον έτερον αυτού εις γην καταρρήγνυσι ταίς πληγαίς των πτερών απωθούμενος· τον δε έτερον μόνον αναλαβών, οικειούται, διά το της τροφής επίπονον αποποιούμενος, ον εγέννησεν»(82). Και προσθέτει· «Τοιούτοι των γονέων oι επί προφάσει πενίας εκτιθέμενοι τα νήπια»(83). Παραλλήλως όμως υπογραμμίζει και το παράδειγμα της φήνης, ενός είδους θαλασσίου αετού, η οποία «υπολαβούσα αυτόν (δηλ. τον εγκαταλειφθέντα νεοσσόν) τοις οικείοις εαυτής νεοσσοίς συνεκτρέφει»(84).

Οι γονείς επομένως πρέπει να σέβωνται και την ζωήν και την ελευθερίαν των τέκνων των, και αντιστοίχως βεβαίως τα τέκνα πρέπει να αγαπούν και να σέβωνται τους γονείς των.

Εις την Θ' ομιλίαν του εις την Εξαήμερον λαμβάνων αφορμήν πάλιν εκ της προς Εφεσίους επιστολής του Απ.Παύλου παρατηρεί: «Μη και η φύσις ταύτα ου λέγει; Ουδέν καινόν παραινεί Παύλος αλλά τα δεσμά της φύσεως επισφίγγει. Eι η λέαινα στέργει τα εξ αυτής και λύκος υπέρ σκυλάκων μέχεται, τι είπη άνθρωπος και της εντολής παρακούων και την φύσιν παραχαράσσων, όταν ή παις ατιμάζη γήρας πατρός, ή πατήρ διά δευτέρων γάμων των προτέρων παίδων επιλανθάνεται»(85). Αναφερόμενος δε εις τα καθήκοντα των τέκνων λέγει εις την ομιλίαν του "Εν λιμώ και αυχμώ". «Mη ποίει τα των ανοήτων παίδων, οι παρά διδασκάλου επιτιμηθέντες τας δέλτους εκείνου καταρηγνύουσιν· πατρός δε δι' ωφέλειαν και τροφήν υπερθεμένου (όταν αναβάλη δηλ. να τους δώση την τροφήν) την εσθήτα κατασπαράττουσιν ή το της μητρός πρόσωπον τοις όνυξι καταξαίνουσι»(86). Και εις τα "Ηθικά" παρατηρεί «ότι δει τα τέκνα τιμάν τους γονείς και υπακούειν εν πάσιν αυτοίς, εν οις αν εντολή Θεού μη εμποδίζηται»(87) αναφέρεται δε εις το 2ον κεφ. του "Κατά Λουκάν" ευαγγελίου, όπου αναγράφεται ότι ο Ιησούς κατέβη μετά των γονέων του εις Ναζαρέτ και ην υποτασσόμενος αυτοίς.

Ωραιότατον αλλά και αρκετά γνωστόν είναι και το εκ των πελαργών παράδειγμα, το οποίον δεικνύει την αγάπην των πτηνών αυτών προς τους γέροντας γονείς των. «Η δε περί τους γηράσαντας των πελαργών πρόνοια εξήρκει τους παίδας ημών ή προσέχειν εβούλοιντο, φιλοπάτορας καταστήσαι»(88). Και συνεχίζει υπογραμμίζων ότι δεν πρέπει να φανώμεν κατώτεροι των αλόγων αυτών πτηνών, τα οποία όταν γηράση και απωλέση ο πατήρ των τας πτέρυγας «παριστάντες εν κύκλω τοις οικείοις πτεροίς διαθάλπουσι, και τας τροφάς αφθόνως παρασκευάσαντες την δυνατήν και την εν πτήσει παρέχονται βοήθειαν»(89). Τούτο δε, λέγει εν τέλει είναι τόσον γνωστόν, ώστε μερικοί την ανταπόδοσιν των ευεργεσιών την ονομάζουν αντιπελάργωσιν(90).

Αλλά και άλλα παραδείγματα εκ του ζωικού βασιλείου αναφέρει ο Μ. Βασίλειος διά να καταλήξη εις το συμπέρασμα ότι ο λογικός άνθρωπος δεν πρέπει να αποδειχθή αλογώτερος και απανθρωπότερος των αλόγων ζώων(91).

Η θρησκευτική αγωγή, κατά τον Μ.Βασίλειον, η οποία αποβλέπει όχι απλώς εις την μόρφωσιν αλλά εις την μεταμόρφωσιν του ανθρώπου είναι έργον το οποίον ο άνθρωπος δεν δύναται να επιτελέση μόνος, δια των ιδίων αυτού δυνάμεων. Απαιτείται «η του Πνεύματος συνέργεια»(92). Διά του Αγ.Πνεύματος oι άνθρωποι γίνονται πνευματικοί. Είναι όμως απαραίτητος, ως είδομεν(93), και η θέλησις και η προσπάθεια του ανθρώπου.

Εις το "Περί του Αγίου Πνεύματος" έργον του ο μέγας Πατήρ αναγράφει: «Αναγκαία τοίνυν εστίν η προς τελείωσιν ζωής, η Χριστού μίμησις(94), ου μόνον εν τοις κατά τον βίον υποδείγμασιν αοργισίας και ταπεινοφροσύνης και μακροθυμίας, αλλά και αυτού του θανάτου, ως Παύλος φησιν μιμητής του Χριστού, 'συμμορφούμενος τω θανάτω αυτού, ει πως καταντήσω εις την εκ νεκρών εξανάστασιν' »(95).

Σημαντικόν χωρίον διά του οποίου επισημαίνεται ο ρόλος των μυστηρίων της Εκκλησίας εις το έργον της αγωγής και της τελειώσεως καθόλου του ανθρώπου. Η μίμησις του Χριστού δεν είναι κατά τον Μ.Βασίλειον εξωτερική απομίμησις ωρισμένων τύπων αλλά "συμμόρφωσις τω θανάτω", βίωσις του μυστηρίου της σωτηρίας, συμμετοχή εις τον θάνατον και την ανάστασιν του Χριστού(96).

Η αγωγή την οποίαν κηρύσσει ο Μ.Βασίλειος είναι χριστοκεντρική και διά τούτο πάντοτε επίκαιρος.

Αντί επιλόγου και δεδομένου ότι διά της εισηγήσεως ταύτης κλείει η σειρά των ομιλιών επί τη 16η εκατονταετηρίδι από του θανάτου του μεγάλου Πατρός ας μας επιτραπή να εκφράσωμεν μίαν ευχήν.

Η μορφή του Αγίου Βασιλείου, η οποία συνδέεται με τας ωραιοτέρας αναμνήσεις της παιδικής ηλικίας μας, ας διατηρήται πάντοτε άσβεστος εις την καρδίαν μας κατευθύνουσα και παιδαγωγούσα ημάς εις παν έργον αγαθόν προς δόξαν του εν Τριάδι Θεοϋ.