Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2014

OPUS DEI: ΤΟ ΠΑΡΑΚΡΑΤΟΣ ΤΟΥ ΒΑΤΙΚΑΝΟΥ

OPUS DEI: ΤΟ ΠΑΡΑΚΡΑΤΟΣ ΤΟΥ ΒΑΤΙΚΑΝΟΥ



O P U S     D E I  
To παρακράτος του Βατικανού
 
   Στις 6 Οκτωβρίου 2002 ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β’ ανακήρυξε Άγιο τον Χοσέ Μαρία Εσκριβά ντε Μπαλαουγκέρ υ Αλμπάς, 27 μόλις έτη μετά την αποδημία του εις Κύ­ριον, προβαίνοντας έτσι στην «πιο γρήγορη αγιοποίηση της πρόσφατης ιστορίας»1. Ο Εσκριβά ήταν ο ιδρυτής μίας από τις πλέον ισχυρές όσο και αμφιλεγόμενες καθολικές οργανώσεις, της «Opus Dei» (στα λατινικά σημαίνει «Έργο του Θεού»). Για το κατά πό­σο το έργο της οργάνωσης είναι θεάρεστο έχουν εκφραστεί πολλές αμφιβολίες. Αυτό που δεν αμφισβητείται είναι η δύναμή της.
 To όνομα της οργάνωσης σημαίνει «έργο Θεού» και στην παράδοση του καθολικι­σμού σχετίζεται με τους Προσευχητές, που αφιέ­ρωναν ολόκληρη τη ζωή τους στην απαγγελία ψαλμών.
«Η αγιοποίηση του Χοσέ Μαρία Εσκριβά τη χρόνια μετά τον θάνατό του, δίνει και το μέτρο της επιρροής που ασκεί η Opus Dei. Ενώ υπό κανονικές συνθήκες χρειάζονται δεκαετίες ή και αιώνες για να ανακηρυχθεί κάποιος Άγιος, η υπόθεση του Εσκρίβα επισπεύτηκε από τον ίδιο τον Πάπα, ο οποίος ήταν θαυμαστής του Ισπανού ιερέα»2.
Ο ιδρυτής της οργάνωσης, Jose Maria Escriba de Balaguer, ήταν μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα με ακραίες από­ψεις, η συμπεριφορά του οποίου σε πολλές περι­πτώσεις φλέρταρε με την παράνοια. Γιος ενός αποτυχημένου εμπόρου υφασμά­των, στράφηκε από πολύ νωρίς στην ιεροσύνη, πιστεύοντας ότι έτσι θα κατάφερνε να αποκτήσει φήμη και δύναμη. Αυτές ακριβώς οι φιλοδοξίες ήταν που τον οδήγησαν στη δημιουρ­γία της Opus Dei. Σαν χαρακτήρας ήταν κακότροπος και αλαζόνας. Αποκαλούσε την προσπάθειά του να δημιουργήσει την οργάνωση «Θεόπνευ­στο έργο», ενώ ποτέ δεν έπαυε να επαναλαμβάνει ότι ο ίδιος ήταν πολύ καλύτερος από όλους τους επισκό­πους και τους πάπες που είχε γνωρί­σει. Αντίθετα, βέβαια, μαρτυρίες αν­θρώπων που τον γνώρισαν, κάνουν λόγο για ένα άτομο μέτριας ευφυΐας, που έτρεφε την έντονη επιθυμία να παρουσιάζεται ως φιλόσοφος. Προ­φανώς, μέσα στην Opus Dei βρήκε την ευκαιρία να αναγνωριστεί ως διανοητής, αφού η τυφλή πίστη στον αρ­χηγό και η στρατιωτική δομή της ορ­γάνωσης τού πρόσφεραν γόνιμο έδα­φος για να επιβληθεί.
 Ο ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ «ΘΕΟΥ»
Η Opus Dei ιδρύθηκε στην Ισπανία το 1928 από τον πρώην δικηγόρο και μετέπειτα ιε­ρωμένο Χοσέ Μαρία Εσκριβά, «ο οποίος αντιδρούσε στη φιλελεύθερη ατμόσφαιρα που επικρατούσε στο πανεπιστήμιο της Μαδρίτης»3. Η οργάνωση απέκτησε σημα­ντική ισχύ μετά τον ισπανικό εμφύλιο, «δι­ευρύνοντας σταδιακά την επιρροή της στην Παιδεία, στον Τύπο και τους οικονομικούς οργανισμούς», ενώ παράλληλα απολάμβανε στήριξης από το δικτατορικό καθεστώς του Φράνκο4.

«Τις δεκαετίες του ’50 και του ’60 αντικατέστησε τη «Φά­λαγγα» και εδραιώθηκε ως η πιο σημαντική, συντηρητική πολιτική και θρησκευτική δύναμη στην Ισπανία, αν και η δύ­ναμή της μετριάστηκε κάπως στη δεκαετία του '70. Από τότε, εν μέρει λόγω και της υποστήριξης από το Βατικανό, η οργάνωση έχει αναπτυχθεί και σήμερα αριθμεί περισσότερα από 80.000 μέλη, μεταξύ των οποίων 25 ρωμαι­οκαθολικούς επισκόπους και πάνω από 1700 ιερείς, σε 80 χώρες.» Ο πανίσχυρος εκπρόσωπος του Πάπα, Ιωακείμ Ναβάρο Βάλς και 69 μέλη του Συμβουλίου των Καρ­διναλίων, που αποτελεί και το εκλεκτορικό σώμα για την ανάδειξη του Ποντίφηκα, εί­ναι - ανάμεσα σε πολλούς άλλους στο μη­χανισμό του Βατικανού- στελέχη της Opus Dei, η οποία δηλώνει ότι ο επόμενος Πάπας θα προέρχεται από τις τάξεις της.
Το 1950 το Βατικανό την αναγνώρισε ως «κοσμικό ινστιτούτο» και το 1982 ο «θαυ­μαστής» της Πάπας Ιωάννης Παύλος Β' ως «personal Prelature», που σημαίνει ότι «η δικαιοδοσία της (της «Τάξης» ή του «θρη­σκευτικού Τάγματος» κατά κάποιον τρόπο) καλύπτει τα συμμετέχοντα άτομα και όχι μία συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή». Είναι η μοναδική περίπτωση χορήγησης τέ­τοιου προνομίου στην Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία5. Τα μέλη της συγκροτούν «ξεχωρι­στή επισκοπή, με δικό της επίσκοπο» και, πρακτικά, τελούν εκτός ελέγχου των κατά τόπους επισκόπων του Βατικανού6.
 Ο μισογυνισμός, άλλωστε, ήταν ένα ακό­μη από τα χαρακτηριστικά της προ­σωπικότητας του Escriba, που δεν έχανε ευκαιρία να ταπεινώνει και να χτυπά τις γυναίκες-μέλη της οργά­νωσης, πιστεύοντας ότι η γυναικεία φύση είναι ο αγωγός μέσω του οποί­ου το κακό έρχεται στη Γη. Αν και δί­δασκε τους οπαδούς του να ζουν μια αυστηρή και λιτή ζωή, ο ίδιος προτι­μούσε να ζει σ' ένα ανάκτορο είκοσι τεσσάρων δωματίων, που είχε μετα­τρέψει σε στρατηγείο της οργάνωσης. Το 1940 ο Jose Maria Escriba άλλα­ξε το επίθετό του σε Escriva, για αι­σθητικούς προφανώς λόγους, ενώ το 1960 τα δυο πρώτα ονόματα συγχω­νεύτηκαν σε ένα κι έγιναν Josemaria. Με το όνομα αυτό έγινε διάσημος. Όταν μάλιστα, το 1968 αιτήθηκε κι έλαβε από το Βατικανό τον τίτλο του Marques de Peralta, που τον κατέτασσε μεταξύ των ισχυρότε­ρων στην ιεραρχία ιερέων της Ρωμαι­οκαθολικής Εκκλησίας, ο Escriva ήξερε πως είχε καταφέρει να υλοποι­ήσει πλήρως τα νεανικά του εξουσια­στικά όνειρα.
“YOU CHECK IN, YOU DON’T CHECK OUT”
Οι λαϊκοί που συμμετέχουν στην Opus Dei δεν δένονται με «άρρηκτους όρκους», όπως συμβαίνει με τους ιερείς στην Εκκλη­σία ή με τα μέλη μυστικών εταιριών, δε­σμεύονται όμως με ένα είδος «συμβολαί­ων» απέναντι στην οργάνωση, «να υπηρε­τούν τον Θεό στην εργασία τους» και στην καθημερινή τους ζωή. Το «σπάσιμο» των «συμβολαίων» αποδεικνύεται δύσκολη υπόθεση και οι πρακτικές για τον «σωφρο­νισμό» των μελών που αλλάζουν γνώμη πα­ραπέμπουν σε άλλου είδους σχήματα και εποχές. Στις τάξεις της απαντώνται κυβερ­νητικοί αξιωματούχοι, ιερείς, διανοούμε­νοι, υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι του Βατικανού, επαγγελματίες, τραπεζίτες και στελέχη της παγκόσμιας επιχειρηματι­κής ελίτ. Επισήμως η Opus Dei προβάλει ως σκοπό της την προώθηση των παραδοσιακών χριστιανικών αξιών και την καταπολέμηση του «φιλελευθερισμού και της ανηθικότητας». Ο κεντρικός άξονας της κατήχησης προς τα μέλη της είναι ότι ο καθένας μπορεί να πορευθεί προς την ένωση με τον Θεό και να αποκτήση την αγιότητα μέσω της προσευ­χής, της αυτοπειθαρχίας και της γενναιο­δωρίας προς τον πλησίον7. Ωστόσο, οι επι­κριτές της υποστηρίζουν ότι η μυστικότητα, η πολιτική ισχύς, η οικονομική δύναμη, η αυστηρότητα, ο προσηλυτισμός, η καταπίε­ση μελών της, οι παρασκηνιακές δραστη­ριότητες, οι υπόγειες διασυνδέσεις με αμ­φιλεγόμενους οικονομικούς και πολιτικούς οργανισμούς και η στενή σχέση της με δικτατορικά καθε­στώτα, αποτελούν το πραγματικό πρόσωπο της Opus Dei το οποίο δεν έχει τίποτε να κάνει με την αγάπη του Χριστού.
Χαρακτηρι­στικά παραδείγματα της εύνοιας του Βατικανό είναι η άμεση μετά θάνατον ανακήρυξη ως αγίου του ιδρυτή της οργάνωσης, καθώς και το γεγονός ότι λίγες μέρες πριν εκλεγεί πάπας ο Ιω­άννης Παύλος, επισκέφθηκε και προσκύνησε τον τάφο του Escriva. Οι κακές γλώσσες, βέβαια, αποδί­δουν την εύνοια αυτή στο γεγονός ότι το Βατικανό βλέπει την Opus Dei ως έναν «ετοιμοπόλεμο στρατό», πρόθυ­μο να πολεμήσει για τα συμφέροντα της Αγίας Έδρας. Ίσως αυτός να είναι και ο λόγος που οι κατηγορίες κατά της Opus Dei, ότι αποτελεί κράτος εν κράτει μέσα στα πλαίσια της Ρωμαιο­καθολικής Εκκλησίας, δεν εισακούσθηκαν ποτέ.
‘Η ΕΜΕΙΣ ‘Η Η ΚΟΛΑΣΗ
Αφορμές για την πολεμική κατά της Opus Dei δόθηκαν πολ­λές φορές από καταγγελίες πρώην μελών της, που κατηγόρησαν την οργάνωση ότι όταν αποπειράθηκαν να αποχωρήσουν δεχτήκαν απειλές, εκβιασμούς και μεγάλη ψυχολογική πίεση για να αναιρέσουν την απόφασή τους.

Η «Τζούλι», η οποία μίλησε στο αμερικανι­κό τηλεοπτικό δίκτυο ABC με τον όρο να μην αποκαλυφθεί το πραγματικό όνομά της, είχε στρατολογηθεί από την Opus Dei σε ηλικία 12 ετών. Την είχε πλησιάσει, όπως λέει, ένας ιερέας της οργάνωσης, τη ρώτησε τι σχέδια είχε για τη ζωή της και όταν εκείνη του απάντησε ότι ήθελε να πα­ντρευτεί και να κάνει παιδιά, αυτός της εί­πε ότι «ο Θεός είχε υψηλότερα σχέδια» για αυτήν. Κατά τη διάρκεια των επομένων ετών η «Τζούλι», με την προτροπή του «πνευματικού καθοδηγητή» της, κράτησε μυστική από τους γονείς της τη συμμετοχή της στην Opus Dei, έως ότου σε ηλικία 16 ετών τους ανακοίνωσε ότι εγκαταλείπει το σπίτι για να ζήσει εσωτερική σε ένα από τα κέντρα της οργάνωσης. Στο μεσοδιάστημα οι υπεύθυνοι της είχαν πει «ότι δεν θα ήταν ποτέ ευτυχισμένη, ότι θα πήγαινε στην κόλαση αν δεν ακολουθούσε αυτά που της έλεγαν και ότι δεν μπορούσε να το πει στους γονείς της διότι αν αντιτίθεντο στην απόφασή της να ακολουθήσει την ορ­γάνωση, όχι μόνο η ίδια αλλά και αυτοί θα πήγαιναν στην κόλαση»8.
Οι γονείς της σε μια πρώτη σπασμωδική αντίδραση την αποκήρυξαν και την άφησαν στο κέντρο, αλλά λίγες ημέρες αρ­γότερα, σκεπτόμενοι ψύχραιμα, την έφεραν πίσω στο σπίτι. Η «Τζούλι» για να τους καθησυχάσει, τους είπε ψέμματα ότι έφυγε από την οργάνωση, μυστικά όμως συνέχισε να συμ­μετέχει. Στην πορεία, το άγχος που της δημιουργούσε η δι­πλή ζωή επέφερε καταλυτικές συνέπειες στην υγεία της: «Άρχισαν να πέφτουν τούφες από τα μαλλιά μου, είχα κα­θημερινά ημικρανίες, είχα αστάθεια βάρους, έχανα και κέρ­διζα 10 κιλά, έκανα να κοιμηθώ κανονικά εβδομάδες», διη­γείται η ίδια9.
Η «Τζούλι» ξέφυγε από την οργάνωση όταν αποφάσισε να εξομολογηθεί τι συνέβαινε σε έναν ιερέα που δεν ήταν μέ­λος της Opus Dei, ο οποίος και τη συμβούλεψε να αποχωρή­σει. «Σήμερα-λέει- είμαι 36 ετών, παντρεμένη με δύο παι­διά, ζω στην Ουάσιγκτον και έχω ακόμα εφιάλτες γι αυτό.» Η ιστορία της «Τζούλυ» είναι παρόμοια με εκατοντάδες άλ­λες πρώην μελών της οργάνωσης που αντιμετώπισαν την ίδια κατάσταση. Η Τάμι Ντι Νίκολα είναι μια γυναίκα σχεδόν συνομήλικη με την «Τζούλι» η οποία πέρασε ανάλογη περι­πέτεια, μετά το πέρας της οποίας οι γονείς της ίδρυσαν και διευθύνουν μέχρι σήμερα το «Opus Dei Awareness Network», ένα μη κερδοσκοπικό ίδρυμα με στόχο την ενη­μέρωση της κοινής γνώμης για τις πρακτικές και τη δράση της οργάνωσης10.
Η ίδια η Τάμι, περιγράφοντας σε γενικές γραμμές τον έλεγ­χο που της ασκείτο, ανέφερε ότι οι καθημερινές δραστήριοτητές της σχεδιάζονταν λεπτομερώς από την οργάνωση, μέρος της αλληλογραφίας της ελεγχόταν, έπρεπε να δίνει αναφορά για τα έξοδά της, το διάβασμα και η τηλεό­ραση ήταν περιορισμένα σε ότι επέτρεπαν οι αρμόδιοι, ήταν υποχρεωμένη να ενημε­ρώνει τον πνευματικό καθοδηγητή της και να συζητά μαζί του για το τι θα κάνει και που θα πάει πριν βγει εκτός του κέντρου- εφ’ όσον τελικά της δινόταν η άδεια- ενώ απαγορευόταν να εξομολογηθεί σε ιερέα που δεν ήταν μέλος της οργάνωσης. Όταν εκδήλωσε την πρόθεσή της να αποχωρήσει οι «αρμόδιοι» της είπαν φυσικά ότι αν αφή­σει την οργάνωση θα πάει «στην κόλαση».
Αλλά ας πάρουμε μια γεύση σχετικά με το ποιοι κρύβονται πίσω από τους διεθνείς οργανισμούς που έχει ιδρύσει η Opus Dei, αλλά και τον τρόπο χρηματοδότησής τους:
Το Οικονομικό Παρασκήνιο της Opus Dei 
Τo Limmat Foundation, με έδρα την Ελβετία, δρα στην Κεντρική και Ανατο­λική Αφρική, τη Νότιο Αμερική, τη Νοτιοανατο­λική Ασία και τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Αν και διατείνεται ότι δεν έχει πολι­τικό ή θρησκευτικό χαρακτή­ρα, είναι γνωστό ότι το ίδρυμα αυτό επηρεάζει άμεσα την πο­λιτική των χωρών στις οποίες δρα, ενώ όλα τα ιδρυτικά του μέλη έχουν ισχυρούς δεσμούς με την Opus Dei. Το ίδρυμα Limmat έχει ετήσιο προϋπολο­γισμό πάνω από 1.000.000 S. εκ ίων οποίων ίο 78% προέρ­χεται από ιδίους πό­ρους. ενώ το υπόλοιπο 22% καλύπτεται από κρατικά κονδύλια κι επιχορηγήσεις της Ευ­ρωπαϊκής Ένωσης. Το ίδρυμα έχει άμεση σχέ­ση με το πανευρωπαϊ­κό τραπεζικό σύστημα που ελέγχει η Opus Dei. Στον κατάλογο των μελών του συγκαταλέ­γονται κορυφαία στελέ­χη της Λαϊκής Τράπε­ζας της Ισπανίας, της Nordfinanzbank της Ζυρίχης και του ιδρύ­ματος Rhine-Dunude, που είναι εξ ολοκλήρου χρηματοδοτούμενο από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ένας άλλος οργανι­σμός που ιδρύθηκε από μέλη της Opus Dei είναι το ίδρυμα Hanns-Seidelμε έδρα τη Γερμανία. Το ίδρυ­μα χρηματοδοτείται από την Ευρω­παϊκή Ένωση, ενώ σχετίζεται με το Βαυαρικό Χριστιανοδημοκρατικό κόμμα CSUο ευρωβουλευτής του οποίου, Φριτζ Πιρκλ, είναι ιδρυτικό μέλος του Hanns-Seidel. Το ίδρυμα αυτό, σε συνεργασία με το Limmat, έχει ιδρύσει στις Φιλιππίνες το Κέντρο Έρευνας κι Επικοινωνίας, μεταξύ των μελών του οποίου συγκαταλέγεται η πλειοψηφία της οικονομικής και πολιτικής ελίτ της χώρας.
Ο Οργανισμός Progredi με έδρα τις Βρυξέλλες, είναι μια ακόμη από τις «βιτρίνες» της Opus Dei. Στον κατάλογο των μελών του φιγουράρουν ονόματα όπως αυτό του Τζιάν Μάριο Ροβεράρο, ιδιο­κτήτη της Εμπορικής Τράπεζας Akros του Μιλάνο και οικονομι­κού συμβούλου του Βατικανό.
To Instituto per la Cooperazione Universitaria με κεντρικά γρα­φεία στη Ρώμη και τις Βρυξέλλες, δραστηριοποιείται από το 1993 σε ολόκληρο τον κόσμο. Ιδιαίτερη δράση παρουσιάζει σε χώρες όπως το Περού, η Αλβανία και τα κράτη της πρώην Σοβιετικής Ένω­σης. Ο ετήσιος προϋπολογισμός του ξεπερνά τα 4.500.000 $, εκ των οποίων το 10% προέρχεται από ίδια κεφάλαια, ενώ τα υπόλοι­πα καλύπτονται από κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η οργάνωση Association for Cultural Cooperation έχει έδρα το Βέλγιο. Ο ετήσιος προϋπολο­γισμός της ξεπερνά το 1.000.000 $, από τα οποία το 30% προέρχεται από ιδιωτικά κεφάλαια, ενώ το υπό­λοιπο 70% από κοινωνικούς φορείς και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η ορ­γάνωση δρα σε επτά χώρες της Κε­ντρικής Αφρικής και της Νοτίου Αμερικής. 
Βέβαια, ο μακρύς κατάλογος δεν τε­λειώνει εδώ.... Είναι προφανές λοι­πόν ότι η Opus Dei έχει άμεση ανά­μιξη στα κοινωνικά δρώμενα. Η επιρροή που ασκεί στην πολιτική των χωρών στις οποίες η παρουσία της είναι ισχυρή έχει άμεσο αντίκτυπο και στην παγκόσμια πολι­τική σκηνή. Τα μέλη της, άλλωστε, έχουν κατορθώσει να εισχω­ρήσουν στο Ευρωπαϊ­κό Κοινοβούλιο, να γί­νουν επίτροποι των χωρών τους στην Ευ­ρωπαϊκή Ένωση ή κυβερνητικοί εκπρό­σωποι στον ΟΗΕ. Έτσι καταφέρνουν να επεμβαίνουν στις εξε­λίξεις, έχοντας πετύχει να ελέγχουν ακόμη και διεθνείς κοινωφε­λείς οργανισμούς όπως την UNESCO, της οποίας ο γενικός διευθυντής Φεντερίκο Μαγιόρ είναι μέλος της οργάνωσης.
MARRIED TO THE ΜΟΒ”
Η Opus Dei ιδρύει τα κέντρα της κοντά σε κολέγια και πανεπιστήμια επιδιώκοντας τη στρατολόγηση νέων οι οποίοι εφ’ όσον συ­μπληρώσουν την ηλικία των 18 ετών καλού­νται να υπογράψουν τις λεγάμενες «δε­σμεύσεις» (commitments). Οι «δεσμεύ­σεις» αυτές έχουν την μορφή διαδοχικών ετησίων συμβολαίων για μία περίοδο 6,5 ετών στο τέλος της οποίας ο «αριθμητικός» (numerary) ή «εταίρος» (associate), όπως ονομάζεται το υποψήφιο ισόβιο μέλος, κα­λείται να προβεί σε «εφ’ όρου ζωής δέ­σμευση». Ο εκπρόσωπος Τύπου της Opus Dei στις ΗΠΑ, Μπράιαν Φίνερτι, απαντώ­ντας στις κατηγορίες των επικριτών της πε­ρί προσηλυτισμού νέων ανθρώπων οι οποί­οι δεν έχουν ακόμα επαρκείς διανοητικές άμυνες, δηλώνει ότι «η νεότητα είναι η πε­ρίοδος που οι άνθρωποι είναι ανοιχτοί στη μεγάλη γενναιοδωρία, προσπαθούν να σκεφτούν για διάφορα πράγματα, το νόημα της ζωής και τα σχέδια για το μέλλον τους, οπότε είναι μία καλή χρονική φάση για να ενισχυθεί η πίστη κάποιου και αυτό προ­σπαθεί να κάνει η Opus Dei». Παραδέχεται πάντως, παρομοιάζοντας τους δεσμούς με­ταξύ μελών και οργάνωσης με αυτούς της οικογένειας, ότι οι «εταίροι» παραδίδουν το μισθό τους στους καθοδηγητές (χωρίς να διευκρινίζεται κατά πόσο αυτό γίνεται «αυτοβούλως») και ότι κατ’ ουσία προτρέπονται να συντάξουν διαθή­κες προς όφελος της Opus Dei: «Κάποιος ο οποίος εί­ναι παντρεμένος διαθέτει όλο το εισόδημά του στη σύζυγο και τα παιδιά του, σκέπτεται για τους άλ­λους». Όσο για την ισόβια «συμμετοχή» το σχόλιό του είναι ότι «η υπόσχεση θεω­ρείται σοβαρή δέσμευση, είναι κάτι το σημαντικό, δεν είναι κάτι από το οποίο μπορείς να υπαναχωρήσεις ελαφρά τη καρδία»11...
Η Πολιτική Επιρροή της Οργάνωσης 
Ένα από τα πιο μαχητικά μέλη της Opus Dei είναι ο Ιταλός ευ­ρωβουλευτής Κάρλο Κασίνι. Ο Κασίνι ηγείται της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Νομικών Υποθέσεων και πολιτικών Δικαιωμάτων κι από τη θέση αυτή έχει τη δυνατότητα να επεμβαίνει στις νομοθετικές ρυθμίσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εξυπηρε­τώντας τα συμφέροντα της οργάνω­σης και του Βατικανό. Βέβαια, ο Κα­σίνι δεν είναι μόνος. Μέλη της Opus Dei συμμετέχουν αδιάλειπτα σε διεθνείς συναντήσεις, πιέζοντας παρασκηνιακά τους εθνικούς απε­σταλμένους για να επιτύχουν τους σκοπούς τους.
Στα κράτη της Ευρώπης η επιρροή της Opus Dei είναι πανίσχυρη. Ιδιαίτερα σε χώρες όπως η Ισπα­νία, η Πορτογαλία, η Ιταλία, η Γαλλία, η Αυστρία, η Γερμανία και το Βέλγιο. Εκτός από την επιρροή στους πολιτικούς κύκλους, η ορ­γάνωση έχει ισχυρούς δεσμούς με την καθολική αριστοκρατία της Ευρώπης. Στους κύκλους των νυν και τέως βασιλιάδων η Opus Dei κατάφερε να εισχωρήσει χάρη στη βασίλισσα του Βελγίου Φαμπιόλα, που είχε συγγενικούς δε­σμούς με τον Οίκο των Βουρβόνων της Αραγονίας.
Η Ισπανία αναμφισβήτητα είναι η ευρωπαϊκή χώρα στην οποία η Opus Dei έχει την ισχυρότερη παρουσία. Παραδοσιακά η οργά­νωση σχετίζεται με ακροδεξιά στοιχεία και είναι προφανές ότι είχε κατορθώσει να επιβληθεί από την εποχή του Φράνκο. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1950, τα μέ­λη της πέτυχαν σχεδόν αδιάλειπτο έλεγχο του υπουργείου Οικονομι­κών και κατέλαβαν σημαντικές θέ­σεις σε άλλα υπουργία. Η επιρροή της οργάνωσης στη χώρα αυξήθηκε, κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης του Χοσέ Μαρία ΑΘνάρ. Ο πρωθυ­πουργός της κυβέρνησης Αθνάρ είχε στενές σχέσεις με τους τοπικούς ηγέ­τες της Opus Dei, ενώ η σύζυγος του Αθνάρ είναι φανερά φιλική προς την οργάνωση.
Στη Γαλλία η Opus Dei διατηρούσε κι εξακολουθεί να διατηρεί καλές σχέ­σεις με τους οικονομικούς παράγο­ντες της χώρας. Η σύζυγος του προέ­δρου Ζακ Σιράκ, αν και δεν ήταν μέ­λος της οργάνωσης, ήταν φιλικά προσκείμενη σε αυτή. Κατά την προ­εδρία του Αλέν Ζοσπέν, πολλά από τα μέλη της οργάνωσης τοποθετήθηκαν σε υπουργικές θέσεις, κατορθώ­νοντας να διαμορφώσουν την κυβερ­νητική πολιτική. Την ίδια εποχή, κατάφεραν να αποκτήσουν σχεδόν πλήρη έλεγχο στο κρατικό τηλεοπτι­κό κανάλι TF1. Από τους Γάλλους πολιτικούς που είναι μέλη ή συμπαθούντες της Opus Dei. οι σημαντικό­τεροι είναι οι εξής: Χερβέ Γκεϋμάρντ (εκπρόσωπος της Σαβοΐας στο Κοινο­βούλιο και σύμβουλος στην προεκλο­γική καμπάνια του Ζακ Σιράκ), Ρεϋμόντ Μπαρέ (δήμαρχος της Λυόν), πρίγκιπας Μισέλ Πονιατόβσκι (μέλος της Γαλλικής Γερουσίας από το 1989), Κριστίν Μπουτίν (βουλευτής και μέλος της ακροδεξιάς Union pour la Democratie Frangaise).
Στην Ιταλία, οι επιφανέστεροι πολιτι­κοί που είναι φιλικά προσκείμενοι στην Opus Dei είναι: ο ευρωβουλευ­τής Κάρλο Κασίνι, ο βουλευτής Αλμπέρτο Μισελίνι, ο βουλευτής των Χριστιανοδημοκρατών Ομπρέτα Φουμαγκάλι Καρούλλι και η διατελέσασα υπουργός Γεωργίας Αντριάνα Πόλι Μπορτόνι. Μάλιστα, η οργάνω­ση έχει συνάψει συμμαχία με το φα­σιστικό κόμμα Aleanza Nazionale. Σε μια συνέντευξή του, ο Τζιανφράνκο Φίνι, ηγέτης του κόμματος, εξέφρασε και επίσημα τη συμπαράστα­ση του κόμματός του στην Opus Dei. Στις ΗΠΑ η επιρροή της Opus Dei έφτασε στο απόγειό της κατά τη διάρ­κεια της προεδρίας του Ρόναλντ Ρέιγκαν. Η οργάνωση εκείνη την εποχή είχε κατορθώσει να τοποθετήσει δι­κούς της ανθρώπους στο Λευκό Οίκο και να στρατολογήσει νέα μέλη από τις τάξεις του Πενταγώνου. Σήμερα η επιρροή της οργάνωσης στους κυβερ­νητικούς κύκλους των ΗΠΑ έχει ατονήσει, αν και δεν έχει πάψει να υφίσταται. Η Opus Dei εξακολουθεί να διατηρεί καλές σχέσεις με πολλούς γερουσιαστές, ενώ ο διατελέσας διευ­θυντής του FBI Louis Freeh, είναι μέλος της.
ΥΠΟΘΕΣΗ ΜΑΣ (“COSA NOSTRA”)
Ορισμένοι οι οποίοι «δικαιολογούν» ή «κατανοούν χωρίς να συμφωνούν» τις μεσαιωνικές πρακτικές της οργάνωσης, τις αποδίδουν στον υπερσυντηρητισμό των μελών της και στο ζήλο τους να διατηρήσουν μια Τάξη-κιβωτό της αυστηρής καθολικής παράδοσης, η οποία δεν θα επηρεάζεται από τις εκάστοτε ανανεωτικές τάσεις που σαρώνουν περιοδικά τον πλανήτη και κλονίζουν τα θεμέλια των θρησκευτικών δογ­μάτων. Η εμπλοκή όμως της οργάνωσης σε μια σειρά «περίεργων» πολιτικών και οικονομικών υποθέσεων που απα­σχόλησαν τη διεθνή κοινή γνώμη δύσκολα μπορεί να αποδοθεί σε αυτά τα κίνητρα. Ο Ρομπέρτο Κάλβι, προέδρος και πλειοψηφικός μέτοχος της Τράπεζας Αμπροζιάνο, είχε βρε­θεί κρεμασμένος, με τα χέρια δεμένα πισθάγκωνα, στις 17 Ιουνίου 1982 κάτω από τη γέφυρα Μπλάκφριαρς στο Λονδί­νο. Ο Κάλβι είχε υποχρεωθεί από τον Λίτσιο Τζέλι, τον επι­κεφαλής της ιταλικής μασονικής στοάς Ρ2, να χρηματοδοτεί από την τράπεζά του την αντικομουνιστική παραστρατιωτική οργάνωση «Γκλάντιο», η οποία είχε ιδρυθεί με πρωτο­βουλία της CIA για να «αντιμετωπίσει» την άνοδο του κομ­μουνιστικού κόμματος στην Ιταλία και κατευθυνόταν από την Ρ2. Ο Τζέλι είχε στην κατοχή του 150.000 «ευαίσθη­τους» προσωπικούς φακέλους που αφορούσαν τις δραστη­ριότητες της ελίτ της ιταλικής κοινωνίας, τους οποίους του είχε παραδώσει ο πρώην αρχηγός των ιταλικών μυστικών υπηρεσιών μέλος και ο ίδιος της Ρ2 και εικάζεται ότι είχε τρόπους να «πείσει» τον Κάλβι.
Η χρηματοδότηση της «Γκλάντιο» δημιούργησε μια «μαύρη τρύπα» $1.3 δισεκατομμυρίων στην τράπεζα του Κάλβι, ο οποίος προσπάθησε να την κλείσει ξεπλένοντας ναρκοδο­λάρια για τη Μαφία. Από τη στιγμή όμως που η Μαφία κατάλαβε ότι μέρος των χρη­μάτων της χρησιμοποιούνταν ερήμην της για να κλείσει η «μαύρη τρύπα» της Αμπροζιάνο, οι ημέρες του Κάλβι ήταν μετρημέ­νες. Ο τελευταίος, σε μία ύστατη προσπά­θεια να σώσει την τράπεζα και τη ζωή του διαπραγματεύθηκε τη σύναψη δανείου από την Opus Dei με την οποία διατηρούσε σχέ­σεις, ώστε να ξεχρεώσει την Μαφία12.
Η οικογένεια του Κάλβι ισχυρίσθηκε ότι, μέχρι που πέθανε, ο τραπεζίτης βοηθούσε την Opus Dei να αποκτήσει τον έλεγχο της Τράπεζας του Βατικανού (IOR)13. Ο Κάλβι συναντήθηκε με τον θησαυροφύλακα της οργάνωσης και κατέληξαν σε συμφωνία για την αγορά από την οργάνωση ενός μειοψηφικού πακέτου μετοχών της τράπεζας. Όμως, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι, ανώτατα στελέχη της Opus Dei, συνυπολογίζοντας μυστικές διαδρομές και συσχετι­σμούς, εκτίμησαν τελικά ότι η κατάρρευση της Αμπροζιάνο που θα ακολουθούσε τον «αναμενόμενο» θάνατο του Κάλβι, θα αποδυνάμωνε εχθρούς της οργάνωσης στην Κουρία και εν τέλει θα εξυπηρετούσε την προσπάθειά της να αποκτήσει τον πλήρη έλεγχο του Βατικανού. «Συνεπώς ο Κάλβι πε τάχθηκε στους λύκους»14. «Κοντά» στην Opus Dei βρισκόταν και ο γνωστός (επίσης δολοφονηθείς) «χρηματοδότης της Μα­φίας» Μικέλι Σιντόνα, μέλος και αυτός της στοάς Ρ2, η κατάρρευση της αυτοκρατορίας του οποίου, μα­ζί με την υπόθεση Αμπροζιάνο, στοίχισε στην οργάνωση $55 εκατομμύρια15.
Η Λατινική Αμερική στο Στόχαστρο της Opus Dei 
Το απόγειο της δύναμης και της δράσης της Opus Dei είναι πε­ρισσότερο ορατό στις χώρες της Λατινικής Αμερικής. Στις χώρες αυτές η οργάνωση έχει διεισδύσει σε όλα τα κυβερνητική επίπεδα, το στρατό και την οικονομία.
Στην Αργεντινή η Opus Dei επηρεά­ζει καίρια την πολιτική ζωή της χώρας επί πολλά χρόνια. Ο επιφανέστερος άνθρωπος της οργάνωσης στη χώρα είναι ο ακροδεξιάς εθνικιστής Ρομπέλφο Μπάρα, που έγινε υπουργός Δημοσίων Έργων της κυβέρνησης Μενέμ το 1989. Την περίοδο 1993- 94, ο Μπάρα έγινε πρόεδρος του Ανώτατου Δικαστηρίου, ενώ για τα δυο επόμενα χρόνια υπήρξε υπουρ­γός Δικαιοσύνης. Από το 1960, ήταν μέλος της μαθητικής εθνικιστικής ορ­γάνωσης U.N.E.S., που αποτελούσε τη νεολαία της ακροδεξιάς καθολικής οργάνωσης Tacuara, η οποία διατη­ρούσε ισχυρούς δεσμούς με την Opus Dei.
Στο Περού η οργάνωση είχε καταφέ­ρει να δημιουργήσει ένα συνασπισμό επιχειρηματικών και τραπεζικών στε­λεχών που στήριξαν και βοήθησαν τον ακροδεξιό πρόεδρο Αλμπέρτο Φουτζιμίρι. Όταν, μάλιστα, οι επανα­στάτες Τουπάκ Αμάρου κατέλαβαν την ιαπωνική πρεσβεία, δημιουργώ­ντας την «κρίση των 126 ημερών», ο Φουτζιμόρι δέχτηκε τη βοήθεια του επισκόπου Λουίς Κιπριάνι. Ο Κιπριάνι. στενός φίλος του Φουτζιμόρι, είναι ένας από τους επτά επισκόπους-μέλη της Opus Dei στο Περού. Βέβαια, η βοήθεια δεν αφορούσε αποκλειστικά τη σχέση του με τον Φουτζιμόρι, αλλά και το γεγονός ότι ανάμεσα στους ομήρους που κρατούσαν οι αντάρτες βρισκόταν και ο Φρανσίσκο Τουντέλα, υπουργός τότε Εξωτερικών του Περού και στέλεχος της Opus Dei.
Η δράση της οργάνωσης στη χώρα δεν περιορίζεται στην κρίση αυτή. Στις ζούγκλες του Περού και στην ορεινή περιοχή Ανακούτσο (επισκοπή του Κιπριάνι), δρουν κι εκπαιδεύονται ακροδεξιές παραστρατιωτικές ομά­δες των οποίων ηγούνται ιερείς-μέλη της Opus Dei. Ο διασημότερος από τους ιερείς αυτούς είναι ο επίσκοπος Κριστιάνι, γνωστός κι ως πάτερ Μαριάνο.
Ακροδεξιές παραστρατιωτικές ομά­δες με μέλη-ιερείς της Opus Dei δε δρουν μόνο στο Περού. Εξίσου «ση­μαντική» δράση παρουσιάζεται και στο Ελ Σαλβαντόρ. Ο διασημότερος ηγέτης παραστρατιωτικών ομάδων που δρουν στη χώρα είναι ο επίσκοπος-μέλος της Opus Dei Σαένς Λακάλε. Ο Λακάλε είχε αυτοανακηρυχθεί ταξίαρχος μιας παραστρατιωτικής ομάδας που είχε χαρακτηριστεί ως ο πιο βάναυσος «στρατός» της σύγ­χρονης ιστορίας. Σε μια προσπάθεια, μάλιστα, να περισώσει τη φήμη της Καθολικής Εκκλη­σίας, ο αρχιεπίσκοπος Όσκαρ Ρομέρο είχε αφορίσει δημόσια τον Λακάλε, το 1980. Λί­γες μέρες αργότερα, ο Ρομέρο βρέθηκε δο­λοφονημένος...         
RATLINES”: ΑΠΟ ΤΟ ΒΕΡΟΛΙΝΟ ΣΤΗ Λ. ΑΜΕΡΙΚΗ ΜΕΣΟ ΒΑΤΙΚΑΝΟΥ
Η επιχείρηση «Αμαντέους» είναι μία ακόμη σκοτεινή υπόθε­ση στην οποία σύμφωνα με τους επικριτές της φέρεται αναμεμιγμένη η Opus Dei, αν και η εμπλοκή φαίνεται ότι αφο­ρούσε ευρύτερους μηχανισμούς του Βατικανού. Η επιχείρη­ση οργανώθηκε από τον πρόδρομο της CIA, την OSS κατά τη λήξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και αφορούσε τη φυγά­δευση χιλιάδων Ναζί αξιωματικών στη Νότιο Αμερική, μέσω ειδικών οδών διαφυγής, των λεγόμενων «ratlines», προκειμένου να προσφέρουν «τις υπηρεσίες τους» στην αντιμετώ­πιση του ανερχόμενου κομμουνιστικού ρεύματος. Η οργά­νωση και μακροημέρευση των γνωστών λατινοαμερικανικών δικτατορικών καθεστώτων δίνουν το μέτρο της επιτυχίας της παράδοξης σύμπραξης μηχανισμών των αμερικανικών μυστικών εταιριών με τους «έμπειρους» Ναζί αξιωματικούς, οι οποίοι βρήκαν νέο πεδίο δράσης στην «καθολική Νότιο Αμερική», την στιγμή που άλλες υπηρεσίες, στις ίδιες τις ΗΠΑ και στην Ευρώπη, τους αναζητούσαν για να τους οδη­γήσουν στη Δικαιοσύνη για εγκλήματα πολέμου. Η συμβολή του Βατικανού και της Opus Dei στη δημιουργία των «ratlines», που χρησιμοποιήθηκαν όχι μόνο για τη φυγάδευ­ση των εγκληματιών αλλά και για τη διακίνηση όπλων και ναρκωτικών προκειμένου να χρηματοδοτηθεί η επιχείρηση «Αμαντέους», θεωρείται καθοριστική. Η επιχείρηση αυτή ήταν μέρος της ευρύτερης επιχείρησης «Sunrise» την οποία διαπραγματεύθηκε στο τέλος του πολέμου ο Άλεν Ντάλες, τότε υψηλόβαθμος αξιωματούχος της OSS και αργότερα δι­ευθυντής της CIA, με τον στρατηγό των SS Καρλ Βολφ, επικεφαλής της Γκεστάπο και ίων δυνάμεων των SS στην Ιταλία16.
ΑΠΟ ΤΗ ΡΩΣΙΑ ΜΕ ΑΓΑΠΗ
Ο νυν διευθυντής του FBI Λούις Φρι είναι μέλος της Opus Dei αν αυτό λέει κάτι για τις προσβάσεις της οργάνωσης. Αυτό όμως που έβαλε «ψύλλους στ’ αυτιά» αρκετών στις ΗΠΑ είναι ότι ο καταδικασθείς για κα­τασκοπία υπέρ των Ρώσων πράκτορας του FBI Ρόμπερτ Χάνσεν, ο οποίος επί χρόνια παρέδιδε άκρως απόρρητα έγγραφα στη Μόσχα, ήταν επίσης μέλος της οργάνωσης. Τώρα οι αμερικανικές αρχές ερευνούν το παρελθόν ενός μεγάλου αριθμού ατόμων διότι υπάρχει μία σκέψη η οποία τους φέρ­νει ανατριχίλα: «Πριν από 15 χρόνια, επί κυβερνήσεως Ρίγκαν, δεκάδες μέλη της Opus Dei διατηρούσαν σημαντικές θέσεις στο Λευκό Οίκο, το Καπιτώλιο και την κυ­βέρνηση. Τώρα αυτή η ομάδα, η οποία συναντάται τακτικά σε ένα σπίτι στην Ουάσιγκτον, έχει μπει στο μικροσκόπιο του FBI»17... Οι παραπάνω υποθέσεις είναι μέ­ρος μόνον αυτών στις οποίες η οργάνωση φέρεται, σύμφωνα με τους πολεμίους της, να έχει εμπλακεί. Η Opus Dei επιχειρώντας να αποκρούσει το ευρύ φάσμα κατηγοριών των επικριτών της έχει ξεκινήσει μία προ­σπάθεια «αποκατάστασης» της εικόνας της στην κοινή γνώμη, απορρίπτοντας τις αιτιά­σεις περί μεσαιωνικών μεθόδων και παρασκηνιακής δράσης που της αποδίδουν. Όπως δήλωσε ο Αρχιεπίσκοπος Τζούλιαν Χεράνζ, υψηλόβαθμος αξιωματούχος της Κουρία και μέλος της οργάνωσης, «ορισμέ­νοι υποστηρίζουν ότι υπάρχει λόμπι της Opus Dei. Δεν υπάρχει λόμπι. Δεν υπάρχει μυστική ατζέντα. Η μόνη πολιτική μας είναι το μήνυμα του Χριστού.» Κάτι που δεκάδες χριστιανοί πάντως, πρώην μέλη της οργά­νωσης, όπως η Aνν Σβένινγκερ, αμφισβη­τούν: «Εξαπατούν τον κόσμο. Δεν είναι ευ­θείς. Η Opus Dei παίζει με τους δικούς της όρους. Αν δεν θέλουν κάτι να βγει προς τα έξω, απλά δεν θα βγει18».
Και όμως...


Read more: http://www.egolpion.com/opus_dei.el.aspx#ixzz2sBbw3KED

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου